Η συζήτηση για τον εκλογικό νόμο (που για άλλη μία φορά άνοιξε άγαρμπα) έχει μεγαλύτερη σημασία για όσα υπονοούνται παρά για όσα λέγονται.
Διότι όλη η ουσία της υπόθεσης είναι η κατάργηση, ο περιορισμός ή ο διαφορετικός επιμερισμός του περίφημου «μπόνους» των 50 εδρών.
Τι σημαίνει πολιτικά το μπόνους;
Κάτι πολύ απλό. Οτι δεν μπορεί να προκύψει κυβερνητική πλειοψηφία χωρίς τη συμμετοχή του κόμματος που θα έχει έλθει πρώτο στις εκλογές.

Και τι σημαίνει πολιτικά η κατάργηση του μπόνους;
Κάτι εξίσου απλό. Οτι κυβερνητική πλειοψηφία μπορεί να προκύψει από πολλούς και διαφορετικούς συνδυασμούς, οι οποίοι δεν θα περιλαμβάνουν απαραιτήτως το κόμμα που θα έλθει πρώτο.
Για να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους: το μπόνους διασφαλίζει πως είτε η ΝΔ είτε ο ΣΥΡΙΖΑ θα αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της διακυβέρνησης, αναλόγως με το ποιος από τους δύο θα είναι πρώτος στις εκλογές.
Γι’ αυτό τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχουν κανέναν λόγο να καταργήσουν μια πρόβλεψη που δίνει σε όποιο κόμμα έλθει πρώτο μεγάλο πλεονέκτημα στη συγκρότηση κυβέρνησης.
Αντιθέτως, συμφέρον στην κατάργηση του μπόνους έχουν τα μικρότερα κόμματα, όπως το ΠαΣοΚ.
Χωρίς το μπόνους, η συνεργασία τους με το πρώτο κόμμα παύει να είναι μονόδρομος και ως εκ τούτου μπορούν να ελιχθούν μεταξύ περισσοτέρων πιθανών εταίρων και να ανεβάσουν την ανταλλακτική τους αξία.
Συνεπώς πριν φθάσουμε στο εκλογικό σύστημα πρέπει πρώτα να αποφασίσουμε τι πολιτικό σύστημα θέλουμε. Διότι η σημερινή κατάσταση είναι απολύτως στρεβλή και κινδυνεύει να αποδειχθεί εκρηκτική.
Εχουμε ένα κόμμα (τον ΣΥΡΙΖΑ) το οποίο μπορεί να έλθει πρώτο στις εκλογές αλλά να στερείται παντελώς συμμάχων για να κυβερνήσει. Η «πολιτική υγειονομική ζώνη» που έχει συγκροτηθεί γύρω του αποδεικνύεται όχι απλώς ανθεκτική αλλά αδιαπέραστη –με ευθύνη πρωτίστως του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ…
Κινδυνεύουμε λοιπόν σε περίπτωση που διατηρηθεί το μπόνους εδρών να οδηγηθούμε στην εξής αδιέξοδη κατάσταση: να έχουμε πρώτο ένα κόμμα με το οποίος κανείς δεν θα θέλει να κυβερνήσει αλλά ούτε και θα μπορεί να σχηματιστεί κυβέρνηση που δεν θα το περιλαμβάνει!..
Αντιθέτως, αν επαναπροσδιοριστεί το μπόνους, μπορούμε να οδηγηθούμε στη συγκρότηση ενός διακομματικού μπλοκ εξουσίας, το οποίο θα ασκεί τη διακυβέρνηση ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα βγαίνει πρώτο στις εκλογές.
Μια κατάσταση δηλαδή αντίστοιχη με εκείνη που έζησε η Ιταλία την περίοδο 1945-1995 όταν κατάφερε να αποκλείει τα πολιτικά άκρα μέσα από διαδοχικά κυβερνητικά σχήματα Χριστιανοδημοκρατών και Κεντροαριστεράς.
Ενα τέτοιο διαχρονικό μπλοκ εξουσίας μπορεί ασφαλώς να διασφαλίζει συνθήκες πολιτικής σταθερότητας. Από την άλλη πλευρά όμως, κινδυνεύει να παρουσιάσει συμπτώματα πολιτικού αυτισμού, συναλλαγής και νεποτισμού.
Γενικά υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα και αντεπιχειρήματα για τη μια ή την άλλη άποψη. Δεν είναι ίσως της στιγμής η παράθεσή τους.
Ούτως ή άλλως, διαλέγουμε και παίρνουμε. Το ερώτημα όμως δεν είναι αν βολεύει ή δεν βολεύει το μπόνους, ποιους βολεύει και γιατί.
Το ερώτημα είναι τι σύστημα διακυβέρνησης θέλουμε για τη χώρα.
Αυτή είναι μια πραγματικά ουσιαστική συζήτηση την οποία αξίζει να κάνουμε και την οποία χρωστάμε στις επόμενες γενιές. Μια συζήτηση όμως που δεν έχει την πολυτέλεια να εξελιχθεί σε πλειοδοσία μικροπολιτικού ξεκατινιάσματος.
Το πρόβλημα είναι ότι διακρινόμαστε συνήθως στο ξεκατίνιασμα. Και σπανίως στη συζήτηση.

Λαμόγια ή ρουσφέτια;
Δέκα δήμαρχοι που υποστηρίχθηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η ομοϊδεάτισσά τους περιφερειάρχης Αττικής αρνούνται να επανεξετάσουν τις συμβάσεις ιδιωτικού δικαίου των εργαζομένων σε δήμους και περιφέρεια, όπως τους υποχρεώνει ο νόμος.
Η επανεξέταση αυτή θεωρείται επιβεβλημένη, αφενός για να βρεθούν όσοι διορίστηκαν με πλαστά δικαιολογητικά, αλλά και να εντοπιστούν όσες συμβάσεις μετατράπηκαν αιφνιδίως και αναίτια από ορισμένου σε αορίστου χρόνου –όσοι, δηλαδή, διορίστηκαν παρανόμως κι από το παράθυρο…
Ακουσα τον δήμαρχο Χαλανδρίου να δηλώνει ότι «ο καθένας υπακούει στον νόμο ανάλογα με τη συνείδησή του».
Ως εκ τούτου δικαιούμαι να αναρωτηθώ: Ποιοι ακριβώς ευαισθητοποιούν στη συγκεκριμένη περίπτωση τη συνείδηση των αριστερών δημάρχων;
Τα λαμόγια ή τα ρουσφέτια;

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ