Μέσα σε σαράντα οκτώ ώρες, οι αγορές έστειλαν ένα εκκωφαντικό διπλό μήνυμα.

Πρώτον, ένα προληπτικό μήνυμα στην κυβέρνηση.
Της είπαν ότι η έξοδος από το Μνημόνιο και η είσοδος στις αγορές δεν μπορούν να γίνουν παρά συντεταγμένα και με τη συναίνεση των δανειστών, η οποία θα λειτουργήσει ως δίχτυ ασφαλείας.

Δεύτερον, ένα προειδοποιητικό μήνυμα στην αντιπολίτευση.
Στην οποία διαμήνυσαν ότι έχουν λόγο στις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις. Αν λοιπόν πάει η χώρα σε εκλογές και βγει, ας πούμε, ο ΣΥΡΙΖΑ με τα ωραία του κινδυνεύει να δει τα spreads να εκτοξεύονται αμέσως και τις αγορές να κλείνουν προτού καν ορκιστεί η νέα κυβέρνηση.
Τότε, η κυβέρνηση που θα ορκιστεί μπορεί να καταγγείλει τον «διεθνή καπιταλισμό των αγορών» αλλά θα παρακαλάει να βρει κι ένα νέο Μνημόνιο για να μη χρεοκοπήσει η χώρα.
Με άλλα λόγια, το μήνυμα των αγορών ήταν απλό και σαφές: τσαμπουκάδες, αλλού!..
Δυστυχώς όμως ο αφόρητος επαρχιωτισμός της ελληνικής πολιτικής σκηνής συμπυκνώνεται σε ένα ανατριχιαστικό τρίπτυχο: πλήρης ασχετοσύνη ως προς την ουσία του προβλήματος, παντελής άγνοια των διεθνών δεδομένων και απλή ανακύκλωση μιας λεβέντικης ρητορικής που «θα κάνει» και «θα δείξει».
Στα μάτια ίσως των περισσοτέρων πολιτών η Ελλάδα εμφανίζεται περίπου ως μια οικονομική υπερδύναμη της οποίας κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει τη βούληση.
Την ίδια στιγμή που ουδείς δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι το ουσιαστικό δίλημμα που τίθεται σήμερα στη χώρα δεν είναι «με ή χωρίς Μνημόνιο» αλλά «με ή χωρίς αγορές».
Κι αυτό με την απαραίτητη διευκρίνιση ότι η επιτήρηση των αγορών είναι πολύ αυστηρότερη και περισσότερο ανεξέλεγκτη και από την πιο αυστηρή τρόικα.
Αλλά γι’ αυτό δεν μιλάει κανείς.
Αντιθέτως πολλοί μέσα στη συμπολίτευση αλλά και το σύνολο σχεδόν της αντιπολίτευσης καλλιεργούν στον κόσμο την ψευδαίσθηση ότι η Ελλάδα μπορεί τελικά να κάνει ό,τι της γουστάρει, ότι είναι απλά θέμα επιλογής κι όλα αυτά χωρίς καμία συνέπεια.
Για να πάρω ένα πολύ πρόσφατο παράδειγμα: η συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στο πρόγραμμα ρευστότητας της ΕΚΤ που συμφωνήθηκε μόλις προχθές (μιλάμε για 15 δισ.) δεν ισχύει ανεξαρτήτως κυβέρνησης, ούτε ανεξαρτήτως πολιτικής που θα ακολουθεί η εκάστοτε κυβέρνηση.
Θα υπόκειται στη συνέχιση μιας πορείας μεταρρυθμίσεων και, μάλιστα, μεταρρυθμίσεων όπως τις εννοούν εκείνοι, όχι εμείς.
Διότι εκείνοι που δίνουν τα λεφτά δεν είναι απλώς περαστικοί παρατηρητές που καταγράφουν ασχολίαστα την «ελεύθερη βούληση» του ελληνικού λαού –όποιος νομίζει κάτι τέτοιο είτε είναι αφελής, είτε κοροϊδεύει την κοινωνία…
Ακόμη και έτσι όμως η καλλιέργεια αυτής της ψευδαίσθησης έχει πάρει διαστάσεις μαζικής αυθυποβολής.
Στην τελευταία δημοσκόπηση της GPO (13 Οκτωβρίου), ας πούμε, το 54,1% των ερωτηθέντων θεωρεί εφικτό να διαγράψουν οι δανειστές «το μεγαλύτερο μέρος του χρέους».
Είναι περισσότεροι από το 52,6% που πιστεύει (στην ίδια δημοσκόπηση) ότι έχει περάσει οριστικά ο κίνδυνος να βγει η Ελλάδα από την ευρωζώνη και υπερδιπλάσιοι από το 25% που (παλαιότερα) πίστευε ότι μας ψεκάζουν!..
Τελικά μοιάζει αστείρευτη η ικανότητα του Ελληνα να προσλαμβάνει τα πράγματα μόνο όπως εκείνος θέλει και μόνο όπως τον συμφέρουν. Αστείρευτη αλλά και αναλλοίωτη από τη σκληρή διαδικασία που πέρασε την τελευταία πενταετία.
Διότι σε τελευταία ανάλυση ποτέ δεν φταίνε μόνο όσοι πουλάνε φύκια για μεταξωτές κορδέλες. Φταίνε και εκείνοι που τα αγοράζουν.
Κυβέρνηση «Συν-Καμμένων»
Ομολογώ πως δεν το είχα φανταστεί ούτε στα πιο σουρεαλιστικά όνειρά μου. Αλλά η ζωή είναι εδώ για να διαψεύδει τη φαντασία.
Ολα δείχνουν πλέον πως μπορεί θαυμάσια να προκύψει μετεκλογικά μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αν βεβαίως οι ΑΝΕΛ κατορθώσουν να μπουν στη Βουλή. Αλλωστε οι ΑΝΕΛ είναι μια πολιτική δύναμη με «μεγάλη συνέπεια», όπως διαβεβαίωσε μετά λόγου γνώσεως και ο Ν. Βούτσης.
Δεν ξέρω πόσο αριστερή ή πόσο σοβαρή ακούγεται στα αφτιά σας μια κυβέρνηση «Συν-Καμμένων», αλλά τελικά μπρος στα κάλλη τι είναι ο πόνος;

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ