Το Συμβούλιο Επικρατείας – μέσω της «Επιτροπής Αναστολών» – απαγόρευσε προσωρινά (μέχρι την εκπνοή του 2014) τη λειτουργία των καταστημάτων τις Κυριακές , πιθανολογώντας προφανώς τη βλάβη που θα υποστούν οι προσφεύγουσες ενώσεις εμπόρων από ένα τέτοιο κυριακάτικο άνοιγμα.

Το ίδιο περίπου είχε γίνει στη Γερμανία το 2003, όταν μέσα από μια περίεργη και ακατανόητη ιδεολογική συμμαχία εργατικών συνδικάτων και Εκκλησίας είχε εμποδιστεί μια παρόμοια επιλογή της γερμανικής κυβέρνησης.

Δεν θα ήθελα να «κατηγοριοποιήσω» τις δύο πλευρές με τη λογική των ιδεολογικών στρατοπέδων και όσοι μεν συνηγορούν υπέρ του ανοίγματος να χαρακτηριστούν ως « εκσυγχρονιστές» , οι δε ενάντιοι ως «συντηρητικοί» ( και φανατικοί λάτρεις της παράδοσης).

Γιατί; Γιατί το ζήτημα αυτό είναι λίγο πιο σύνθετο και κανείς δεν γνωρίζει, αν στο πλαίσιο μιας καθημαγμένης οικονομίας θα αυξηθεί ο τζίρος των καταστημάτων – αφού η αγοραστική δύναμη είναι εξατμισμένη, λόγω της βάρβαρης περικοπής των μισθών – και κανείς δεν ξέρει επίσης αν θα μειωθεί και η απίστευτη ανεργία ( μέσω της πρόσληψης επιπρόσθετου προσωπικού τις Κυριακές, πράγμα που είχε γίνει παλιότερα στην Αγγλία).

Όμως θα ήθελα να σχολιάσω το μέρος της παραπάνω απόφασης που αφορά την πιθανή βλάβη των υπαλλήλων από το κυριακάτικο άνοιγμα, λόγω της υπονόμευσης του δικαιώματος « του ελεύθερου χρόνου και της απόλαυσης από κοινού με την οικογένεια τους της κοινής αργίας της Κυριακής και της άσκησης των θρησκευτικών καθηκόντων από κοινού» !

Το μέρος τούτο της συγκεκριμένης απόφασης είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο και προβληματικό, γιατί το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο της χώρας μας ρυθμίζει κοινωνικά – και θα έλεγα και υπαρξιακά- ζητήματα και σφετερίζεται σε μεγάλο βαθμό το κλασσικό έργο της δημοκρατικής

πολιτικής ( ή άλλως της νομοθετικής εξουσίας, «Brown Wendy , Που πηγαίνει η δημοκρατία, 2013»).

Τι εννοώ; Οι ανώτατοι δικαστές περίπου υπαγορεύουν στους πολίτες αυτής της χώρας ότι το θρησκευτικό συναίσθημα βιώνεται μόνο με την παρακολούθηση των εκκλησιαστικών λειτουργιών ( τις Κυριακές) .

Όμως αυτό συνιστά μια εντελώς αυθαίρετη παραδοχή, αφού πολλές σύγχρονες αναλύσεις συγκλίνουν στο κοινωνιολογικό συμπέρασμα «ότι στις περισσότερες Ευρωπαικές χώρες η συμμετοχή στις δημόσιες πράξεις λατρείας έχει μειωθεί στο ελάχιστο. Αυτό δεν σημαίνει, βεβαίως, ότι μειώνεται η πίστη στο θεό, αλλά απλώς ότι τίθεται σε αμφισβήτηση η συμμετοχή στους τυπικούς οργανισμούς που αντιπροσωπεύουν την επίσημη θρησκεία» («Colin Crouch, Η ήσυχη ήπειρος : θρησκεία και πολιτκή στην Ευρώπη»).

Όμως το πιο σημαντικό μέγεθος είναι ότι τα ζητήματα τούτα δεν ρυθμίζονται ούτε οριοθετούνται από τη δικαστική εξουσία σε μια δυτική δημοκρατία ( και ίσως δεν είναι και ζητήματα τα οποία είναι δυνατό να ρυθμίζει και η πολιτική εξουσία, γιατί τότε δεν θα διαφέραμε σε τίποτε από τα ολοκληρωτικά ισλαμιστικά πολιτεύματα που καθοδηγούν τα πάντα στη ζωή των ατόμων).

Και τα ίδια ισχύουν και για την πιθανή βλάβη ( σύμφωνα με το Συμβούλιο της Επικρατείας) που θα υποστούν οι υπάλληλοι από το κυριακάτικο άνοιγμα των καταστημάτων, λόγω της υπονόμευσης του υπαρξιακού μεγέθους που λέγεται «ελεύθερος χρόνος»!

Υπενθυμίζω απλώς ότι ο «ελεύθερος χρόνος» ήταν το προσφιλές ζήτημα του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα, αλλά και του Κάρολου Μαρξ ( που είχε κάνει λόγο για το χρόνο μέσα στον οποίο αναπτύσσεται η ατομικότητα των ανθρώπων και δεν τον είχε ταυτίσει απλουστευτικά με μια συγκεκριμένη μέρα) .

Το συμπέρασμα; Το Συμβούλιο της Επικρατείας δεν μπορεί να παρεμβαίνει ούτε σε ζητήματα που άπτονται της νομοθετικής εξουσίας, ούτε να ρυθμίζει υπαρξιακά και κοσμοθεωρητικά ζητήματα τα οποία αφορούν την αυτονομία των ατόμων!

Και αυτό πρέπει να το προσέξουν οι δικαστές, γιατί διαφορετικά τα πράγματα γίνονται πολύ επικίνδυνα!

* Ο Καλφέλης Γρηγόρης είναι καθηγητής της Νομικής Σχολής στο ΑΠΘ – kalfelis@law.auth.gr