Είναι ζωτικής σημασίας για την αναθέρμανση της οικονομίας, οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα που αρχίζουν σήμερα, ενόψει και της κατάθεσης του σχεδίου προϋπολογισμού την ερχόμενη Δευτέρα, να εξελιχθούν ομαλά, χωρίς καθυστερήσεις που ενισχύουν το κλίμα αβεβαιότητας. Εξίσου σημαντικό είναι όμως να υπάρξει συμφωνία για μια σειρά, φορολογικές κυρίως, αλλαγές χωρίς μεγάλο δημοσιονομικό κόστος, που θα επιτρέψουν και στα νοικοκυριά, αλλά και στην οικονομία να πάρουν μια ανάσα.

Είναι αναμφισβήτητο γεγονός ότι η φορολογική επιβάρυνση των ακινήτων αυξήθηκε υπέρμετρα και δυσανάλογα με τις πραγματικές δυνατότητες των πολιτών, σε περίοδο κρίσης. Οι επιμέρους αλλαγές που σχεδιάζει το υπουργείο οικονομικών – κατάργηση τεκμηρίων, μειώσεις φόρων για γονικές παροχές, δωρεές, κληρονομιές, επαναφορά απαλλαγής τόκων στεγαστικών δανείων – μπορεί να μη λύνουν το πρόβλημα, αλλά μπορεί να δώσουν μια μικρή ώθηση στην παγωμένη οικοδομική δραστηριότητα. Σε μια σχεδόν νεκρή αγορά,με τις πραγματικές τιμές των ακινήτων να έχουν μειωθεί περίπου 40% και τις αντικειμενικές αξίες να παραμένουν σταθερές, ούτε έσοδα υπάρχουν για τον δημόσιο κορβανά, ούτε κανείς επιχειρηματίας ή πολίτης είναι διατεθειμένος να επενδύσει, ακόμα κι αν διαθέτει την οικονομική δυνατότητα.

Είναι καιρός λοιπόν να αντιληφθούν και τα στελέχη της τρόικας, ότι οι φοροεπιδρομές στην ακίνητη περιουσία, έχουν περιορισμένο ορίζοντα, καθώς εξαντλείται η φοροδοτική ικανότητα. Η σταδιακή μείωση τους και η εξισορρόπηση με την πραγματικότητα, είναι όχι απλώς αναγκαία αλλά επιβεβλημένη, αν θέλουν να συνεχίσει το κράτος να εισπράττει έσοδα. Οι μικρές φόρο-μειώσεις και απαλλαγές που βρίσκονται στο τραπέζι είναι ένα μικρό πρώτο βήμα που πρέπει να συνεχιστεί με την αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών και την πιο ορθολογική διαμόρφωση των φόρων για την ακίνητη περιουσία, ώστε να φορολογείται η πραγματική πρόσοδος από την κατοχή της και να μην τιμωρούνται άδικα όσοι επένδυσαν τους κόπους μιας ζωής.

ΤΟ ΒΗΜΑ