Η αβεβαιότητα και η ρευστότητα χαρακτηρίζουν και πάλι το πολιτικό σκηνικό της χώρας. Η πολυάριθμη, προεκλογικώς ανασχηματισμένη κυβέρνηση, η συνεχώς λαϊκίζουσα αντιπολίτευση – όλα συνθέτουν ένα επικίνδυνα γνώριμο μείγμα, που υποσκάπτει την πολιτική σταθερότητα. Η ψήφος εμπιστοσύνης ήταν ένας πολιτικός τακτικισμός ο οποίος δεν άλλαξε ουσιαστικά τα δεδομένα στην πολιτική σκακιέρα. Εξασφαλίζει πάντως για την κυβερνητική πλειοψηφία χρόνο μέχρι τον Μάρτιο. Και στην πολιτική τέσσερις μήνες είναι πολύς καιρός.

Η επιστροφή στα αρχικά στάδια της κρίσης δεν είναι τόσο απλή διαδικασία όσο υποστηρίζει ο κ. Βενιζέλος. Αλλά δεν είναι και τόσο δύσκολο και μακρινό σενάριο όσο θα ήθελε να πιστεύει ο κ. Τσίπρας.

Τα καίρια ζητήματα είναι δύο: Τι πρόσωπο θα έχει η Ελλάδα στο άμεσο μέλλον, και τι πρόσημο θα έχουν οι ασκούμενες πολιτικές.

Το πρόσωπο συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με μια σειρά έργων υποδομής που έχουν προγραμματιστεί και είναι σε τροχιά υλοποίησης. Μια σειρά από αυτά πρόκειται να ολοκληρωθούν μέχρι το 2016 και αναμένεται να δώσουν μια σημαντική αναπτυξιακή ώθηση. Τακτικισμοί και μυωπικές πολιτικές, όπως αυτές που βλέπουμε στην Περιφέρεια Αττικής όπου ήδη έχουν ανακοπεί μια σειρά δρομολογημένων επωφελών και πολυαναμενόμενων έργων, αποτελούν παλινδρόμηση. Έχουν υψηλότατο κόστος για τους πολίτες πρώτα από όλα. Ευρωπαϊκά επιδοτούμενες θέσεις εργασίας που θα έδιναν ανάσα στις τοπικές κοινωνίες παγώνουν και πάλι λόγω πολιτικών καιροσκοπισμών. Έργα που θα έλυναν πολυχρονισμένα προβλήματα όπως η διαχείριση των απορριμάτων ξαναμπαίνουν στο ράφι ενώ έμοιαζε τόσο κοντινή και απτή η επίλυσή τους.

Ενδεικτικά, στα επόμενα δύο χρόνια θα έπρεπε να έχουν ολοκληρωθεί η Ε.Ο. Αθηνών-Πατρών, η στάση Μετρό στον Πειραιά, ένα σημαντικό τμήμα των εργασιών στο Φαληρικό Μέτωπο («Athens Riviera») (αλήθεια, αναθεωρείται και αυτό το πρότζεκτ από την Περιφέρεια Αττικής;), ο ποδηλατόδρομος Κηφισιά-Φάληρο, το «Rethink Athens», η αναβάθμιση μιας σειράς περιφερειακών αεροδρομίων, όπως και η πραγματοποίηση μιας σειράς μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων (π.χ. μαρίνες σκαφών αναψυχής).

Η ολοκλήρωση του οδικού άξονα Αθήνας-Πάτρας θα αναβαθμίσει συνολικά την σημασία της χώρας τόσο ως τερματικό σταθμό για αγαθά, αλλά και τουριστικά (εσωτερικά, ενδοευρωπαϊκά, παγκόσμια). Θα διευκολύνει τη σύνδεση των δύο μεγαλύτερων λιμένων της χώρας και δύναται να δώσει νέα δυναμική για την ανάπτυξη της τρίτης μεγαλύτερης πόλης της χώρας. Νέα δυναμική για τον τουρισμό και την εσωτερική μετακίνηση θα δώσει και η στάση μετρό στον Πειραιά.

Το Rethink Athens, σε συνδυασμό με τα (7+) έργα που δρομολογούνται στον Φαληρικό όρμο μπορούν να αναβαθμίσουν καθοριστικά τόσο το κέντρο της πόλης, όσο και το παραλιακό της μέτωπο, θέτοντας τις προυποθέσεις για νέα επιχειρηματική και τουριστική δραστηριότητα.

Εν ολίγοις, σε δύο χρόνια, με σταθερότητα, υπευθυνότητα, συστηματική δουλειά και προσπάθεια, το πρόσωπο της Ελλάδας μπορεί να εκπέμπει και πάλι δυναμισμό και λάμψη όπως το 2004 – με την επιπλέον διαφορά πως από πλευράς υποδομών, θα βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση.

Το πρόσημο είναι το άλλο στοίχημα. Τι πρόσημο θα έχει η ασκούμενη πολιτική στα επόμενα χρόνια; Το κλειδί είναι να στηθεί ένα παραγωγικό οικονομικό μοντέλο που θα εγγυάται σταθερή, βιώσιμη ανάπτυξη, με διαφοροποιημένους παραγωγικούς τομείς, που θα δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας και θα επιτρέπει καλύτερη αναδιανομή του παραγόμενου πλούτου, με στόχο την άμβλυνση της οικονομικής ανισότητας.

Τα πράγματα είναι απλά – η πολιτική πρέπει να έχει, πράγματι, προοδευτικό πρόσημο, με ανάπτυξη και κοινωνική δικαιοσύνη. ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ– ΠΟΤΑΜΙ, διακηρύσσουν ότι επί της ουσίας θέλουν να κινηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Ο καθένας με τα δεσμά (constraints), τις δυσκολίες και τα διλλήμματα που του επιβάλλουν η ιστορία του, τα στελέχη και η ιδεολογία τους, οι κοινωνικές δυνάμεις που τους στηρίζουν με τις προσδοκίες τους θέλουν να σηματοδοτήσουν μια αλλαγή σελίδας με αποδέσμευση από Μνημόνια και λιτότητα. Σε αυτόν τον άξονα, θα ήταν κρίσιμη η δημιουργία μιας ισχυρής διακομματικής διαπραγματευτικής ομάδας στο «μόνιμο τραπέζι διαπραγμάτευσης» που είναι η ευρωζώνη. Θα έδινε το μήνυμα της συνέχειας στο εξωτερικό, θα ενίσχυε τη διαπραγματευτική θέση της χώρας, ενώ παράλληλα θα έθετε ρεαλιστικούς όρους στο εγχώριο debate και όρια στον λαϊκισμό.

Το βαθύτερο ζήτημα είναι πως ο ΣΥΡΙΖΑ αναδείχτηκε αξιωματική αντιπολίτευση και αυξάνει την δυναμική του πιθανόν χάρη στις διαρκείς ασάφειες, παλινωδίες και δηλώσεις τόσο της ηγεσίας όσο και στελεχών που διαρκώς διευρύνουν αντιφατικές προσδοκίες που επιβαίνουν όλες στο ίδιο κομματικό όχημα. Που ναι μεν επιτρέπουν στους εντός Ελλάδος υποστηρικτές να βλέπει ο καθένας «το δικό του» ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δημιουργούν βαθιά αναρώτηση και δυσπιστία στους τρίτους για το τι μπορεί να γίνει σε αυτή τη χώρα. Κάθε αναφορά σε μονομερείς ενέργειες, ακυρώσεις και κατάργηση προηγούμενων συμφωνιών και δεσμεύσεων μας ξαναστέλουν στην απομόνωση από τους εταίρους μας, εξανεμίζουν το κεφάλαιο εμπιστοσύνης που με τόσο κόπο έχτισε η χώρα και έχουν αντίκτυπο στις παγκόσμιες αγορές.

Από την άλλη και μια κυβέρνηση που παρασύρεται από την αντιπολίτευση είναι επίσης άξια της μοίρας της. Αυτό που ουσιαστικά επιβάλλεται, είναι μια φόρμουλα που θα συμφιλιώσει το ΣΥΡΙΖΑ με την λειτουργία της Ευρώπης και την πραγματικότητα της ευρωπαικής οικονομίας όσο και τη συμπεριφορά των παγκόσμιων αγορών. Προφανώς, ‘αναζητούνται συνεργασίες’, ίσως και μεγάλες συνεργασίες. Και δυστυχώς αυτές δεν λύνονται με μία αγγελία σε Κυριακάτικη εφημερίδα.

*Ο Παύλος Ευθυμίου είναι ερευνητής πολιτικής & διεθνών σχέσεων στο Κέμπριτζ και το ΕΛΙΑΜΕΠ