Ο Τόνι Χόργουιτς, ένας γνωστός αμερικανός δημοσιογράφος της ερευνητικής δημοσιογραφίας, διεκτραγωδεί, σε πρόσφατο άρθρο του στην εφημερίδα International New York Times, την περιπέτειά του να εκδώσει απευθείας σε ηλεκτρονική μορφή το καινούργιο βιβλίο του. Η τελευταία παράγραφος του άρθρου του είναι αποκαλυπτική: «Τώρα σχεδιάζω το επόμενο βιβλίο μου. Δεν ξέρω ακόμη ποιο θα είναι το θέμα του. Αλλά ξέρω τη μορφή του: δεμένο, με εξώφυλλο και οπισθόφυλλο, ένα βιβλίο που να μπορώ να το βάλω στο ράφι και να το κοιτάζω για πάντα» («I was a digital best seller!», INYT, 23 Ιουνίου 2014).
Το φθινόπωρο του 2013 ένας νέος αυστραλιανός online εκδοτικός οίκος, ο The Global Mail, ζήτησε από τον Χόργουιτς να γράψει ένα βιβλίο ερευνητικής δημοσιογραφίας με θέμα τον αγωγό Keystone XL που θα μετέφερε πετρέλαιο από την Αλμπέρτα του Καναδά στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο δημοσιογράφος συμφώνησε με τους όρους και, ύστερα από έρευνα, έγραψε στη διάρκεια του χειμώνα ένα βιβλίο 40.000 λέξεων. Τίτλος του, Boom. Στο μεταξύ ο αυστραλιανός εκδοτικός οίκος διαπραγματευόταν με τον αμερικανικό, επίσης ψηφιακό, οίκο Byliner τη συνέκδοση. Προτού γίνει όμως η όποια συμφωνία οι Αυστραλιανοί ειδοποίησαν τον συγγραφέα ότι ο χρηματοδότης τους αποφάσισε να διακόψει τη χρηματοδότηση βιβλίων ερευνητικής δημοσιογραφίας.

Στα κρύα του λουτρού ο Χόργουιτς προσπάθησε μέσω ατζέντη να κλείσει μια συμφωνία με τον Byliner, πράγμα που έγινε αλλά με πολύ δυσμενείς οικονομικούς όρους. Μόλις 36 ώρες μετά την υπογραφή της συμφωνίας το βιβλίο κυκλοφόρησε στον αέρα του Διαδικτύου. Η προώθησή του ήταν ανύπαρκτη, μόλις μερικά tweets. Λίγο καιρό μετά, προς μεγάλη έκπληξη του συγγραφέα, το βιβλίο βρέθηκε στο Νο 1 των πωλήσεων του Kindle στην κατηγορία της μη μυθοπλασίας.Ηταν ψηφιακό μπεστ σέλερ. Χαρούμενος ο Χόργουιτς ρώτησε να μάθει τι σήμαινε η πρώτη θέση: τελικά μόνο 700-800 ηλεκτρονικά αντίτυπα στην τιμή των 2,99 δολαρίων το ένα. Επειτα το βιβλίο εξαφανίστηκε. «Κέρδισα ελάχιστα χρήματα κι ακόμη λιγότερους αναγνώστες» γράφει στο άρθρο του.

Ο Τόνι Χόργουιτς περιέγραψε την εμπειρία του αυτή όχι ως μια προσωπική απογοήτευση αλλά γιατί, όπως γράφει, εικονογραφεί τη «φάρσα» (farce) των νέων μέσων και της τεχνολογίας που παρουσιάζεται συχνά ως το φωτεινό μέλλον για συγγραφείς και αναγνώστες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ