Μετά την αποστολή των μέτρων και μεταρρυθμίσεων που είναι διατεθειμένη να πάρει η νέα κυβέρνηση – ένα κείμενο που κάλλιστα θα μπορούσε να το είχε γράψει τόσο η κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου, η κυβέρνηση Λ. Παπαδήμου ,όσο και η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου – ο κ.Τσίπρας έκανε την πλήρη στροφή στον ρεαλισμό προσαρμοζόμενος με γοργούς ρυθμούς στην πραγματικότητα με την οποία βρέθηκε αντιμέτωπος.

Έτσι μεγάλο του προγράμματος της ΔΕΘ ( 12.000 αφορολόγητο, κατάργηση ΕΝΦΙΑ, επιστροφή 13ης σύνταξης , αύξηση προσλήψεων στο δημόσιο ,αύξηση βασικού μισθού στον ιδιωτικό τομέα κλπ ) αναβάλλεται μέχρι νεωτέρας δίνοντας τη θέση του σε ζητήματα ζωτικής σημασίας για την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και την χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.

Η κυβέρνηση πλέον δέχεται να τηρήσει όλες τις συμφωνίες των προκατόχων της, απορρίπτει την μονομερή διαγραφή του χρέους, εργάζεται με τους «θεσμούς» (βλέπε τρόικα) για την υπογραφή ενός νέου προγράμματος έως το καλοκαίρι και στο ενδιάμεσο δέχεται το 70% των μεταρρυθμίσεων του σημερινού μνημονίου : συνεχίζει κατά περίπτωση τις ιδιωτικοποιήσεις χωρίς να ανατρέπει τις υπάρχουσες, προτείνει την κατάργηση των εξαιρέσεων και των εκπτώσεων στο ΦΠΑ (π.χ. σε κάποια νησιά του Αιγαίου), βάζει φρένο στις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις αυξάνονται επί της ουσίας τα όρια ηλικίας, δέχεται την σύνδεση εισφορών και παροχών στα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και την ενοποίηση των ταμείων ,ενισχύει την αυτοδυναμία της γενικής γραμματείας δημοσίων εσόδων στα πρότυπα που ζητούσαν επιμόνως οι Βρυξέλλες και αναλαμβάνει την επανεξέταση των δαπανών κάθε υπουργείου (με εξαίρεση τις μισθολογικές δαπάνες) με στόχο την εξοικονόμηση του κόστους της δημόσιας διοίκησης .

Μοναδική ίσως προεκλογική υπόσχεση που τηρείται από τον κ.Τσίπρα είναι η επείγουσα αντιμετώπιση της φτώχειας ( πρόσβαση σε τροφή, στέγη, υπηρεσίες υγείας και παροχή δωρεάν ρεύματος ) για κάποιες -όμως- κατηγορίες πολιτών κι όχι με την μαζικότητα που υποσχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ αφού στην επιστολή Βαρουφάκη υπογραμμίζεται σαφώς ότι η βοήθεια αυτή θα δοθεί με τέτοιο τρόπο ώστε «να εξασφαλίσει ότι η μάχη κατά της ανθρωπιστικής κρίσης δεν θα έχει αρνητικό δημοσιονομικό αντίκτυπο .

Ωστόσο από αυτή την απότομη αλλαγή στάσης κόντρα στις προεκλογικές της δεσμεύσεις η κυβέρνηση εξασφάλισε την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη αλλά και την αναγνώριση εκ μέρους της ΕΕ της ανάγκης μείωσης των εξωφρενικά μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων για τα οποία είχε δεσμευτεί η χώρα ( 3% για το 2015 και 4,5% για το 2016) . Μία εξέλιξη που είναι δυνατόν να απελευθερώσει κονδύλια για την ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων και της ζήτησης στην οικονομία μέσω στοχευμένων παρεμβάσεων.

Βέβαια, η προσγείωση της νέας κυβέρνησης στην επώδυνη πραγματικότητα προκαλεί ήδη αντιδράσεις σε μερίδα ψηφοφόρων του κόμματος αλλά και σε στελέχη που θεωρούσαν δεδομένη την μετωπική σύγκρουση με την Ευρώπη ενώ ο «μήνας του μέλιτος» θα αρχίσει να δοκιμάζεται πραγματικά όταν ο κ.Τσίπρας θα ανάψει το πράσινο φως για μέτρα που θα φέρουν χρήματα στα άδεια ταμεία του δημοσίου (το χρηματοδοτικό κενό της χώρας από 3 δισ ευρώ στα τέλη του 2014 φαίνεται να προσεγγίζει πλέον τα 5 δισ ευρώ) .

Ασφαλώς το μεγάλο στοίχημα της νέας κυβέρνησης θα είναι η ψήφιση τον καλοκαίρι του νέου προγράμματος (μνημόνιο 3 ) που θα ονομαστεί κοινωνικό συμβόλαιο ανάπτυξης .

Απροσδόκητα, ωστόσο, δυνατό χαρτί της κυβέρνησης θα είναι η αναμενόμενη στήριξη των νέων μέτρων και του νέου μνημονίου από το Ποτάμι, το ΠΑΣΟΚ και πολύ πιθανώς από την ίδια την ΝΔ. Μια τέτοια εξέλιξη αφενός μεν θα μειώσει στο μίνιμουμ τις αντιστάσεις της ελληνικής κοινωνίας ενώ θα οδηγήσει γρηγορότερα σε επιτυχείς μεταρρυθμίσεις και στην έξοδο της χώρας στις αγορές.

Αν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αντέξει στις εσωτερικές αντιδράσεις , μπορεί να πετύχει αυτό που κατάφεραν χώρες με πιο ώριμες από την Ελλάδα δημοκρατικά διαδικασίες (Πορτογαλία, Ιρλανδία) όπου τα μνημόνια στηρίχτηκαν από κυβέρνηση και αντιπολίτευση και είχαν γρήγορα αίσιο τέλος.

Το οξύμωρο είναι ότι αυτή τη στήριξη που ενδεχομένως καρπωθεί η νέα κυβέρνηση δεν την έδωσε ποτέ ο ΣΥΡΙΖΑ όταν ήταν αντιπολίτευση – αντίθετα μάλιστα προκάλεσε εκβιαστικά εκλογές για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας για να ακολουθήσει το πρόγραμμα των αντιπάλων του που έως τότε με μίσος πολεμούσε.