Ενδεχομένως να περάσουμε τον κάβο και η χώρα να βρεθεί σε πιο ήσυχες θάλασσες. Τι ρότα θα ακολουθήσουμε;
Αν οι εν εξελιξει διαπραγματεύσεις μεταξύ Ουάσιγκτον και Βρυξελλών καρποφορήσουν, το 2020 ενδέχεται να ξεκινήσει η εφαρμογή του Συμφώνου Ελεύθερου Εμπορίου μεταξύ των ΗΠΑ και της ΕΕ.
Αυτό σημαίνει κοινή αγορά 800 εκατ. ανθρώπων και ελευθερία διακίνησης προϊόντων από την Καλιφόρνια έως το Καστελόριζο, που θα εγκαινιάσει τον επόμενο κύκλο της παγκοσμοποίησης και ενδεχομένως την πρώτη οργανωμένη απόπειρα απάντησης της Δύσης στην οικονομική γιγάντωση της Ασίας.
Το αθροιστικό ΑΕΠ της ΕΕ και των ΗΠΑ εκτιμάται από το ΔΝΤ ότι το 2019 θα ανέρχεται σε 44 τρισ. δολάρια, με περίπου 22 τρισ. δολάρια να αναλογούν σε κάθε πλευρά του Ατλαντικού.
Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία υπαγορεύεται από την ίδια την οικονομία. Οι αμερικανικές επενδύσεις στην ΕΕ είναι τρεις φορές υψηλότερες από ό,τι στην Ασία. Οι ευρωπαϊκές επενδύσεις στις ΗΠΑ είναι έξι φορές υψηλότερες από ό,τι στην Ινδία και στην Κίνα μαζί. Περίπου το ένα τρίτο του διατλαντικού εμπορίου αφορά ενδοομιλικές συναλλαγές. Οι ΗΠΑ και η ΕΕ ελέγχουν το ήμισυ του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Και αυτή δεν θα είναι η μόνη θεαματική αλλαγή. Σύμφωνα με την παγκόσμια ένωση των εταιρειών κινητής, το 2020 οι ευρυζωνικές κινητές συνδέσεις επικοινωνιών μεταξύ μηχανών (M2M) θα φτάσουν το ένα δισεκατομμύριο, ενώ σύμφωνα με το IDC, περίπου 212 δισ. μηχανές θα είναι διασυνδεδεμένες μεταξύ τους, δημιουργώντας μία αγορά πολλών τρισ. ευρώ.
Πρόκειται για τη λεγόμενη «ανάδυση των μηχανών», που θα διευκολύνει τις ζωές μας και θα φέρει την επόμενη βιομηχανική επανάσταση, αλλά παράλληλα θα καταστήσουν παρελθόν αναρίθμητες θέσεις εργασίας σε μία σειρά τομέων της οικονομίας.
Φυσικά, τα πράγματα δεν σταματούν εκεί. Μία νέα παγκόσμια αγορά δημιουργείται από το 3D printing, δηλαδή από τις «τρισδιάστατες» εκτυπώσεις, που δίνουν τη δυνατότητα στους καταναλωτές να «τυπώνουν» αντικείμενα. Ήδη στη χώρα μας αυτή η τεχνολογία κάνει δειλά-δειλά τα πρώτα της βήματα.
Η ζήτηση θα καθορίζει την παραγωγή, ενώ θα καταργηθεί η φυσική μεταφορά πολλών προϊόντων –θα αρκεί η αποστολή ενός ψηφιακού αρχείου από τον σχεδιαστή του προϊόντος στον τρισδιάστατο εκτυπωτή.
Συνδυαστικά, η δημιουργία της ατλαντικής αγοράς, η ανάδυση των μηχανών και η δυνατότητα του καταναλωτή να «τυπώνει» από μόνος του βιομηχανικά προϊόντα συνιστούν τρεις κατακλυσμιαίες εξελίξεις που θα διαταράξουν την υφιστάμενη οικονομική πραγματικότητα και θα ανασυνθέσουν ένα νέο παραγωγικό περιβάλλον.
Την ίδια στιγμή, όμως, οι προβολές του Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Παρακολούθησης για την Εδαφική Ανάπτυξη και Συνοχή (ESPON) για τις δεκαετίες που έρχονται, δείχνουν οικονομική στασιμότητα για τη γεωγραφική γειτονιά μας, η οποία δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει εκείνα τα μεγέθη που μπορούν να εγγυηθούν βιώσιμη ανάπτυξη.
Την ώρα που η παγκόσμια οικονομία θα αλλάξει ραγδαία με επίκεντρο την ατλαντική συνεννόηση και την τεχνολογική εξέλιξη, η Ελλάδα θα συνεχίσει να αποτελεί τερματική αγορά ενός ακόμη πιο διευρυμένου οικονομικού χώρου, με όλες τις δεσμεύσεις που αυτή η συμμετοχή συνεπάγεται (έλλειψη δασμών, κρατικές ενισχύσεις, δίκαιο ανταγωνισμού κτλ.) και όλα τα μειονεκτήματα της εγγύτητας με μία «άγονη» και ετερόρρυθμη περιοχή.
Οι σχεδιασμοί μας για το μέλλον πρέπει να λάβουν υπόψη αυτές τις παραδοχές, οι οποίες θα δημιουργήσουν για την Ελλάδα προκλήσεις και ευκαιρίες. Θα είναι ατελέσφορο να στραφεί η εθνική οικονομία σε δραστηριότητες που θα σβήσουν από την τεχνολογική εξέλιξη και τον οικονομικό ατλαντισμό.
Η Ελλάδα θα χρειαστεί να στραφεί στην παραγωγή ανταγωνιστικών και διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και στην παροχή καινοτόμων εξωστρεφών υπηρεσιών, προκειμένου να επιτύχει την παραγωγική της ανασυγκρότηση.
Απαιτούνται φιλόδοξοι στόχοι στην κατεύθυνση της αριστείας και της επένδυσης στα ελληνικά «μυαλά» με σύνδεση των πανεπιστημίων και της βιομηχανίας και με αύξηση των δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη τόσο στον δημόσιο όσο κυρίως στον ιδιωτικό τομέα για να φτάσει τουλάχιστον στα επίπεδα των αναπτυγμένων βιομηχανικών κρατών.
Οι παραδοχές του αύριο κατά πάσα πιθανότητα δεν θα αναστραφούν. Όμως, κάποιο «ατύχημα» που θα οδηγούσε την Ελλάδα σε απομόνωση και σταδιακά στη δραχμή και στην έξοδο από την ΕΕ -μία νομοτελειακή προϋπόθεση προκειμένου να ασκηθεί προστατευτική εμπορική πολιτική για την επιβίωση μίας εισαγωγικής οικονομίας- θα αποστερούσε από τα παιδιά που μεγάλωσαν στη «φωτιά» της κρίσης τη δυνατότητα να σηκώσουν κεφάλι και να διεκδικήσουν μεγαλύτερο μερίδιο σε αυτόν τον όλο και πιο σύνθετο διεθνή καταμερισμό εργασίας, αφήνοντάς τους τη «ρετσινιά» του ασώτου.