Αρχίζει να μοιάζει με συνταγή: ύστερα από συνομιλίες, οι πλευρές της σύγκρουσης στην Ουκρανία φθάνουν σε μια συμφωνία _ η οποία καταρρέει ή δεν εφαρμόζεται πλήρως. Τουλάχιστον τρεις διαφορετικές συμφωνίες έχουν επιτευχθεί και όλες τους σύντομα κατέρρευσαν.
Η συνήθης διάγνωση για την επαναλαμβανόμενη αποτυχία να διαμορφωθεί μια μόνιμη συμφωνία είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης και στις δυο πλευρές, για την οποία η συνήθης συνταγή είναι η εισαγωγή μιας σειράς από μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης. Σύμφωνα με αυτό το σκεπτικό, αν η ουκρανική κυβέρνηση στο Κίεβο, οι δυτικοί σύμμαχοί της, η Ρωσία και οι ουκρανοί αυτονομιστές μπορούσαν να μάθουν να εμπιστεύονται ο ένας τον άλλον, ίσως βρισκόταν μια λύση.
Αλλά τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης δεν είναι πανάκεια, όπως τόσο συχνά παρουσιάζονται. Για να λέμε την αλήθεια, υπάρχουν περιπτώσεις όπου η έλλειψη προσπαθειών για την οικοδόμηση εμπιστοσύνης εξηγεί εν μέρει γιατί μια σύγκρουση τραβά σε μάκρος. Κορυφαίο παράδειγμα η 25ετής διελκυστίνδα ανάμεσα στην Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν για την περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Αλλά υπάρχουν και συγκρούσεις στις οποίες χρόνια μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης δεν παρήγαγαν καμία λύση.
Οι πλευρές που μάχονται για τις αποσχισθείσες περιοχές της Γεωργίας, τη Νότια Οσετία και την Αμπχαζία, πέρασαν 15 χρόνια συμμετέχοντας σε μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, προτού η Ρωσία αναγνωρίζει την ανεξαρτησία και των δύο το 2008. Έκτοτε, η οικοδόμηση εμπιστοσύνης συνεχίζεται με την μορφή τακτικών συνομιλιών στη Γενεύη αλλά σχεδόν 30 γύροι συναντήσεων την τελευταία εξαετία δεν έχουν παράξει ακόμη απτά αποτελέσματα.
Απ’ όλες τις αποκαλούμενες «παγωμένες συγκρούσεις» της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, η διαμάχη για την Υπερδνειστερία, την λωρίδα γης ανάμεσα στο Ποταμό Δνείστερο και τα σύνορα της Μολδαβίας με την Ουκρανία, θεωρούταν κάποτε ως η πιο πιθανή να λυθεί. Αλλά ακόμη κι εκεί, δυο δεκαετίες μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης έχουν αποτύχει.
Ωστόσο τα μέτρα αυτά βοήθησαν στο να διατηρηθούν ανοιχτοί οι δίαυλοι επικοινωνίας, εμποδίζοντας τις μικρές διαμάχες να κλιμακωθούν σε βίαιες συγκρούσεις. Παρά τις προσπάθειες του ΟΑΣΕ, της ΕΕ, των ΗΠΑ, της Ουκρανίας, ακόμη και της Ρωσίας, η σύγκρουση δεν βρίσκεται πιο κοντά στο να λυθεί απ’ όσο όταν ξεκίνησε η διαδικασία.
Υπάρχουν τρεις κύριοι λόγοι για τους οποίους δεν επιτεύχθηκε πραγματική πρόοδος στην Υπερδνειστερία. Κατ’ αρχάς, τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης δεν έχουν τοπική υποστήριξη. Ούτε η ελίτ ούτε ο λαός, και στις δυο πλευρές της σύγκρουσης, δεν βλέπουν μια ρεαλιστική ευκαιρία για προσέγγιση στο άμεσο μέλλον.
Δεύτερον, η οικοδόμηση εμπιστοσύνης έχει λειτουργήσει ως ένα βαθμό εναντίον της τελικής λύσης της σύγκρουσης. Από τη δεκαετία του ’90, οι δυο πλευρές έχουν συνάψει γύρω στις 170 συμφωνίες. Αλλά κάνοντας το στάτους κβο πιο άνετο και περιορίζοντας την ανάγκη για δραστικές κινήσεις, πραγματοποίησαν βήματα που τις απομάκρυναν από τη λύση.
Τέλος η οικοδόμηση εμπιστοσύνης δεν συμβαίνει στο κενό αλλά εντός ενός ορισμένου περιφερειακού και παγκόσμιου γεωπολιτικού πλαισίου. Τις περισσότερες φορές, οι αλληλοσυγκρουόμενες ατζέντες των μεγάλων δυνάμεων εμποδίζουν την τελική λύση.
Το μάθημα για την Ουκρανία είναι ότι ενώ η οικοδόμηση εμπιστοσύνης είναι αναγκαία, δεν αρκεί για να λυθεί η κρίση. Για να βοηθήσει να μετακινηθούν όλες οι πλευρές προς μια τελική συμφωνία, πρέπει να πληρούνται ορισμένες προϋποθέσεις.
Τεχνική κατάρτιση απαιτείται για να σχεδιαστούν και να εφαρμοστούν μέτρα που να αποτελούν μέρος ενός στρατηγικού οράματος για να τερματιστεί η σύγκρουση. Αλλά τέτοια μέτρα είναι αποτελεσματικά μόνο αν το περιφερειακό και παγκόσμιο γεωπολιτικό περιβάλλον υποστηρίζει την αναζήτηση λύσης. Και το κυριότερο, οι τοπικοί ηγέτες πρέπει πραγματικά να υποστηρίζουν τη διαδικασία αντί να επιδιώκουν να κερδίσουν την εύνοια των δωρητών.
Στην Ουκρανία, όπως και σε όλες τις μετασοβιετικές συγκρούσεις, η αναζήτηση λύσης δεν λαμβάνει χώρα σε ευνοϊκό γεωπολιτικό κλίμα. Επίσης, οι αυτονομιστές δεν υποστηρίζουν πραγματικά την οικοδόμηση εμπιστοσύνης.
Τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης μπορούν να βοηθήσουν να σταθεροποιηθεί μια σύγκρουση αλλά η σταθερότητα που παράγουν είναι εύθραυστη και προσωρινή. Σε ένα περιβάλλον όπως εκείνο της Ουκρανίας, υπάρχει ο κίνδυνος ότι τέτοια μέτρα θα συντηρήσουν αντί να τερματίσουν τη σύγκρουση.

*Ο κ. Stefan Wolff είναι καθηγητής Διεθνούς Ασφάλειας στο Πανεπιστήμιο του Μπέρμινγκχαμ, στο Ηνωμένο Βασίλειο