Το περιβάλλον ήταν το πιο συναρπαστικό που θα μπορούσε να ζητήσει ένας ανυποψίαστος έφηβος: μια πόλη σε πλήρη, απολαυστική, απενοχοποιημένη αποδιοργάνωση. Γεμάτη πάθος, σημαίες, έφηβες κοπέλες που φωνάζουν αναψοκοκκινισμένες συνθήματα, εικόνες του Μεγάλου Αλεξάνδρου και –γιατί όχι; –απολαυστική οργή. Και στη συνέχεια, χρόνος για βόλτες. Ολα αυτά σε μια κανονική ημέρα σχολείου, στα μέσα του Φεβρουαρίου του 1992, στην κορύφωση μιας βαρετής σχολικής χρονιάς. Ολα αυτά βλέποντας τους έξαλλους, καθόλου σοβαρούς και ξεκάθαρα παλιμπαιδίζοντες ενηλίκους να έχουν ξεχάσει συνειδητά το κοστούμι της σοβαροφάνειας και της αυτοσυγκράτησης σπίτι τους.
Στις 17 Φεβρουαρίου του 1992, τα δημόσια σχολεία της Θεσσαλονίκης έκλεισαν υποχρεωτικά. Οσα ήταν μακριά από το κέντρο της πόλης υποδέχθηκαν τα αστικά λεωφορεία για να μεταφέρουν χιλιάδες μαθητές στο κέντρο. Ολα κύλησαν τέλεια, με σπάνια ακρίβεια για την Ελλάδα των early 90s που σε αυτά τα πράγματα είχε την τάση να επιδεικνύει μια μοναδική έκλαμψη οργάνωσης. Τα λεωφορεία ήταν γεμάτα από εφήβους και παιδιά σε έξαψη που γκάριζαν οπαδικά εθνικά στιχάκια γεμάτα περηφάνια για πράγματα που δεν είχαν καν διδαχθεί. Στο κέντρο της πόλης συνάντησαν πολιτικούς που στο μέλλον συνέδεσαν την πορεία τους με τη φυλακή, κεντροδεξιούς που στην πορεία αποδείχθηκαν ακροδεξιοί, μητροπολίτες με απωθημένα πολιτικών, δημάρχους, δεσπότες, δασκάλους και δημοδιδασκάλους που συμμετείχαν εκείνη την ημέρα στο μεγαλύτερο από τα συλλαλητήρια του Μακεδονικού, με τη φιγούρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου να κυριαρχεί στο τοπίο.
Τα χρόνια που έχουν περάσει είναι, δυστυχώς, πολλά. Αλλά ακόμη και σήμερα, οι εικόνες μαζικού πάθους, οι στιγμές νομιμοποίησης της παραφροσύνης και η νομιμοποιημένη αίσθηση της αδικίας δεν γίνεται να μην έχουν περάσει υποσυνείδητα στο γονίδιο των εφήβων που τώρα πλησιάζουν τα 40.
Ηταν η εποχή του Μακεδονικού, όλου αυτού του ζητήματος που είτε θα ξεχνούσαμε σε λίγες ημέρες είτε θα ξεπερνούσαμε περήφανα για τις αξίες του ελληνισμού, του χριστιανισμού και της κάπως ασαφούς (όπου δεν μας συμφέρει) αρχαιοελληνικής παράδοσης. Τελικά, τίποτε από τα παραπάνω δεν συνέβη.
Και, κάπως έτσι, σήμερα, 22 χρόνια μετά, μια αόρατη κλωστή επικαιρότητας ενώνει το τότε με το σήμερα. Το πρώτο αδύναμο νήμα της κλωστής αφορά τη γνωστή και στην Ελλάδα πολιτική του Δελφιναρίου. Την κίνηση του αντιπροέδρου της Βουλής των Σκοπίων και πρώην υπουργού Εξωτερικών, Αντόνιο Μιλόσοσκι, ο οποίος ανέβηκε στον Μύτικα του Ολύμπου για να αναρτήσει την ψευδεπίγραφη σημαία της χώρας του με τον ήλιο της Βεργίνας στην υψηλότερη κορυφή της Ελλάδας. Μια κίνηση που δεν αξίζει καν να σχολιαστεί.
Το δεύτερο και σημαντικότερο νήμα είναι η επιστροφή της Αρχαίας Ελλάδας στον σύγχρονο διάλογο. Η συγκυρία είναι ιδανική και δικαιολογημένη: Οχι μόνο λόγω των ανασκαφών της Αμφίπολης, αλλά ίσως, κυρίως, λόγω της αναζήτησης της νέας μας ταυτότητας. Καθώς είμαστε ένα έθνος σε διαρκή αυτοαμφισβήτηση, η συγκυρία της μεγάλης ανακάλυψης ενισχύει τη διαρκή νοσταλγία, το εθνικό φρόνημα, την αίσθηση της αδικίας για το ποιοι ήμασταν (;) και ποιοι δεν γίναμε.
Η συναισθηματική φόρτιση δεν είναι αδικαιολόγητη. Μια εικόνα από τις Καρυάτιδες που μόλις βγήκαν από αιώνες απομόνωσης μπορεί να κόψει την ανάσα, με τον ίδιο τρόπο που κοιτώντας τον Παρθενώνα υπό την κατάλληλη γωνία, υπό τον κατάλληλο φωτισμό, μπορείς να υποβαθμίσεις αυτομάτως όλες σου τις σκέψεις, όλα σου τα νευρωτικά προβλήματα, μπροστά στη στιβαρή διαχρονικότητα που μοιάζει να περιγελά το Τώρα.
Απλώς κάπου εκεί πρέπει να εμφανιστεί το μέτρο. Καθώς η αρχαία τοπικιστική περηφάνια μπλέκεται με τη σύγχρονη (μικρο)πολιτική των φθηνών εντυπώσεων και του πανικού δεξιάς και αριστερής διανόησης, πρέπει να ηρεμήσουμε και να πάρουμε μια απόσταση από την τραγικωμωδία που μας σκάρωσαν οι αρχαίοι με χρονοκαθυστέρηση αιώνων.
Πρέπει να σταθούμε λίγο –συγγνώμη για την επίθεση αμερικανικού πνεύματος σε μια τόσο αρχαιοελληνική υπόθεση –και να θυμηθούμε την παλαιότερη ατάκα της αμερικανίδας συγγραφέως Φραν Λίμποβιτς στο ΒΗmagazino: «Σε σχέση με την Ελλάδα, ίσως έχει συμβεί αυτό που συμβαίνει πάντα στους ανθρώπους που γνωρίζουν τρομακτική επιτυχία πολύ νωρίς. Επαναπαυτήκατε στις δάφνες σας. Οι δάφνες είναι πολύ καλές, οφείλω να πω. Εδώ που τα λέμε, και τις δάφνες οι αρχαίοι Ελληνες τις έχουν εφεύρει».
Αυτό είμαστε. Τα παιδιά-θαύματα της ανθρωπότητας, σαν τους ηθοποιούς στο Χόλιγουντ που έκαναν μια πρόωρη επιτυχία και μετά το έριξαν στις καταχρήσεις, στις κραιπάλες και στις κακές επιλογές. Είμαστε εμείς που κληρονομήσαμε τις δάφνες, λίγο ξεραμένες, λίγο ξεθωριασμένες, αλλά μας αρέσει να αναπολούμε τη ζωή που δεν έχουμε ζήσει. Ας το απολαύσουμε και ας το εκμεταλλευτούμε αυτή τη φορά: Ας αντλήσουμε γνώση, αυτοπεποίθηση και αισθητική από αυτή την επίθεση αρχαίας Ελλάδας. Τόση γνώση, τόση αυτοπεποίθηση και τόση αισθητική, ικανή να μας κάνει να αποφύγουμε τα επόμενα συλλαλητήρια.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ