Στην αρχαία Ελλάδα τα «άθλα» ή «αριστεία», δηλαδή το βραβείο, το έπαθλο των αρίστων, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένα με όλες τις εκφάνσεις του πολιτικού, κοινωνικού και πνευματικού βίου. Η αμοιβή, υλική ή ηθική, που απονεμόταν σε εκείνους που αρίστευαν, που πρώτευαν στον αγώνα, τον οποιονδήποτε αγώνα, αποτελούσε μέγιστη τιμή για τους ίδιους, την οικογένειά τους, τη φατρία τους και την πόλη τους. Ηταν πάνω απ’ όλα ανεκτίμητο κίνητρο για ευγενείς επιδιώξεις και επίζηλα επιτεύγματα των πολιτών. Ο Περικλής στην κατακλείδα του επιτάφιου λόγου του μπροστά στους νεκρούς αθηναίους ήρωες του πρώτου έτους του Πελοποννησιακού Πολέμου διακηρύσσει: άθλα γαρ οις κείται αρετής μέγιστα, τοις δε και άνδρες άριστοι πολιτεύουσιν (Θουκυδίδης ΙΙ.46) –δηλαδή σε όποια πολιτεία έχουν καθιερωθεί πολύ μεγάλα βραβεία για την αρετή, σε αυτήν την πολιτεία ευδοκιμούν και άριστοι πολίτες. Ετσι, υπογραμμίζει με τον πιο εύγλωττο τρόπο ότι ένα από τα κυριότερα μέσα για την ανάδειξη άξιων ανθρώπων σε μια κοινωνία είναι ο ορισμός άθλων, η καθιέρωση του θεσμού της αριστείας.
Είναι συνεπώς θλιβερό να ακούει κανείς σήμερα από επίσημα χείλη, και μάλιστα από υπουργό Παιδείας, ότι η αριστεία αποτελεί «ρετσινιά» –δηλαδή ένα είδος προσβλητικής κατηγορίας που αποδίδεται σε κάποιον και δύσκολα θα μπορούσε να απαλλαγεί ποτέ από αυτήν! Η κακόσημη αυτή λέξη ειπώθηκε, όπως ξέρουμε, πρόσφατα με την ευκαιρία της εξαγγελίας για κατάργηση των Πρότυπων Σχολείων, που λειτουργούν ήδη επιτυχώς για δεύτερο ακαδημαϊκό έτος και φοιτούν σε αυτά χιλιάδες μαθητές. Δεν μπορεί κανείς πράγματι να μην κυριευθεί από βαθύτατη απαισιοδοξία για το μέλλον της Παιδείας και γενικότερα για το μέλλον αυτού του δύσμοιρου τόπου, ακούγοντας τέτοιες διακηρύξεις από πολιτικούς που κατέχουν σήμερα τόσο νευραλγικά και υψηλά αξιώματα. Γιατί η δαιμονοποίηση της ιδέας της αριστείας και η υπόθαλψη πνεύματος εξισωτισμού και ισοπέδωσης δεν είχαν ποτέ και σε καμία χώρα του κόσμου αγαθά αποτελέσματα. Αντίθετα συνέβαλαν στην κατάπτωση και στην παρακμή· ειδικότερα στην προκειμένη περίπτωση στον μαρασμό και στην εκμηδένιση των άξιων και ταλαντούχων ατόμων, με αποτέλεσμα τη γενικότερη κοινωνική καθίζηση.
Είναι λάθος επίσης να υποστηρίζουν μερικοί ότι υφίσταται ασυμβίβαστο μεταξύ του πειραματικού χαρακτήρα αυτών των σχολείων με τον στόχο της αριστείας. Ιδιαίτερα σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που επί τριάντα πέντε χρόνια έχει εθιστεί στο να μην αξιολογεί φιλότιμες και φιλόδοξες προσπάθειες και δράσεις προικισμένων ατόμων αλλά να καλλιεργεί πνεύμα ισοπέδωσης, τα σχολεία αυτά αποτελούν πραγματική όαση αξιοκρατίας – ανάδειξης άξιων και χαρισματικών μελών της κοινωνίας. Μήπως η κοινωνία μας δεν χρειάζεται τέτοια άτομα;
Η ίδρυση των σχολείων αυτών, όπως είναι γνωστό, είχε τετραπλό σκοπό: την αριστεία και δημιουργικότητα· τον πειραματισμό και την έρευνα, και κατ’ ακολουθίαν τη διάχυση των σχετικών αποτελεσμάτων σε όλο το υπόλοιπο σύστημα με προοπτική τη γενικότερη ανόρθωσή του· την αμερόληπτη και δίκαιη αξιολόγηση δομών, λειτουργιών και διδασκόντων· τις καινοτομίες όσον αφορά τη διοίκηση των σχολικών μονάδων. Ο πρώτος στόχος υλοποιείται με την κατάρτιση και εφαρμογή ενός απαιτητικού προγράμματος σπουδών· ο δεύτερος με την αμφίδρομη σύνδεση της λειτουργίας τους με τα Πανεπιστήμια αλλά και με την πραγματοποίηση συναφών εκπαιδευτικών δράσεων εντός και εκτός σχολικού προγράμματος (συγκρότηση εκπαιδευτικών ομίλων, παραγωγή διδακτικού υλικού κ.ά.)· ο τρίτος στόχος επιτυγχάνεται με τη συνεχή διεξαγωγή εσωτερικής και εξωτερικής αξιολόγησης· και ο τέταρτος στόχος με την αρωγή και την καθοδήγηση των εποπτικών επιστημονικών συμβουλίων.
Λαμβάνοντας υπόψη όσα παραπάνω ειπώθηκαν θα έλεγε κανείς ότι η λειτουργία των σχολείων αυτών είναι έως τώρα ικανοποιητική ή, καλύτερα, αρκούντως ευδόκιμη. Δεν θα ήταν λοιπόν κρίμα να καταργηθούν και να ανακοπεί μια εκπαιδευτική διαδικασία που θα είναι λυσιτελής και καρποφόρα όχι μόνο για τους μαθητές των σχολείων αυτών αλλά για ολόκληρο το εκπαιδευτικό μας σύστημα και –γιατί όχι; –ολόκληρη την κοινωνία μας;
Ο κ. Γεράσιμος Α. Μαρκαντωνάτος είναι διδάκτωρ Κλασικής Φιλολογίας – συγγραφέας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ