Δεν είναι εύκολο, αλλά με λίγη θέληση και ακόμη λιγότερη αξιοπρέπεια μπορείς να το καταφέρεις. Μπορείς, στο κέντρο της πιο παράλογης χώρας του ευρωπαϊκού τόξου, να κάνεις απεργία πείνας και να φύγεις λίγα κιλά βαρύτερος. Το κατάφερε την προηγούμενη εβδομάδα ο Ιωάννης Μιχελογιαννάκης, βουλευτής προσκείμενος στον ΣΥΡΙΖΑ. Αφού αντιλήφθηκε πως οι απεργίες πείνας είναι της μόδας, κάλεσε τα κανάλια, ξάπλωσε δίπλα στους πρόσφυγες από τη Συρία στο Σύνταγμα και ανακοίνωσε πως ξεκινάει τον αγώνα του. Λίγες ώρες και αρκετή βροχή μετά, κουράστηκε, βαρέθηκε και πήγε να βάλει κάτι στο στόμα του σε παρακείμενο καφέ. Καμία έκπληξη. Οποιος έχει ακούσει μια αγόρευσή του στη Βουλή, όποιος έχει εντρυφήσει στο ασυνάρτητο παραλήρημά του, στην επιτηδευμένα κρητική προφορά του, καταλαβαίνει πως όσοι τον ψήφισαν είχαν μια εκκεντρική άποψη της εξουσίας. Καμία έκπληξη, απλώς άλλη μια έκπτωση.
Λίγες ημέρες πριν, στο μέρος που η λογική πηγαίνει να πεθάνει, στο σκοτεινό ελληνικό Facebook, ένας άλλος βουλευτής, της ΝΔ αυτή τη φορά, ο περήφανος Μιχάλης Ταμήλος, ανέβαζε ένα link από ένα περιθωριακό θρησκόληπτο site. Το link οδηγούσε σε ένα ξενοφοβικό παραλήρημα που αποδιδόταν στην πρώην πρωθυπουργό της Αυστραλίας, Τζούλια Τζιλάρντ. Πάνω-κάτω έλεγε πως «είναι δική μας η χώρα, αν δεν αρέσει στους μετανάστες να φύγουν». Κανένας πρωθυπουργός δεν έχει πει αυτά τα βολικά για την Ελλάδα του 2014 λόγια. Πρόκειται για έναν αστικό μύθο που έχει καταρριφθεί εδώ και χρόνια, και ο πρώτος που τον χρησιμοποίησε προς όφελός του είναι ο αρκετά σιωπηλός τώρα τελευταία νεοεισηγητής της σύγχρονης Ακροδεξιάς στην Ελλάδα, ο Γιώργος Καρατζαφέρης.

Καμία έκπληξη, απλώς άλλη μια έκπτωση.

Οι δύο αυτές πολιτικές ανορθογραφίες είναι ήσσονος σημασίας. Δεν είναι εγκλήματα, δεν είναι κλοπές, δεν είναι σκάνδαλα. Είναι από τα λιγότερο σημαντικά πράγματα που έγιναν τον τελευταίο καιρό. Είναι όμως περιστατικά που σε ένα περιβάλλον που θα γνώριζε την έννοια (και την ορθογραφία) της λέξης «αξιοπρέπεια» θα είχαν ήδη πυροδοτήσει εξελίξεις, παραιτήσεις. Αλλά είπαμε, έχουμε εκπτώσεις.
Για να μην ασχολούμαστε μόνο με τους βουλευτές –που περνάνε και δύσκολη περίοδο, καθώς οι περισσότεροι φοβούνται πως θα χάσουν τους μισθούς τους χριστουγεννιάτικα -, μπορούμε να εντάξουμε ζήτημα των εκπτώσεων στο γενικότερο κλίμα αφασίας που διαπερνά την επιφάνεια της φοβισμένης, κουρασμένης και οριακά παραιτημένης ελληνικής κοινωνίας.
Οι εκπτώσεις αυτές οδήγησαν τον συμπαθέστατο, κατά τα άλλα, Σάκη Ρουβά να βραβεύεται από μια αμφιλεγόμενη κριτική θεατρική επιτροπή για την υποκριτική του αξία την ώρα που ταλαντούχοι ηθοποιοί διακονούν την τέχνη τους χωμένοι συνειδητά στο περιθώριο. Οι εκπτώσεις αυτές θέλουν τους παράγοντες του ελληνικού ποδοσφαίρου να κατηγορούνται επίσημα για σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, χωρίς κανείς να έχει νομικό δικαίωμα να γράψει τα ονόματά τους. Οι εκπτώσεις οδηγούν τον Μάρκο Σεφερλή (και αρκετά κακέκτυπά του) να είναι ο επίσημος διασκεδαστής της ελληνίδας νοικοκυράς. Αυτές οι εκπτώσεις οδηγούν τον πρωθυπουργό, απ’ όλη την ελληνική κινηματογραφική παραγωγή, να επιλέγει να βραβεύσει τον «Πρόμαχο», ένα αισθητικά απαράδεκτο δημιούργημα για το συναισθηματικό μελό της εποχής: την επιστροφή των Γλυπτών.
Ηταν καλύτερα τα πράγματα παλιότερα ή εμείς τα βλέπουμε μεγεθυσμένα από τον πληθωρισμό των ειδήσεων;

Πιθανότατα ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, η Μελίνα Μερκούρη, ο Χορν και ο Χατζιδάκις δεν θα είχαν γλιτώσει την αποκαθήλωση αν είχαν ζήσει σε τέτοιες συνθήκες υπερέκθεσης, πληθωρικού μαζικού σχολιασμού και οργής ενός έξαλλου πλήθους που πληκτρολογεί κονταίνοντας ό,τι το ενοχλεί.

Αλλά σίγουρα στις μέρες μας κάτι κάνουμε λάθος. Παραμένουμε μια ενδιαφέρουσα χώρα ενοχλητικών κακομαθημένων τύπων. Απλώς εδώ και καιρό, επειδή δεν έχουμε λεφτά, έχουμε αγαπήσει (και εδώ είναι το επικίνδυνο), έχουμε συνηθίσει τις εκπτώσεις.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ