«Είσαι και εσύ ένας εγωίσταρος shopper;». Διαβάζω ότι τα εφετινά Χριστούγεννα οι Βρετανοί ξοδεύουν 388 εκατομμύρια ευρώ σε δώρα για τον εαυτό τους (σύμφωνα τουλάχιστον με μια καινούργια έρευνα του VouchersCodes.co.uk). Αλλως ειπείν, πολλοί ξεκινούν να αγοράσουν κάτι για τα αγαπημένα τους πρόσωπα και καταλήγουν να «λοξοδρομούν» (ένα 22% κρατούν οι ίδιοι τα δώρα που αγόρασαν για άλλους, ενώ ένα 17% γυρνάνε σπίτι με ογκώδη πακέτα αποκλειστικά για τον εαυτό τους).
Στον λοιπό κόσμο (εκτός Ελλάδας) όπου υπάρχει ακόμη και ο ψυχαναγκασμός της αφθονίας και του υποχρεωτικού δώρου (στις ΗΠΑ δαπανώνται σήμερα 40 δισεκατομμύρια δολάρια σε χριστουγεννιάτικα δώρα) οι έρευνες, τα στατιστικά και οι παραινέσεις σχετικά με τις εορταστικές αγοραστικές συνήθειες δίνουν και παίρνουν. Η κατάσταση μοιάζει να έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια που μια απεχθής δημογραφική ομάδα, οι οικονομολόγοι, ανακατεύεται επαισχύντως με το πνεύμα των εορτών και την αναγκαιότητα ή μη των δώρων (θυμίζω το περίφημο «Scroogenοmics: Why you shouldn’t buy presents for the holidays» του αμερικανού οικονομολόγου Τζόελ Γουολντ-φόγκελ που ήδη από το 2009 διακηρύττει τον αποτροπιασμό του με αυτήν την κατασπατάληση κεφαλαίου σε ένα σωρό άχρηστα αντικείμενα που οι παραλήπτες τους δεν θα χάριζαν ούτε κατά διάνοια στον εαυτό τους).
Ιδιαίτερα αυτά τα Χριστούγεννα οι υποψήφιοι καταναλωτές κυριολεκτικά βομβαρδίζονται από μία υπερπληθώρα συμβουλών από ειδικούς των σομόν σελίδων για το πώς να χαρίσεις χωρίς να χαριστείς, για το πώς να περιοριστείς στον «κανόνα του ενός μόνου δώρου» για τα παιδιά, για τις τελευταίες christmas shopping τάσεις (π.χ. η «κινητική άμμος» ή η special edition Monopoly των Abba), για το «σύνδρομο του mini bar» που βιώνεις όταν κάτι είναι υπερβολικά ακριβό (ακριβώς όπως όταν είσαι στο δωμάτιο του ξενοδοχείου δεν θα φας με τίποτα, και ας λιμοκτονείς, την υπερτιμημένη σοκολάτα Mars που έχει μέσα το mini bar). Διαβάζω μεταξύ άλλων στο οικονομικό section του βρετανικού «Guardian» τον ειδεχθή τίτλο: «Τα μετρητά είναι το καλύτερο χριστουγεννιάτικο δώρο για τα παιδιά σας» (και σκέφτομαι πιτσιρίκια να σκίζουν, όλο προσμονή, ως παρανοημένοι Σάιλοκ, φακελάκια με πενηντάευρα).
Υπάρχουν βέβαια και οι ειδικοί των καλών προθέσεων. Ενδεικτικό παράδειγμα ο κοινωνικός επιστήμων Αρθουρ Μπρουκς, ο οποίος πάλευε εσχάτως, στο άρθρο του «Abundance Without Attachment» («Αφθονία χωρίς συναισθηματικό δέσιμο») στους «New York Times», να αμπαλάρει τα κατηραμένα χριστουγεννιάτικα δώρα με λίγο βίωμα: «Πρώτα από όλα, να περισυλλέγεις εμπειρίες, όχι αντικείμενα. Τα υλικά αγαθά μοιάζουν να είναι μόνιμα, ενώ οι εμπειρίες μοιάζουν παροδικές και είναι πιο εύκολο να τις ξεχάσεις. Να κάνεις ένα δεύτερο ταξίδι του μέλιτος με τη σύζυγό σου ή να αγοράσεις έναν καινούργιο καναπέ; Μια εβδομάδα μακριά από όλους ακούγεται ωραία ιδέα αλλά, έι, ο καναπές είναι κάτι που θα έχεις για πάντα, έτσι δεν είναι; Λάθος. Τριάντα χρόνια από τώρα, όταν θα κάθεστε στις κουνιστές πολυθρόνες σας έξω στη βεράντα θα θυμάστε με κάθε λεπτομέρεια το δεύτερό σας ταξίδι του μέλιτος. Πόσες πιθανότητες όμως υπάρχουν να πείτε ο ένας στον άλλον: «Θυμάσαι εκείνον τον τέλειο καναπέ;»».
Στην Ελλάδα της κρίσης, ουδείς θα σε ρωτήσει αν είσαι εγωιστής shopper, αν άφησες φακελάκια με λεφτά για τα παιδιά πάνω στα κλαδιά του χριστουγεννιάτικου δέντρου, αν προτιμάς τον καναπέ ή το δεύτερο ταξίδι του μέλιτος, αν θέλεις, προτού συντάξεις τη λίστα με τα χριστουγεννιάτικα δώρα για τους οικείους σου, να συμβουλευτείς το «ψαγμένο» άρθρο ενός συμπεριφοριστή οικονομολόγου. Και σίγουρα κανείς δεν θα σε προτρέψει να ξοδέψεις ορθολογιστικά αυτές τις γιορτές. Στην Ελλάδα της κρίσης δεν υπάρχει χώρος για την ελαφρότητα του χριστουγεννιάτικου shopping (και της περί αυτού θεωρητικολογίας). Εφέτος ό,τι δώρο καταφέρεις να κάνεις (αν κάνεις) θα είναι βαρύτιμο.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 21 Δεκεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ