Ιδεολογικές, κοινωνικές και πολιτισμικές μνήμες από την πιο φλιπαρισμένη, μα και μία από τις πιο ενδιαφέρουσες περιόδους της Αμερικής του 20ού αιώνα, το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1960, συγχωνεύονται σε μια εξίσου φλιπαρισμένη ιστορία μέσα από την οποία, σαν ρωσική κούκλα Ματριόσκα, ξετυλίγονται κι άλλες, κι άλλες, κι άλλες ιστορίες, με δεκάδες χαρακτήρες, σε μικρούς ή μεγάλους ρόλους. Φλιπαρισμένοι κι αυτοί βεβαίως.
Καλώς ήρθατε στον κινηματογραφικό κόσμο του Πολ Τόμας Αντερσον που με τη σειρά του βούτηξε λαίμαργα στον λογοτεχνικό κόσμο του Τόμας Πίντσον, του αμερικανού συγγραφέα με τους φανατικούς φίλους και τους φανατικούς εχθρούς, ο οποίος εξακολουθεί να καλλιεργεί την εκκεντρική φήμη του με το να μη δίνει ποτέ συνεντεύξεις και να μη φωτογραφίζεται ποτέ (λόγος για τον οποίο τον αποκαλούν «αόρατο συγγραφέα»).
Ενας ιδιωτικός ντετέκτιβ με σανδάλια, χαϊμαλιά, πόντσο, κελεμπίες και φουλάρια ονόματι Λόρενς –Ντοκ –Σπορτέλο μάς βάζει στο πνεύμα του έργου. Είναι ο άξονάς του και καθότι έχει το πρόσωπο του πιο αλλόκοτου σταρ αυτή τη στιγμή στην αμερικανική σόουμπιζ, του Χοακίν Φίνιξ, καταλαβαίνεις πόσο καλά ο ηθοποιός αντιλαμβάνεται τον ήρωά του.
Τον ζει. Τόσο απλά.
Ο Ντοκ, που κάποια φεγγάρια στο παρελθόν ήταν «κανονικός» ιδιωτικός αστυνομικός και συνεργάτης της αστυνομίας (με την οποία βέβαια εξακολουθεί να συνεργάζεται αλλά υπό διαφορετικές συνθήκες, λόγω αλλαγής των καιρών), αποφασίζει να ανταποκριθεί στο κάλεσμα μιας πρώην γκόμενας (Κάθριν Γουότερστον) και να ανακαλύψει τι ακριβώς συμβαίνει με τον πολυεκατομμυριούχο μεγαλοεργολάβο Μίχαελ –Μίκι –Βόλφμαν (Ερικ Ρόμπερτς), ο οποίος υπήρξε εραστής της και μυστηριωδώς εξαφανίστηκε.
Μόνο που αυτή η υπόθεση εξαφάνισης δεν θα έχει την αποκλειστικότητα στην ιστορία, γιατί όπου και να πάει ο Ντοκ μια νέα «πόρτα» ανοίγει μπερδεύοντας όλο και πιο πολύ τα πράγματα. Ανάμεσα στις δεκάδες καταστάσεις που θα προκύψουν λοιπόν, οι οποίες μπορούν να κουράσουν ή και να εκνευρίσουν ακόμη τον θεατή, ο Ντοκ θα κάνει τις απαραίτητες στάσεις στα γαλαξιακά σύμπαντα των «ταξιδιών» του, όπου αεροσκάφος είναι η μαριχουάνα και συνεπιβάτες περίεργοι τύποι, κάποιοι από τους οποίους εμφανίζονται σε μια σκηνή και μετά εξαφανίζονται σαν να μην υπήρξαν (ο πρώην κατάδικος Ταρίκ Καλίλ/Μάικλ Κένεθ Γουίλιαμς για παράδειγμα).
Κάποιοι άλλοι βέβαια, όπως ο υπαστυνόμος Κρίστιαν –Μεγαλοπόδαρος –Μπγιόρνσεν (Τζος Μπρόλιν) ή ο μουσικός Κόι Χάρλινγκεν (Οουεν Γουίλσον), λες και είναι βαλτοί για να κάνουν τη ζωή ακόμη πιο δύσκολη στον Ντοκ. Μικρές καταστάσεις μπορούν να προκαλέσουν πολύ γέλιο (θα με θυμηθείτε στη σκηνή όπου ο Μπρόλιν παραγγέλνει φαγητό μιλώντας ασιατικά), αλλά σε γενικές γραμμές, πέρα βέβαια από τον ατελείωτο χαβαλέ της ιστορίας, η ταινία διακρίνεται από μια βαθύτατη μελαγχολία, ίσως επειδή προσωπικά μου θύμισε ότι, ακριβώς όπως το μυθιστόρημα του Πίντσον, είναι κατά βάθος ένας τρυφερός χαιρετισμός προς τη χαμένη γενιά των παιδιών των λουλουδιών που στην εποχή όπου εκτυλίσσεται η ιστορία όδευε ολοκληρωτικά προς τη δύση της.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ