Τα παιδιά του ζευγαριού που είχε νοικιάσει το διπλανό δωμάτιο στο ξενοδοχείο, στο νησί, είχαν βρει ένα πολύ ωραίο παιχνίδι για να ξεκινάνε την ημέρα τους: Κάθε πρωί, γύρω στις 8.30, έβγαιναν στην αυλή και τρόμαζαν τις γάτες χτυπώντας με δύναμη τα ξύλινα παραθυρόφυλλα του δωματίου όπου κοιμούνταν οι φίλοι μου. Οι οποίοι πετάγονταν πανικόβλητοι από τον ύπνο τους και ξεκινούσαν τη δική τους ημέρα με εκνευρισμό και κακή διάθεση. Εγινε μία, έγινε δύο, την τρίτη φορά έπιασαν τους γονείς των δύο τεράτων και τους παραπονέθηκαν. «Αντί να ψάχνετε αιτία για καβγά, δεν κάνετε κανένα παιδάκι για να χαλαρώσετε;» τους ειρωνεύτηκε ο μπαμπάς της οικογένειας.
Μου διηγήθηκαν το περιστατικό την ίδια, πάνω-κάτω, περίοδο που δημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» μια ενδιαφέρουσα μαρτυρία-σχόλιο του Δημήτρη Ρηγόπουλου για τα ξενοδοχεία όπου απαγορεύεται να καταλύσουν οικογένειες με παιδιά. Με προσοχή και με ευγένεια ο συνάδελφος αναφερόταν στον τρόπο με τον οποίο ανατρέφουν (και) οι Ελληνες τα (συχνά υπέρ το δέον θορυβώδη) παιδιά τους και συμπέραινε ότι όσο «πολλοί έλληνες γονείς αφήνουν τα βλαστάρια τους εντελώς ανεξέλεγκτα, τόσο ξενοδοχεία με νέου τύπου πρωινό και new age μουσική θα βρίσκουν τις πιο χαριτωμένες προφάσεις για να πουν όχι σε «οικογένειες με παιδιά κάτω των 12 ετών»».
Τα σχόλια των αναγνωστών ήταν για άλλη μια φορά ενδεικτικά της εθνικής μας αφασίας, αγένειας, αλλά και χυδαιότητας. Μόνο Ηρώδη δεν τον χαρακτήριζαν ορισμένοι επειδή τόλμησε να γράψει ότι, αν και όταν επέλεξε το συγκεκριμένο ξενοδοχείο δεν γνώριζε πως η πολιτική του απαγόρευε τα παιδιά, τελικά δεν του κακοφάνηκε που πέρασε μερικές ήσυχες ημέρες, μακριά από θορυβώδεις οικογένειες. Αυτές οι αντιδράσεις, η περιπέτεια των φίλων μου, οι δικές μου συναντήσεις με οικογένειες Ελληναράδων μετά τέκνων, με έβαλαν σε σκέψεις. Τότε ήρθε και το παράπονο φίλης που με το τέλος των διακοπών επέστρεψε από το χωριό της: «Ολοι με κοιτούσαν με λύπη που δεν έκανα παιδιά. Θεωρούμαι η αποτυχημένη της οικογένειας, χωρίς πλάκα».
Ετσι, ως θλιβερή περίπτωση, αντιμετωπίζεται συχνά ο άτεκνος στη χώρα μας. Σε μια κοινωνία σε μεγάλο βαθμό ρατσιστική, με εκείνους που δεν θέλησαν «να ολοκληρώσουν την ευτυχία τους» (;) κάνοντας παιδιά. Που απαξιώνει και ενίοτε λοιδορεί όσους βρήκαν την ευτυχία τους κάπου αλλού, μακριά από τις ασφυκτικές (για τις δικές τους αντοχές, τη δική τους κοσμοθεωρία) δομές της παραδοσιακής ελληνικής οικογένειας. Μπετοναρισμένες αντιλήψεις περί κοινωνικής ορθότητας: Στην Ελλάδα του 2014 η άτεκνη και ο άτεκνος (αναφέρομαι σε εκείνους που το επέλεξαν, όχι σε όσους ήθελαν να αποκτήσουν παιδιά, αλλά δεν μπόρεσαν) θεωρούνται στην καλύτερη περίπτωση άτυχοι, γιατί «δεν μπορούν να καταλάβουν πώς νιώθεις που κοιμάται στην αγκαλιά σου αυτό το πλασματάκι», και στη χειρότερη μισάνθρωποι.
Εχω ακούσει και εγώ το τσιτάτο «δεν ξέρεις τι χάνεις που δεν έκανες παιδί». Με κοιτάζουν με ακόμη μεγαλύτερο οίκτο όταν απαντώ: «Δεν ξέρετε τι χάνετε που κάνατε παιδί!». Το λέω, βεβαίως, με χιουμοριστική-προβοκατόρικη διάθεση (προτού βγουν τα μαχαίρια, να ξεκαθαρίσω ότι το πρόβλημά μου δεν είναι τα παιδιά, είναι οι γονείς που ανατρέφουν κακομαθημένα παιδιά), δεν κρύβω όμως ότι χαίρομαι για όσα μπορώ να απολαμβάνω απαλλαγμένος από τις υποχρεώσεις μιας οικογένειας. Αυτό ήθελα στη ζωή μου, αυτό έκανα και είμαι ευτυχής. Οπως χαίρομαι βλέποντας φίλους να πραγματοποιούν το δικό τους όνειρο και να δημιουργούν οικογένεια.
Θλίβομαι, όμως, όταν αυτοί οι φίλοι, άνθρωποι της δικής μου γενιάς, με τους οποίους κάποτε μιλούσαμε την ίδια γλώσσα και τους θεωρούσα πιο ανοιχτόμυαλους από τους παλιότερους (και τελικά αποδεικνύονται πολύ πιο συντηρητικοί), με λυπούνται που δεν… ολοκληρώθηκα όπως εκείνοι. Αν και με μένα είναι κάπως πιο επιεικείς, επειδή είμαι άνδρας, οπότε παραδοσιακά «το κέφι μου θα κάνω», ενώ αν είσαι γυναίκα και δεν επιθυμείς παιδί (εντός γάμου, γιατί θέλουμε οπωσδήποτε και την ευλογία της Εκκλησίας), τότε σίγουρα έχεις μεγάλο θέμα. Το δε μέλλον της, το μέλλον μας, προδιαγεγραμμένο, στη φαντασία των… άλλων, των σωστών: μοναξιά, θλιβερά γεράματα «αφού δεν θα έχεις έναν άνθρωπο να σου δίνει ένα ποτήρι νερό» (λες και με τα δικά τους παιδιά έχουν υπογράψει «Συμβόλαιο υποχρεωτικής γηροκόμησης»), μια ζωή χωρίς συνέχεια (αυτό, που το παιδί θεωρείται συνέχεια του γονιού του, πάντα μου ακουγόταν σαν θρίλερ) και άσ’ τα να πάνε. Με αυτά τα μυαλά πορεύεται εν πολλοίς η σύγχρονη (;) Ελλάδα. Και καλούς απογόνους!

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 7 Σεπτεμβρίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ