Παραθέτω το σχετικό λήµµα από τις σελίδες του ολοκαίνουργιου «Χρηστικού λεξικού της Νεοελληνικής Γλώσσας» της Ακαδημίας Αθηνών, το οποίο επιχειρεί να καταγράψει τους «τρόπους», τις λέξεις, τις εκφράσεις που χρησιμοποιούν για να επικοινωνήσουν οι σύγχρονοι άνθρωποι: «ψόφος: 1. έντονο κρύο, παγωνιά –«Κάνει ψόφο έξω». 2. θάνατος (ως κατάρα) «Που κακό ψόφο να ‘χεις»». Με αυτή, τη δεύτερη και άκρως μακάβρια σημασία της, η λέξη έγινε ξανά του συρμού, όπως διαπιστώνω παρατηρώντας την έντονη χρήση της στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Εκεί όπου καθημερινά εκατοντάδες χρήστες εύχονται ξανά και ξανά «ψόφο» σε εκείνους που τόλμησαν να διαφωνήσουν μαζί τους. Η γενική ασυνεννοησία και η (παραδοσιακή) αδυναμία του Ελληνα να συζητήσει πολιτισμένα εκφράζονται πλέον με τρόπο τόσο αγοραίο και βίαιο (ακόμη και από ανθρώπους από τους οποίους θα περίμενες καλύτερες συμπεριφορές) που τρομάζουν.
Μπαίνω στο Facebook και βλέπω φίλους, διαδικτυακούς φίλους και γνωστούς να επιτίθενται με σφοδρότητα ο ένας στον άλλο, ανταλλάσσοντας απερίγραπτους χαρακτηρισμούς, χρησιμοποιώντας εκφράσεις απύθμενης χυδαιότητας και κλείνοντας την όποια συζήτηση με το αποτρόπαιο ανάθεμα: «Ψόφο!», «Αι στον ψόφο!», «Ψόφα!». Από κάτω «like» και σχόλια που επιβραβεύουν τη μικρόψυχη και αγοραία συμπεριφορά: «Είσαι μεγάλος, και λίγα του είπες!», «Ψόφο, ρε, ναι! Ψόφο στους μαλάκες!», «Ψόφο και block, για να ξεμπερδεύουμε από τις λέρες». Αυτά από ανθρώπους που κυκλοφορούν ως χαρακτηριστικά δείγματα του σύγχρονου, καλλιεργημένου, πολιτισμένου πολίτη. Που θεωρούν ότι (υιοθετώντας τέτοιους τρόπους;) παραδίδουν μαθήματα Δημοκρατίας. Πως με τα «ουστ», τα «σαποδώ» (λέξη που δεν περιλαμβάνεται ακόμη στα λεξικά και που προέρχεται από τη «σύντμηση» του «ίσα από εδώ») επιβάλλουν την ορθότητα της γνώμης τους, βάζουν τα πράγματα στη θέση τους, δείχνουν τον σωστό δρόμο, μπροστάρηδες σε έναν αγώνα που οδηγεί… Πού; Στην απόλυτη ασυνεννοησία; Στο μίσος και στη μισαλλοδοξία; Σε μια εμπόλεμη κατάσταση διαρκείας, όπου ο ένας τρώει τις σάρκες του άλλου;
Αναρωτιέμαι τι θα γινόταν αν όλοι αυτοί οι μικροί αλλά και οι μεγάλοι πόλεμοι που ξεσπάνε καθημερινά δεν διεξάγονταν μέσα από τις οθόνες των ηλεκτρονικών υπολογιστών, των tablets και των κινητών τηλεφώνων, σε περιβάλλον δηλαδή όπου η απόσταση μας προστατεύει από τα χειρότερα. Αν οι «αντίπαλοι» βρίσκονταν απέναντι. Θα έστελναν ο ένας τον άλλο στο νοσοκομείο; Ή, απλώς, θα έβαζαν την ουρά κάτω από τα σκέλια και θα υποχωρούσαν, θα έτρεχαν να κρυφτούν από τα μάτια του κόσμου, αποκαλύπτοντας τη μικρότητά τους σε όλο της το μεγαλείο, επιβεβαιώνοντας και αυτό που υποπτεύομαι; Οτι οι περισσότεροι από τους επαναστάτες και τους μπροστάρηδες της διαδικτυακής εποχής είναι επαναστάτες εκ του προχείρου, κάνουν παιχνίδι κρυμμένοι πίσω από το τείχος προστασίας που υψώνει η ηλεκτρονική σύνδεσή τους.
Οπως και αν έχει, είτε πολεμούν για έναν καλύτερο κόσμο, είτε για «ένα πουκάμισο αδειανό», είτε για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία τους και για να εκτονώσουν τα πειραγμένα νεύρα τους, μοιάζουν να μη γνωρίζουν κάτι πολύ σημαντικό, καθοριστικό θα έλεγα: ότι η αγένεια, η χυδαιότητα, το βρίσιμο αποδυναμώνουν τα επιχειρήματα, ευτελίζουν τη συζήτηση, εκχυδαΐζουν τον όποιο αγώνα. Δεν είμαι ο πλέον ειδικός για να εξηγήσω – αναλύσω όλη αυτή τη βία που εκδηλώνεται (και) μέσω Διαδικτύου, ομολογώ όμως ότι με κάθε «ψόφο» που δημοσιεύεται στην καθημερινή ροή του Facebook μου (δυστυχώς, μετράω πολλούς), επιβεβαιώνω ότι το παιχνίδι είναι χαμένο. Επειδή εξακολουθώ να πιστεύω ότι η συμπεριφορά αποκαλύπτει την πραγματική ιδεολογία του καθενός από εμάς.
ΥΓ.: Είχα σκεφτεί να δηµοσιεύσω ένα πιο αισιόδοξο θέµα στο πρώτο τεύχος του 2015, αλλά µε τόσο «ψόφο» στη ζωή µου παρασύρθηκα. Γράφω, λοιπόν, για να τον ξορκίσω…

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 4 Ιανουαρίου 2015.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ