Οι εκλογές της Κυριακής δεν είναι πλέον υπόθεση σύγκρουσης κομμάτων ή ακόμα και παρατάξεων. Αυτό το επίπεδο έχει ήδη ξεπεραστεί: τώρα είναι πια ζήτημα εθνικής ανάτασης ενός τόπου κι ενός λαού ο οποίος έχει υποστεί τα πάνδεινα, ή εξακολούθησης της πορείας τυφλής υποταγής, φόβου και αδιεξόδου. Η σύγκρουση έχει πλέον πάρει τη διάσταση, έστω και σε ένα βαθμό «μεταφυσικά», ανάμεσα στην απελπισία και την ελπίδα. Περί αυτού πρόκειται.

Μπορεί να μην αρέσει στην κυβέρνηση, αλλά το γεγονός είναι ότι ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσαν να αξιοποιήσουν καλύτερα τα μαθήματα των προηγούμενων εκλογών αλλά και να κατανοήσουν περισσότερο την κίνηση των καιρών από ότι το έκαναν στη διάρκεια αυτής της προεκλογικής εκστρατείας, η οποία λήγει σήμερα τα μεσάνυχτα.

Ισως ορισμένοι θυμούνται ότι το 2012 ο ΣΥΡΙΖΑ μιλούσε κυρίως για την Αριστερά και την ώρα της να κυβερνήσει. Αυτή τη φορά όμως, μίλησε για κάτι εντελώς διαφορετικό: για την υπέρβαση του παλιού δίπολου «αριστερός – δεξιός» μπροστά στην ανάγκη να στηθεί ξανά στα πόδια της η Ελλάδα.

Με άλλα λόγια, ο κομματικός, ακόμα και ο παραταξιακός πολιτικός λόγος του 2012 έγιναν κατ ουσία εθνικός λόγος το 2015.

Αυτό που ουσιαστικά συνέβη ήταν μια μεγάλη στροφή από την αποκλειστικά αριστερή στην εθνική πολιτική ατζέντα και ταυτότητα: δεν υποφέρουν μόνον οι αριστεροί σήμερα στην Ελλάδα, υποφέρει το μέγα μέρος του ελληνικού λαού, υποφέρει και η ίδια η χώρα στο σύνολό της, που μέρα με τη μέρα, εδώ και πέντε χρόνια, διαρκώς διαλύεται.

Αυτή η στροφή υπήρξε καθοριστική αφού ήταν εκείνη που απελευθέρωσε δυνάμεις από τους άλλους πολιτικούς χώρους οι οποίες τώρα, όπως όλα δείχνουν, στρέφονται μαζικά στον ΣΥΡΙΖΑ.

Φυσικά, αυτό το κατά τα φαινόμενα πολύ μεγάλο ρεύμα νίκης που αναμένεται να εκφραστεί την Κυριακή στις κάλπες, έχει στη βάση του την ακόμα μεγαλύτερη συμπίεση της ελληνικής κοινωνίας από το 2012 μέχρι σήμερα.

Υπό αυτή την έννοια, ο Αλέξης Τσίπρας θα έπρεπε να στείλει τις ευχαριστίες του στην καγκελάριο Μέρκελ, καθώς το Βερολίνο οδήγησε τα πράγματα τόσο επίμονα στα άκρα, ώστε οι πολίτες της Ελλάδας να περιμένουν πως και πως τις εκλογές για να πετάξουν από πάνω τους μια κυβέρνηση που κάνει περίπου τυφλά ότι της επιβάλουν.

Όμως, ακόμα κι έτσι, το ρεύμα της νίκης θα ήταν αδύνατο αν δεν είχε ξεπεραστεί η αποκλειστικά αριστερή ρητορική και δεν είχε γίνει ένα μεγάλο άνοιγμα το οποίο ξεπερνά και κόμματα και παρατάξεις.

Βεβαίως, την επομένη των εκλογών, η κυβέρνηση, όποιο κι αν είναι το τελικό της σχήμα, οφείλει να τιμήσει πλήρως αυτή την κατεύθυνση, την ευρεία λογική που ξεφεύγει από τα κλειστά πλαίσια ενός χώρου. Και υπάρχουν πολλοί και διάφοροι τρόποι να το πράξει.

Κι ας μην βιαστούν ορισμένοι να σκεφτούν ότι ο ελληνικός λαός θέλει να αφήνεται σε πλάνες. Ξέρει πολύ καλά, νιώθει το τι συμβαίνει, δεν είναι αφελής, ούτε αναζητά ψεύτικες διεξόδους. Δεν πρόκειται για κάτι τέτοιο.

Πρόκειται για τη μεγάλη, βαθιά ανάγκη η Ελλάδα να τινάξει από πάνω της εκείνο το οικοδόμημα που αφού πρώτα την οδήγησε στην καταστροφή, στη συνέχεια της επέβαλε την παρουσία του με τον εκβιασμό μιας ψευτοσωτηρίας. Κι αυτό ακριβώς είναι που πεθαίνει μεθαύριο.

Μαζί με την εθνική διάσταση, που καθιστά αυτές τις κάλπες ριζικότερες ακόμα και σε σχέση με την «Αλλαγή» του 1981, αυτό είναι το άλλο βαθύτερο νόημα της νίκης, το οποίο επίσης δεν πρέπει με κανένα τρόπο να προδοθεί.