Η πνευματική ευστροφία του αδιαμφισβήτητη. Το ίδιο και η ρητορική δεινότητά του. Στο ένατο βιβλίο της «Ιλιάδας» επισκέπτεται μαζί με άλλους δύο πρεσβευτές τον Αχιλλέα προκειμένου να τον πείσει να επιστρέψει στο πεδίο της μάχης. Για έναν άνδρα τόσο έμπειρο και ικανό όσο ο Οδυσσέας, η περίπτωση του Νεοπτόλεμου, γιου του Αχιλλέα, φαντάζει θα έλεγε κανείς παιχνιδάκι: πόσες αντιρρήσεις μπορεί να προβάλει ένας νέος με αγνά ιδανικά, άμαθος στους τρόπους του κόσμου, πρόθυμος να κάνει το καλύτερο για την πατρίδα του;
Παρ’ όλα αυτά ο Νεοπτόλεμος «κλωτσάει» αρχικά: δεν θέλει, λέει, να αποσπάσει με πονηριά το ιερό τόξο του Φιλοκτήτη, που ζει εδώ και δέκα χρόνια ημιπαράλυτος στην άγονη και άγρια Λήμνο. «Δε γεννήθηκα για την απάτη» επιμένει ο γιος του Αχιλλέα, ο πανούργος Οδυσσέας όμως του δίνει μια υπόσχεση στην οποία ο νεαρός δεν μπορεί να αντισταθεί: τον διαβεβαιώνει ότι αν καταφέρει να εξασφαλίσει το όπλο θα κερδίσει κλέος, διαφορετικά η Τροία δεν θα πέσει ποτέ.
Ο Νεοπτόλεμος υπακούει αρχικά στο σχέδιο του Οδυσσέα. Χάρη στη φυσική ευγένειά του κερδίζει γρήγορα τη συμπάθεια του απελπισμένου Φιλοκτήτη. Ο τελευταίος βλέπει στο πρόσωπο του νέου έναν πιθανό φίλο, που θα τον πάρει μακριά από την κόλαση της μοναξιάς και θα τον βοηθήσει να γυρίσει σπίτι του. Τριάντα πέντε φορές τον αποκαλεί «τέκνον» κατά τη διάρκεια του έργου, τις περισσότερες με πατρική οικειότητα. Και ο Νεοπτόλεμος με τη σειρά του θα αισθανθεί εξίσου τρυφερά αισθήματα για τον τσακισμένο ήρωα. Σύντομα θα συνειδητοποιήσει το μέγεθος της ψυχικής καταστροφής και της προδοσίας που ετοιμάζεται να διαπράξει. Ντροπιασμένος ο Νεοπτόλεμος θα απαρνηθεί τη «διδασκαλία» του σοφιστή Οδυσσέα και θα οικοδομήσει εκ νέου τη σχέση του με τον Φιλοκτήτη πάνω στη βάση της φιλίας και της ειλικρίνειας.
«Ο «Φιλοκτήτης» αφηγείται την ιστορία της ηθικής διαφθοράς και της επαναφοράς στην αρετή: η ανεπαρκής παιδεία του νεαρού πρωταγωνιστή κλονίζεται μέσα από την επαφή με την οδύνη και το μαρτύριο του άλλου» γράφει ο Τζον Καρλβέιλ στο «Εκπαίδευση, «Φύσις» και Ελευθερία στον «Φιλοκτήτη» του Σοφοκλή». «Η ηθική μεταμόρφωση του Νεοπτόλεμου επιτυγχάνεται όταν επιλέγει τη θυσία της δικής του, προσωπικής φιλοδοξίας και την καταδίκη του στρατού» γράφει άλλος μελετητής, ο Γκόρντον Κέρκγουντ. Οσο για τον Φιλοκτήτη, πρέπει κι αυτός να επιτύχει τη δική του μεταμόρφωση: την αφύπνιση από το κώμα και την επιστροφή του στην κοινωνία των ανθρώπων, χωρίς καμία συνθηκολόγηση όσον αφορά τον κώδικα αξιών του. Ο από μηχανής θεός –ο Ηρακλής που του χάρισε το πολυπόθητο τόξο –επιλέγεται από τον Σοφοκλή ως ο ιδανικός να φροντίσει για την «αναίμακτη» μετάβαση του απομονωμένου ήρωα στο πεδίο της δόξας και της αποδοχής.
Η προσπάθεια των ηθοποιών να περπατήσουν πάνω σε ταλαντευόμενες σανίδες, στην αρχή της παράστασης που σκηνοθέτησε ο Κώστας Φιλίππογλου, προσδίδει ενδιαφέρουσα ένταση στα σώματά τους, ειδικά στη σκηνή Νεοπτόλεμου – Οδυσσέα: αμέσως βλέπουμε ότι κάτι τρίζει σε αυτή τη σχέση. Από εκεί και πέρα όμως αρχίζουν δυστυχώς όλα να τρίζουν…
Η αμηχανία του Χορού εκκωφαντική. Τα μέλη του εκτελούν κάθε πιθανή τοποθέτηση σανίδας επί σκηνής (από άκρη γκρεμού ως… κερκίδα), ενώ οι συνοδευτικές κινήσεις τους μοιάζουν να προέκυψαν από ανία, μετά τον θάνατο κάθε έμπνευσης.
Η μουσική ενδύεται μια ετοιμοπαράδοτη, ψευτο-κινηματογραφική διάθεση και εντείνει την απουσία ξεκάθαρης σκηνοθετικής αντίληψης για την εσωτερική δράση των ηρώων αλλά και για τη σχέση μεταξύ των τριών ανδρών. Και πώς να υπάρξει η τελευταία άλλωστε, όταν ο Μιχαήλ Μαρμαρινός βρίσκεται σε ένα δικό του, μακρινό και αλαφροΐσκιωτο σύμπαν, όπου ο Φιλοκτήτης, τον οποίο υποτίθεται πως υποδύεται, μιλάει σαν καρικατούρα ρομαντικού γάλλου ευγενούς που βρέθηκε πεταμένος σε μια ξέρα μεσοπέλαγα και τώρα δίνει την τελευταία μελό παράσταση της ζωής του προκειμένου να πείσει τον υποψήφιο σωτήρα του Νεοπτόλεμο και να καταραστεί τον «σσσιχαμένο» εχθρό του Οδυσσέα;
Ο Αιμίλιος Χειλάκης καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες και προσφέρει μερικές καλές στιγμές, δυσκολευόμαστε όμως να πιστέψουμε ότι έχουμε μπροστά μας έναν άβγαλτο νέο που παλεύει με τις επιρροές του. Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης αποδεικνύεται πειστικός Οδυσσέας, δαιμόνιος υπερασπιστής της «ανάγκης» ή του κοινού συμφέροντος αλλά και θρασύδειλος που τρέχει πρώτος να κρυφτεί από τα βέλη του οργισμένου Φιλοκτήτη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ