Παρατείνεται κατά τα φαινόμενα η διαπραγμάτευση με εταίρους και δανειστές.

Τίποτε για την ώρα δεν βεβαιώνει ότι επέρχεται συμφωνία με την τρόικα για την έκθεση προόδου της ελληνικής οικονομίας, που ως γνωστόν αποτελεί προϋπόθεση για τις υπόλοιπες εκκρεμότητες.
Οι διαφορές διατηρούνται, οι ξένοι θεωρούν το νέο προϋπολογισμό γεμάτο αβεβαιότητες, μιλούν για δημοσιονομικό κενό και ζητούν πλήθος διαρθρωτικών μέτρων, ικανών να διαμορφώσουν περιβάλλον σταθερότητας της ελληνικής οικονομίας, της μόνης που, κατ’ αυτούς, μπορεί να εγγυηθεί ότι θα πάρουν πίσω τα δανεικά που προσέφεραν για τη διάσωσή μας.
Έτσι απαιτούν διαβεβαιώσεις και χρονοδιαγράμματα ότι το 2015 θα προωθηθούν αλλαγές στη δημόσια διοίκηση, ότι θα υιοθετηθούν σχήματα αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων και θα αρθούν οι αδικίες του συνταξιοδοτικού συστήματος που επιτρέπουν καταβολή ίσων συντάξεων σε συνταξιούχους που εργάστηκαν είτε 15, είτε 30 χρόνια. Και διάφορες άλλες πολιτικές μικρότερης έντασης,αλλά ικανές να φορτώσουν επιπρόσθετο κόστος στους κκ Σαμαρά και Βενιζέλο σε περίοδο που αναζητούσαν επιτυχίες και σχεδίαζαν απεμπλοκή από το μνημόνιο και τις σκληρές εκδοχές του.
Αυτές οι εκκρεμότητες δεν επιτρέπουν, επί του παρόντος τουλάχιστον, συμφωνία με την κυβέρνηση και αντιθέτως διαμορφώνουν ατμόσφαιρα σύγχυσης και μεγάλης αβεβαιότητας για το μέλλον.
Και με τη βραδύτητα που εξελίσσονται οι διαβουλεύσεις δεν είναι απίθανο όλα πάνε πίσω και να φθάσουμε στο Γενάρη, λίγο πριν την έναρξη των διαδικασιών εκλογής νέου Προέδρου της Δημοκρατίας, χωρίς συμφωνία.
Αλλά και πέραν αυτού αν δεν έλθει εγκαίρως η τρόικα στην Αθήνα όλες οι προθεσμίες θα υπονομευθούν.
Τα ευρωπαϊκά όργανα δεν θα επικυρώσουν την πρόοδο στην ώρα τους, η συμφωνία για την προληπτική πιστωτική γραμμή θα παραπεμφθεί στο μέλλον και κατ’ επέκταση η όποια νέα ρύθμιση του χρέους θα βραδύνει.
Στην περίπτωση αυτή όλο το σχέδιο,πολιτικό και οικονομικό, θα τιναχθεί στον αέρα, οι προσδοκίες θα καταρρεύσουν, η αβεβαιότητα θα επικρατήσει, το ελληνικό πρόβλημα θα επανέλθει δριμύτερο και οι αγορές θα το αποτιμήσουν αναλόγως, με ότι αυτό συνεπάγεται για την γενικότερη πορεία της οικονομίας και της χώρας.
Ένας ορθολογιστής θα απαντούσε χωρίς ενδοιασμούς και επιφυλάξεις ότι η διατήρηση της περιπλοκής δεν ευνοεί τα γενικότερα συμφέροντα της χώρας και θα προέτρεπε την πολιτική ηγεσία να κλείσει μια ώρα αρχύτερα τη συμφωνία, ώστε να μπει η χώρα σε νέα περίοδο.
Στην πολιτική όμως δεν περισσεύουν οι ορθολογιστές και ως γνωστόν άλλα είναι τα μέτρα και άλλα τα σταθμά.
Ωστόσο, η κυρίαρχη πολιτική τάξη οφείλει να λάβει υπ’ όψιν το γενικότερο κόστος που μπορεί να δημιουργεί η παράταση της αβεβαιότητας.Το οποίο δεν είναι κατ’ ανάγκην οικονομικό, αλλά βαθιά πολιτικό.
Όλοι γνωρίζουν ότι σε περιόδους γενικευμένης αστάθειας και απαξίας, σε χρόνους πολιτικού κενού, αναδεικνύονται φιλοδοξίες, αναπτύσσονται ρεύματα, ενεργοποιούνται παλαιές ή αναδεικνύονται νέες δυνάμεις.
Τίποτε δεν είναι στατικό στην εποχή μας. Τα πάντα ρει και τα πάντα μπορούν να αλλάξουν ανά πάσα στιγμή.
Πολύ περισσότερο όταν δημιουργείται η αίσθηση κενού και ελλείμματος αποφασιστικής ηγεσίας.