Ο τίτλος (αφελής ανάμνηση από τη σχολική Αριθμητική) παραπέμπει σε ομόλογη ποιητική μέθοδο, που την εφάρμοσε και την υπερασπίστηκε ιδιοφυώς ο Κ. Π. Καβάφης, καθιερώνοντας στα νεοελληνικά μας γράμματα τον δίδυμο τύπο του ποιητή-αναγνώστη και του αναγνώστη-ποιητή. Οπου γραφή και ανάγνωση εναλλάσσονται και συνάμα συναλλάσσονται με την αρχή της αμοιβαιότητας: η ανάγνωση συνάμα γράφει και η γραφή διαβάζει.

Αφήνοντας συχνά περιθώριο για μια τρίτη «φωνή», η οποία παρεμβαίνει ενδιαμέσως, μεταφράζοντας υπονοούμενα που προκύπτουν από τη συμβολή γραφής και ανάγνωσης. Μοντέλο υποδειγματικής εφαρμογής της ευρηματικής αυτής ποιητικής μεθόδου αποτελεί το άριστο καβαφικό ποίημα «Εν τω μηνί Αθύρ», που επισφράγισε πρόσφατα το απολίτιστο μονοτονικό της 15ης Ιουνίου.

Η προκείμενη μέθοδος των τριών ασκείται εμφανέστερα τόσο στα αρχαιόθεμα και αρχαιόμυθα ποιήματα του Καβάφη (τέσσερα ιλιαδικά, δύο οδυσσειακά, δύο αισχυλικά και δύο σοφόκλεια) όσο και στα ιστορικά (γνήσια και πεποιημένα). Πέρασαν κάμποσα χρόνια (πάνω από είκοσι), αφότου (επιμένοντας στα αρχαιολογικά πονήματα του Αλεξανδρινού) δοκίμασα να διακρίνω τρεις τύπους ανταπόκρισης ανάμεσα στο καβαφικό «αντίτυπο» και στο παραπεμπτικό κάθε φορά «πρότυπο». Εχοντας υπόψη και άλλους εξέχοντες ποιητές μας, αρχίζοντας από τον Σολωμό, σταθμεύοντας στον Σεφέρη και καταλήγοντας στον Ρίτσο, στον Σινόπουλο και στον Σαχτούρη.
Στην πρώιμη εκείνη απόφαση του 1991 οι τρεις αυτοί τύποι επονομάστηκαν: ταυτοσημία, αμφισημία και ετεροσημία. Η ταυτοσημία χρεώθηκε τότε υποδειγματικά στον Σολωμό, η ετεροσημία στον Καβάφη, η αμφισημία στον Σεφέρη. Στον βαθμό που η προκείμενη τριπλή ονομασία παραπέμπει στην περιοχή της γλωσσολογικής σημασίας, αυτονόητη είναι η διάκρισή της σε σημαίνοντα και σημαινόμενα στοιχεία του λόγου. Τα οποία, στην περίπτωση της ποιητικής εφαρμογής τους, άλλοτε και αλλού ταυτίζονται (εκδοχή ταυτοσημίας), άλλοτε και αλλού βρίσκονται σε λανθάνουσα ανταπόκριση (εκδοχή αμφισημίας), άλλοτε και αλλού ευνοούν το ανατρεπτικό διαζύγιό τους (εκδοχή ετεροσημίας). Στον Καβάφη ωστόσο, μολονότι σαφώς προέχει και εξέχει η μέθοδος της ετεροσημίας, η προβολή και η επιβολή της στο εσωτερικό κάθε ποιήματος περνά κατά κανόνα μέσα από τις συμπληγάδες της ταυτοσημίας και της αμφισημίας.
Για να μη μιλάμε όμως στον αέρα, αναφέρονται δύο χαρακτηριστικά παραδείγματα: πρώιμο, λιγότερο γνωστό και υποτιμημένο το ένα, όψιμο, πασίγνωστο και υπερτιμημένο το άλλο. Ο λόγος για τη «Δευτέρα Οδύσσεια» και την «Ιθάκη», που εύλογα θεωρούνται συγγενικά ποιήματα, όταν δεν χαρακτηρίζονται ομόθεμα. Πρόκειται πάντως για ορόσημα γενικότερης σημασίας, παραπέμποντας στην αφετηρία και στο τέρμα της αρχαιολογικής επίδοσης του Καβάφη: η «Δευτέρα Οδύσσεια» συντάσσεται το 1894 αλλά παραμένει «ανέκδοτη», ενώ η «Ιθάκη» επικυρώνεται το 1910 και δημοσιεύεται το 1911.
Σύγκριση των δύο ποιημάτων, συνταγμένη το 1997, περιέχεται στο βιβλιάριο Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ, Μελετήματα, (εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ, 2007, σ. 123-135). Εδώ πάντως για πρώτη φορά διαπιστώνεται η παραδειγματκή σύνταξη των δύο ποιημάτων με τη «μέθοδο των τριών», στον βαθμό που η ανατρεπτική ετεροσημία κυριαρχεί στην έξοδο του ποιήματος, έχοντας προσπεράσει την προηγούμενη ταυτοσημία και την ενδιάμεση αμφισημία.
Αρχίζω με την παρεξηγημένη συνήθως «Ιθάκη», επειδή στην περίπτωσή της η τριαδική κλίμακα «ταυτοσημία-αμφισημία-ετεροσημία» αναγνωρίζεται διά γυμνού οφθαλμού. Προηγείται η εφαρμογή της ταυτοσημίας, εξισώνοντας (στον τίτλο και στους τρεις πρώτους στίχους του ποιήματος) την πρότυπη οδυσσειακή Ιθάκη με την αντίτυπη Καβαφική. Αντίθετα στην ετερόσημη έξοδο του καβαφικού ποιήματος (στ. 24-36) η παραδοσιακή Ιθάκη (μολονότι ακούγεται συνολικά πέντε φορές) προοδευτικά ειδωλοποιείται και εντέλει αναιρείται με τη μέθοδο του πολλαπλασιασμού. Τι απομένει;
Η πολύστιχη αμφισημία του ενδιάμεσου καβαφικού δρόμου με τις απρόβλεπτες περιπέτειές του, την πολύτροπη γνώση του και τις εκλεκτικές του ηδονές. Εξημερώνοντας τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες, κατευνάζοντας τον θυμωμένο Ποσειδώνα, ελέγχοντας τη φθορά του χρόνου και την επέλαση των γηρατειών.
Συμπέρασμα − κάπως σχηματικό: η καβαφική ετεροσημία στην προκειμένη περίπτωση επιβάλλει το κύρος της, παρακάμπτοντας καθ’ οδόν την ταυτοσημία με τη συνδρομή της αμφισημίας. Μέδοθος που συστήνει γενικότερα την πορεία και την εξέλιξη της καβαφικής ποιητικής. Υπολείπεται να δούμε την άλλη Κυριακή τι συμβαίνει στην πρώιμη «Δευτέρα Οδύσσεια» που (αδίκως κατά τη γνώμη μου) εκλαμβάνεται συνήθως ως αδέξιο πρόπλασμα της «Ιθάκης».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ