Πέρα από τη δικαιολογημένη αναμονή για τις πιθανές επιπτώσεις των stress test στις ελληνικές τράπεζες – που σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις αποδεικνύονται πλήρως διαχειρίσιμα – η αλλαγή που επέρχεται στο καθεστώς ελέγχου πανευρωπαϊκά, είναι τεράστιας σημασίας.

Η εκχώρηση των εξουσιών εποπτείας των τραπεζών στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), αποτελεί την πιο σημαντική πολιτική αλλαγή που συντελείται μετά την υπογραφή της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Είναι μια μείζων αλλαγή που η σημασία της δεν έχει γίνει ακόμα αντιληπτή, ιδιαίτερα στη χώρα μας. Ουσιαστικά η νομισματική και η δημοσιονομική πολιτική εκχωρούνται πλέον σε αποφασιστικό βαθμό στα ευρωπαϊκά κέντρα εξουσίας,δρομολογώντας σε βάθος χρόνου πολιτικές και θεσμικές μεταρρυθμίσεις που μπορούν να οδηγήσουν στην Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία.

Η κρίση των τελευταίων χρόνων απέδειξε ότι το ευρώ, είναι ευάλωτο με κατακερματισμένη την χρηματοπιστωτική αγορά και χωρίς ενιαία εποπτεία των τραπεζών. Από τις αρχές του επόμενου μήνα ουσιαστικά οι κεντρικές τράπεζες, χάνουν και όσες εξουσίες τους είχαν απομείνει και μετατρέπονται σε παραρτήματα της ΕΚΤ. Ουσιαστικά είναι το πρώτο βήμα, που έγινε με πολλές καθυστερήσεις και με μεγάλη δυστοκία, προς τη δημοσιονομική ένωση.

Διορθώνεται έτσι μια σημαντική αρχιτεκτονική ατέλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που προχωρά έτσι, με τις δυσκολίες και τις αμφιταλαντεύσεις που ξέρουμε, προς την πολιτική ενοποίηση. Η διαδικασία αυτή βέβαια προϋποθέτει τολμηρές πολιτικές αποφάσεις, σημαντικές θεσμικές αλλαγές και βέβαια εξισορρόπηση του χάσματος Βορρά- Νότου, που δεν διαφαίνονται προς το παρόν στον ορίζοντα.

Το νέο καθεστώς εποπτείας, οδηγεί όμως σε σημαντικές αλλαγές και στη χώρα μας, καθώς περιορίζεται δραματικά ο έλεγχος της εκάστοτε εξουσίας στο τραπεζικό σύστημα. Από την επιβολή διοικήσεων μέχρι την κατανομή των χρηματοδοτικών πόρων. Το πώς θα λειτουργήσει το τραπεζικό σύστημα στο νέο αυτό περιβάλλον, το αν θα μπορέσει πράγματι να απελευθερώσει πόρους για την οικονομία, είναι ακόμα ένα ζητούμενο. Η αλλαγή ωστόσο που συντελείται είναι κομβική και σίγουρα, έστω και σε βάθος χρόνου, θα αλλάξει – ελπίζουμε προς το καλύτερο – και τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, αλλά και τη συμβολή του στην ανάπτυξη της οικονομίας.

ΤΟ ΒΗΜΑ