«Λεφτά υπάρχουν;». Είναι το αμείλικτο ερώτημα που δέχεται όποιος τολμά να προτείνει τερματισμό της πανευρωπαϊκής λιτότητας. Είναι όμως υπερβολικά απρόσωπο. Για να δούμε πού θα βρεθούν τα λεφτά, πρέπει να θέσουμε σωστά το ερώτημα. Οπως, φέρ’ ειπείν, ο αοιδός γνωστού λαϊκού άσματος της δεκαετίας του ’60: «Τα λεφτά, τα λεφτά, τα λεφτά ποιος τα ‘χει βγάλει;». Η απάντηση είναι απλή. Τα λεφτά τα βγάζει όποιος έχει το εκδοτικό προνόμιο! Στην περίπτωσή μας η ΕΚΤ.
Στους σημερινούς χαλεπούς καιρούς, οι κεντρικές τράπεζες των ΗΠΑ, της Βρετανίας και της Ιαπωνίας, όταν είδαν ότι τα μηδενικά επιτόκια δεν είχαν αποτέλεσμα, άνοιξαν τους κρουνούς και άρχισαν να αγοράζουν τίτλους ιδιωτικού και δημόσιου χρέους («ποσοτική χαλάρωση»). Οχι όμως και η ΕΚΤ, που αρνήθηκε να χρηματοδοτήσει τις δημοσιονομικά ευάλωτες χώρες ως «δανειστής εσχάτης ανάγκης». Σύντομα όμως θα αναγκαστεί να το κάνει, γιατί τα αμιγώς νομισματικά μέτρα δεν αποδίδουν. Ο αποπληθωρισμός που βρίσκεται προ των πυλών διογκώνει απειλητικά τα δημόσια χρέη. Ηδη το φάντασμα της Ελλάδας πλανάται πάνω από τη γειτονική Ιταλία, τρίτη σε μέγεθος οικονομία της ευρωζώνης…
Η λύση είναι μία: νομισματική χρηματοδότηση του χρέους («debt monetization»). Την προτείνει μετ’ επιτάσεως ο τολμηρός αντίπαλος του Ντράγκι στη διεκδίκηση της ΕΚΤ λόρδος Τέρνερ, πρώην πρόεδρος της βρετανικής Αρχής Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών (FSA).
Ουσιαστικά πρόκειται για προωθημένη εκδοχή του περίφημου «helicopter money» (ελικόπτερο ρευστότητας) του Μίλτον Φρίντμαν, ο οποίος το 1996 είχε ευθέως προτείνει στους Ιάπωνες πολιτική «ποσοτικής χαλάρωσης». Δηλαδή απεριόριστη αγορά κρατικών ομολόγων από την κεντρική τράπεζα ώσπου να υπάρξει ανάκαμψη. Η κεντρική τράπεζα-«ελικόπτερο» επιχειρεί αλλεπάλληλες «ρίψεις» ρευστού στον προϋπολογισμό για να ενισχυθεί η ζήτηση (μέσω μείωσης φόρων και αύξησης δημοσίων επενδύσεων). Νομισματική και δημοσιονομική πολιτική γίνονται ένα.
Υπάρχει και μια πιο ριζοσπαστική εκδοχή: Να απενεργοποιήσει η ΕΚΤ τα κρατικά ομόλογα που θα αγοράσει, μετατρέποντάς τα σε ομόλογα χωρίς ημερομηνία λήξης. Αν τα διατηρήσει επ’ άπειρον στον (διευρυμένο) ισολογισμό της, αυτό θα ισοδυναμεί με διαγραφή του αντίστοιχου χρέους. Αν αποφασίσει να τα ενεργοποιήσει όταν ξεπεραστεί η κρίση, αυτό θα σημαίνει «πάγωμα χρέους» για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα και «ρήτρα ανάπτυξης».
Πολλαπλά τα οφέλη της νομισματικής χρηματοδότησης. Πρώτον, δημιουργεί όση ρευστότητα χρειάζεται για την ανάκαμψη. Δεύτερον, αντιστρέφει την αποπληθωριστική δυναμική και ροκανίζει τα χρέη. Τρίτον, απαλείφει δημόσιο χρέος χωρίς να επιβαρύνει τους φορολογουμένους των δανειστριών χωρών.
Εν πάση περιπτώσει είναι απαράδεκτο να θυσιάζονται λαοί για τη διάσωση του ευρώ. Αυτό που χρειάζεται επειγόντως είναι μια έξυπνη και δημιουργική διαχείριση του νομίσματος προς όφελος των λαών. Είναι εφικτή μια τέτοια διαχείριση; Οικονομικά και τεχνικά, ναι. Πολιτικά, όχι. Πολιτική ωστόσο είναι η μετατροπή του ανέφικτου σε εφικτό με τη βοήθεια της συγκυρίας.
Αν η ΕΚΤ δεν δράσει άμεσα και αποφασιστικά, η ευρωζώνη κινδυνεύει να καταρρεύσει κάτω από τα συνδυασμένα και αλληλοτροφοδοτούμενα πυρά αγορών – εθνικιστών. Με ανυπολόγιστες συνέπειες. Οικονομικές, κοινωνικές, γεωπολιτικές…
Ο κ. Γιώργος Δουράκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ