Ήταν πράγματι μεγάλη νίκη οι συντελεστές του ΦΠΑ να χαμηλώσουν στην εστίαση και ιδιαίτερα στη διαμονή στο 13% και 6,5% αντίστοιχα το 2013.
Ο τουρισμός, ο μεγαλύτερος πυλώνας της ελληνικής οικονομίας βοηθήθηκε και η μείωση αυτή απέδειξε ότι ήταν ένα ισχυρό εργαλείο ανάπτυξης καθώς το καλοκαίρι του 2014 ήταν μία από τις καλύτερες ή μάλλον η καλύτερη τουριστική χρονιά των τελευταίων τουλάχιστον δέκα ετών.
Αυτό προφανώς δεν άρεσε στους δανειστές μας και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκαν μετά τις γνωστές μνημονιακές πιέσεις κάθε φορά που είναι να πάρουμε δόση και μάλιστα την τελευταία, είναι η αύξηση του ΦΠΑ διαμονής από το 6,5% στο 13%.
Αυτό έχει άμεσες αντιδράσεις και κόστη που ήδη καταγράφηκαν στις εισπράξεις του καλοκαιριού του 2015, αλλά και ακυρώσεις κρατήσεων και ότι άλλο κακό μπορεί να υπάρξει από αυτήν την απερίσκεπτη πρόταση.
Αυτό είναι ένα πολιτικό θέμα που θα αντιμετωπιστεί και θα αξιολογηθεί πολιτικά με τις σοβαρές ευθύνες που ήδη έχουν προκύψει.
Ομως παράλληλα διαπιστώνει κανείς μία τεχνική ανεπάρκεια στο οικονομικό επιτελείο, αλλά και ανύπαρκτη γνώση της αγοράς και των προβλημάτων της, αλλά και την λειτουργικότητα της, ιδιαίτερα στην εποχή της κρίσης που όλα πρέπει να αλλάξουν, όλα πρέπει να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα. Θα μπορούσε λοιπόν ο ΦΠΑ να εισπράττεται -να αποδίδεται κάθε εβδομάδα για πολλούς λόγους που έχουν προκύψει εξαιτίας της κρίσης.
Τώρα έχουμε απόδοση ΦΠΑ κάθε μήνα – τρίμηνο, ανάλογα με το είδος της επιχείρησης. Όμως τα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το δημόσιο αυξάνονται συνεχώς, με αποτέλεσμα τον μήνα Οκτώβριο να έχουν φτάσει τα 71,5 δις ευρώ, πράγμα τραγικό για την οικονομία, αλλά κυρίως για τους οφειλέτες που είναι αναγκασμένοι να βρίσκονται κυριολεκτικά υποδουλωμένοι σε ένα αέναο και παράλογο χρέος.
Όμως, αν το κράτος εισέπραττε το ΦΠΑ κάθε εβδομάδα (πχ.κάθε Παρασκευή), το όφελος θα ήταν τεράστιο για όλες τις
πλευρές. Το μεν κράτος κάθε Δευτέρα πρωί θα έχει στα ταμεία του διαθέσιμα δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, που τώρα τα περιμένει να τα εισπράξει στον μήνα –τρίμηνο και τα οποία πολλά από αυτά γίνονται ληξιπρόθεσμα. Ο δε πολίτης, φυσικό ή νομικό πρόσωπο που λειτουργεί και αντέχει στην αγορά κάθε τέλος της εβδομάδας σίγουρα έχει τη δυνατότητα να αποδίδει το «ΦΠΑ της εβδομάδας» που σίγουρα είναι μικρό ποσό, σε σύγκριση με αυτό που καλείται να καταβάλει στον μήνα –τρίμηνο. Και εντέλει η ψυχολογία είναι διαφορετική με τις μικρές καταβολές από τις υπέρογκες που προκύπτουν στις μεγάλες περιόδους (μήνα –τρίμηνο).
Μην ξεχνάμε ότι το 50% της οικονομίας είναι η ψυχολογία αλλά και ότι ο ΦΠΑ δεν είναι κεφάλαιο κίνησης, αλλά έσοδο άμεσα αποδιδόμενο στο κράτος.
*Ο κ. Παναγιώτης Μπατσαριτσάκης είναι οικονομικός, επιχειρηματικός σύμβουλος