Παραλία χρυσή, παραδομένη στον ήλιο. Αμμουδιά πολλών χιλιομέτρων με νερά γαλανά, το σημείο όπου μια μεγάλη πόλη συναντά τη Μεσόγειο και ξεπλένει στη δροσιά της τις εντάσεις της. Χαρά Θεού. Ελαφρύ αεράκι, το πηγαινέλα των γλάρων, άνθρωποι ξαπλωμένοι στις πετσέτες τους, άλλοι με τα βιβλία τους στο χέρι, άλλοι να μιλούν με τους διπλανούς τους, άλλοι παραδομένοι στον σύντομο ύπνο που επιτάσσει η παρά θίν’ αλός χαλάρωση. Νέοι με ποδήλατα και με πατίνια τρέχουν στα ειδικά διαμορφωμένα δρομάκια. Κάποιοι κάνουν τζόγκινγκ, μερικοί (κάτι σαν) παραπέντε, με τα αλεξίπτωτά τους να προσθέτουν κόκκινες, κίτρινες και πράσινες πινελιές στο ουράνιο γαλάζιο. Οσοι ευτύχησαν να ζουν σε μια τόσο προνομιούχα γειτονιά έχουν βγάλει βόλτα τα εξίσου ευτυχισμένα σκυλάκια τους. Παγωτά, γρανίτες, αναψυκτικά, τεράστια σάντουιτς. Μουσικές από τα ραδιόφωνα, γέλια από τις παιδικές χαρές, πόζες για φωτογραφίες.
Κάθομαι κι εγώ στην άμμο. Παρατηρώ όλον αυτόν τον κόσμο, χαίρομαι που είμαι μέρος ενός κάδρου γεμάτου ανάταση και ανεμελιά. Η ώρα περνά, το ηλιοβασίλεμα προσθέτει επιπλέον ομορφιά στον καμβά, τα παιδιά φεύγουν και τα ζευγαράκια παίρνουν τη θέση τους για να περπατήσουν κάτω από τα άστρα. Επαρκώς ξεροψημένοι κατευθυνόμαστε προς το πιο κοντινό εστιατόριο για να τσιμπήσουμε κάτι ελαφρύ προτού αποσυρθούμε στο ξενοδοχείο. Τακτοποιούμαστε στο τραπέζι μας όταν το μάτι μου πιάνει ένα αγόρι και ένα κορίτσι που στέκονται έξω από τη γυάλινη πόρτα και διαβάζουν το αναρτημένο μενού. Ομορφα παιδιά, ειδικά η κοπέλα. Κρατάει σφιχτά το μπράτσο του φίλου της, είναι εμφανώς ερωτευμένη. Εκείνος τη σφίγγει στην αγκαλιά του. Με το άλλο χέρι του σφίγγει ένα όπλο. Κάτι σαν τα G3Α3 που είχαμε στον στρατό, στο πολύ πιο προηγμένο του. Από το παντελόνι παραλλαγής που φοράει υποθέτω ότι πρέπει να είναι στρατιώτης.
Το ζευγάρι μπαίνει στο εστιατόριο. Η σερβιτόρα τούς καθίζει κοντά μας. Το αγόρι ακουμπάει το όπλο πάνω στο τραπέζι με την κάννη του να κοιτάζει προς το μέρος μας. «Μόλις μου κόπηκε η όρεξη» λέει ο συνταξιδιώτης μου. «Ελπίζω να το έχει ασφαλισμένο» σχολιάζω εγώ, ενώ ήδη φαντάζομαι τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, για τους δύο τραγικούς τουρίστες που βρήκαν τον θάνατο τρώγοντας φαλάφελ και χούμους όταν εκπυρσοκρότησε το τυφέκιο φαντάρου που έτρωγε δίπλα τους. «»Τα τελευταία φαλάφελ της ζωής τους» ή «Το χούμους της φρίκης», ποιον τίτλο προτιμάς για τη νεκρολογία μας;» ρώτησα τον φίλο μου. Ομως, εκτός από την όρεξη για φαγητό, του είχε κοπεί (δικαίως) και η διάθεση για χιούμορ.
Στο μεταξύ, ο οπλοφόρος νεαρός είχε πάει στην τουαλέτα, όταν η σερβιτόρα πλησίασε το τραπέζι του με τα πρώτα πιάτα στο χέρι. Η κοπέλα άρπαξε με άνεση το τουφέκι από την κάννη για να της κάνει χώρο και το ακούμπησε στην άλλη πλευρά του τραπεζιού. «Στοχεύοντας» αυτή τη φορά δύο ηλικιωμένες κυρίες που απολάμβαναν το επιδόρπιό τους. Δεν φάνηκαν να ενοχλούνται, συνηθισμένες ως φαίνεται σε extreme καταστάσεις. Εμείς κατεβάσαμε τα φαλάφελ αμάσητα, πληρώσαμε και βγήκαμε ανακουφισμένοι έξω.
Οι δρόμοι του Τελ Αβίβ με τον ερχομό της νύχτας είχαν δροσίσει. Σε ορισμένα σημεία μύριζαν λουλούδια. Παντού κόσμος, στα μπαρ, στα εστιατόρια, στις πλατείες. Ολα θα φάνταζαν ιδανικά αν δεν είχε προηγηθεί το περιστατικό στο εστιατόριο. Και αν δεν παρατηρούσα, με τα διαρκώς σε… ετοιμότητα μάτια μου που σαν τα μάτια της μύγας κατοπτεύουν τα πάντα γύρω μου, την κάννη ενός πιστολιού να διαγράφεται στην πίσω τσέπη του παντελονιού ενός καλοντυμένου και αρωματισμένου κυρίου που περπατούσε μπροστά μας κρατώντας από το χέρι ένα μικρό αγόρι.

Αισθάνθηκα εκείνο το βράδυ ότι μια εκ πρώτης όψεως ιδανική κοινωνία –μια Wisteria Lane (για όσους έβλεπαν «Νοικοκυρές σε απόγνωση») της Μέσης Ανατολής –μου αποκάλυψε το σκοτεινό, αποτρόπαιο πρόσωπό της.

Αναρωτιέμαι τώρα που διαβάζω για τις δραματικές εξελίξεις στη Γάζα τι να κάνει, πού να βρίσκεται, τι να σκέπτεται, τι να ονειρεύεται, τι να περιμένει από τη ζωή του εκείνο το τόσο νέο παιδί που του έδωσαν ένα τουφέκι και το ξαμόλησαν στους δρόμους. Αναρωτιέμαι αν ο κύριος που συναντήσαμε έχει ακόμη το δικό του πιστόλι «ξεχασμένο» στην τσέπη του ή αν στο μεταξύ το έβγαλε, το απασφάλισε, στόχευσε και πυροβόλησε. Αναρωτιέμαι και τι ζωή να περιμένει το παιδάκι (το παιδί του;) που κρατούσε από το χέρι.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 27 Ιουλίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ