Οι ειδικοί της κοινωνικής ψυχολογίας υποστηρίζουν ότι το πώς αντιδρούμε σε μια ισχυρή καινοτομία, τεχνολογική ή πολιτική, που μπορεί να αλλάξει τη ζωή μας και να επηρεάσει το μέλλον μας εκκινεί από μια μεγάλη συνήθως αντίδραση, θετική ή φοβική∙ στη συνέχεια επέρχεται η περιέργεια, μετά ο επηρεασμός, ακολουθεί η κόπωση και υπερισχύει η αδιαφορία. Oπως συμβαίνει όταν καρφώσουμε στο χέρι μας μια βελόνα, που προκαλεί ισχυρό πόνο, αλλά προϊόντος του χρόνου ο πόνος θα μηδενιστεί και δεν θα καταλαβαίνουμε ότι η βελόνα είναι ένα με το χέρι μας. Αυτή είναι μια απλή κατανοητή πραγματικότητα. Η πραγματικότητα όμως της ζωής και της μάχιμης πολιτικής είναι απείρως πολυπλοκότερη, καθώς συνοδεύεται από πολυποίκιλες αντιφάσεις, άγνοιες, ψευδαισθήσεις, αντικρουόμενες προθέσεις, ανάγκες και προσδοκίες πολιτικών και πολιτών.
Η κατανόηση της πραγματικότητας αντανακλά αναμφίβολα τον αγώνα του ανθρωπίνου πνεύματος. Μπορεί βέβαια στο επιστημονικο-τεχνολογικό επίπεδο ο αγώνας αυτός να ‘ναι περισσότερο γραμμικός/προβλέψιμος, στο κοινωνικο-πολιτικό πεδίο όμως γίνεται χαοτικός/απρόβλεπτος, πυροδοτώντας συχνά τη σύγχυση. Αν όμως και στο πεδίο αυτό ίσχυαν ορισμένες αξιακές σταθερές, όπως λ.χ. η αξία της αλήθειας, αυτής που ο καθένας μας, πολιτικός ή πολίτης, προσεγγίζει ανυστερόβουλα, τότε τα πράγματα θα ήταν πιο εύκολα. Αν επίσης κατανοούσε ο καθένας μας, πολιτικός ή πολίτης, πως δεν κατέχει την απόλυτη αλήθεια, τότε δεν θα καλλιεργούσαμε τη στείρα και αυτιστική πολλές φορές πολιτική πόλωση, η οποία δημιουργεί αδιέξοδα, όσο και να παπαγαλίζουμε ότι στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.
Υποστηρίζουν π.χ. οι μεν ότι το τρέχον τσουνάμι της ελληνικής κρίσης μπορεί να αναχαιτιστεί με τον τρόπο που ο Δαβίδ κατατρόπωσε τον Γολιάθ, και έτσι θα έρθει η λύτρωση στην καταπιεσμένη κοινωνία μας. Ταυτόχρονα οι δε εντοπίζουν τη λύτρωση στη συνεννόηση και στη συνεργασία με τους δανειστές, καθώς πιστεύουν ότι δεν γίνονται σήμερα τέτοια «θαύματα» και «διαδηλώνουν» τη δική τους πολιτική αλήθεια. Στο παιχνίδι αυτό αναδύονται τελευταία αποκρουστικές και άθλιες πολιτικές πρακτικές. Το αποτέλεσμα; Οι συγκρούσεις μεταξύ των δύο πολιτικών «αληθειών» να είναι ατέρμονες. Ατελές αντεπιχείρημα στο ελλιπές επιχείρημα, φουριόζα αντιδήλωση στη βεβιασμένη δήλωση, αστραπιαίες αυτοδιαψεύσεις ιδίων δηλώσεων, έλλειψη αυτοσεβασμού και αυτογνωσίας∙ άσχετα αν ο σοφός δεν βιάζεται να μιλήσει. Και ο πολίτης στη μέση να αποστρέφεται μετά βδελυγμίας την πολιτική ζούγκλα, προσχωρώντας στην αδιαφορία. Ωφελείται όμως η κοινωνία με αδιάφορους πολίτες;
Η πολιτική της πραγματικότητας, η προσπάθεια κατανόησης των πραγμάτων και η έμπρακτη μεταποίησή της σε συμφέρον της κοινωνίας, έχει βέβαια εγγενείς δυσκολίες ενίοτε. Διότι ενώ μακροπρόθεσμα θα έχει θετικό πρόσημο για την κοινωνία, πρόσκαιρα δεν ωφελεί ούτε τα βολεμένα οικονομικά συμφέροντα ούτε εκείνους που αποποιούνται την αλήθεια στην πολιτική τους. Μια τέτοια όμως κατάθεση/επένδυση διαβάζεται ως αυτοσκοπός επιβίωσης του πολιτικού και του κόμματος, χωρίς να συνδέεται πειστικά με την επιβίωση ή έστω τη βελτίωση της χώρας∙ άλλη μία σύγχυση που επίσης προκαλεί την αδιαφορία του πολίτη, ο οποίος στη συνέχεια αποφεύγει να ενημερώνεται πολιτικά, δεν παρακολουθεί τις ειδήσεις, δεν διαβάζει εφημερίδες, δεν συμμετέχει με άλλα λόγια, έχοντας αποδεχθεί τη μοίρα του∙ έχει παραιτηθεί και έτσι δεν συμβάλλει στην ενδυνάμωση της κοινωνικής αλήθειας, στη μορφοποίηση δηλαδή μιας προοδευτικής πραγματικότητας.
Ενας φαύλος πολιτικός κύκλος αναπαραγόμενος καθημερινά, που πρέπει να σπάσει. Πώς όμως; Αν ο κάθε πολιτικός πρωτίστως είναι και δάσκαλος, αν εξηγεί δηλαδή με ισχυρά επιχειρήματα την οικονομική λ.χ. πραγματικότητα και δικαιολογεί χωρίς υποκρισία τις πράξεις του και τα σχέδιά του∙ αν κατανοεί και αναλύει χωρίς υστεροβουλία το παγκόσμιο και εθνικό πολιτικο-οικονομικό σκηνικό, αν πείθει ότι θεραπεύει την πολιτική αλήθεια, αν τελικά εμπνέει τους πολίτες με τις ανυπόκριτες στάσεις του και τις αταλάντευτες αξίες του∙ και αν οι πολίτες τείνουν ευήκοα ώτα σε όλα αυτά.
Μήπως όμως η πολιτική λειτουργεί συνήθως ερήμην της αλήθειας και όλα αυτά είναι ουτοπικά για την ελληνική πραγματικότητα; Μήπως λοιπόν το όραμα είναι εχθρός της πραγματικότητας; Χωρίς όραμα όμως υπάρχει πρόοδος; Ερωτήματα, φαινομενικά, δύσκολα και αντιφατικά, που ωστόσο συναντώνται σε μια κοινή απάντηση με παρονομαστή την αλήθεια, αποκτώντας νόημα. Γι’ αυτό είναι αλήθεια πως εμείς οι πολίτες θέλουμε πολιτικούς με αξίες, οι οποίοι θα συμβάλουν στη σωτηρία και στην πρόοδο της χώρας και όχι των εαυτών τους. Θέλουμε πολιτικούς οι οποίοι να είναι δάσκαλοι της κοινωνίας μας και όχι μιας αυτιστικής κομματικής προπαγάνδας. Θέλουμε την αλήθεια της πραγματικότητας και όχι στιγμιαίες πολιτικές πράξεις και εκρηκτικές κορόνες, προσανατολισμένες στον αυτοσκοπό της διάκρισης. Διότι αυτή η αλήθεια, η πολιτική, η κοινωνική, η διδακτική είναι πολύ πιο κοντά στην πολιτική της πραγματικότητας και μπορεί να μεταλλάξει την ατελέσφορη πραγματικότητα μιας τοξικής και όζουσας πολιτικής, που αλλοιώνει, ιδιαίτερα τελευταία, κάθε άρωμα Δημοκρατίας. Για να μη μας μέμφονται οι διάφοροι νεόκοποι «δημοκράτες» της Εσπερίας, υποστηρίζοντας ότι η χώρα μας δεν είναι μεταρρυθμίσιμη!
Ο κ. Σταμάτης Αλαχιώτης είναι καθηγητής Γενετικής, πρώην πρύτανης του Πανεπιστημίου Πατρών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ