Μεταπολίτευση για μένα ήταν η μουσική του Θεοδωράκη που μπορούσαμε πια να την ακούμε δυνατά, καθώς και η πελώρια μορφή του που χοροπηδούσε στην εξέδρα. Μεταπολίτευση, η μορφή του Ξενάκη, η χαρακωμένη βαθιά στο μάγουλο, όταν τον πρωτοείδα από απόσταση στην πλατεία Συντάγματος (συγκέντρωση της «Ενωμένης Αριστεράς») και μου εξήγησαν πώς είχε προκύψει η πληγή. Μεταπολίτευση ήταν η πορεία για το Πολυτεχνείο, αυτή η τεράστια ανθρώπινη κίνηση, όπου βρέθηκα να συμμετέχω χωρίς ακριβώς να ξέρω τι είχε συμβεί.
Τον Ιούλιο του 1974 ήμουν ετών δεκατρία και κάτι.
Μεταπολίτευση ήταν ότι δεν χρειαζόταν πια να γράφω στην καθαρεύουσα τις σχολικές εκθέσεις, ότι μπορούσα να εξεγείρομαι εναντίον των «οικοκυρικών», ότι μπήκα στον Δαναό θρασύτατα και παρακολούθησα τον Θίασο μόνη μου μέσα σε ένα πλήθος νεολαίους με μαλλιά και μούσια, ότι φορούσα χακί αμπέχονο στο σχολείο και κρατούσα χακί τσάντα. Εννοείται ότι τραγουδούσα και αντάρτικα.
Μεταπολίτευση ήταν τα «πηγαδάκια» όπου έπρεπε να παρουσιάζεσαι καταρτισμένος και εύστροφος (όχι ότι τα κατάφερνα), οι πολύωρες συνεδριάσεις, τα «διαμαθητικά» και τα πάρτι όπου το φλερτ γινόταν μέσα από τσιτάτα του Μαρξ και του Λένιν. (Αλίμονο αν δεν έπαιζες στα δάχτυλα τη «βάση» και το «εποικοδόμημα», τις «παραγωγικές δυνάμεις» και τις «παραγωγικές σχέσεις».) Μεταπολίτευση ήταν η φυσαρμόνικα του Λεωνίδα Κύρκου και ο Υμνος στη χαρά.
Μεταπολίτευση για μένα ήταν ότι εντάχθηκα στη νεολαία της ανανεωτικής Αριστεράς, το πιο μεγάλο –για μένα πάντα –σχολείο, όπου θεωρώ ότι έμαθα: την ομαδική δουλειά, τον σεβασμό του άλλου, τη δημοκρατική συμπεριφορά, το να μην είμαι σνομπ, το να αποτάσσομαι τη βία, το να προσπαθώ να σκεφτώ πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι οργανωμένη η ζωή, από την καθημερινότητα ως την κοινωνία και τον κόσμο ολόκληρο, το ότι σοφή στους σοφούς είναι η στάση ή, με άλλα λόγια, ότι ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Κι ακόμα: τη σημασία της συμμετοχής στους θεσμούς (όχι το: βγάζω την ουρά μου απ’ έξω και ασκώ κριτική), τη λογική της μεταρρύθμισης (οι θεσμοί αλλάζουν από τα μέσα), το ότι οι μηχανισμοί του κράτους δεν είναι άτρωτοι. Οπου έμαθα –είχα την τύχη να πέσω σε εξαιρετικούς δασκάλους –και την αξία της συνδιαλλαγής, των υποχωρήσεων, του συμβιβασμού: του ιστορικού και του καθημερινού. Του συμβιβασμού όχι ως ήττας αλλά ως μεθόδου να υπερβαίνει κανείς τα αδιέξοδα και να προχωρά προς τα μπρος.
Μεταπολίτευση είναι ακόμα για μένα ο αέρας της δημιουργικότητας, η κινητοποίηση του μυαλού για χάρη του συνόλου, η πεποίθηση ότι η ανθρώπινη θέληση μπορεί να μεταβάλει καταστάσεις∙ είναι το Ομπρός, βοηθάτε να σηκώσουμε τον ήλιο πάνω απ’ την Ελλάδα (πομπώδες, οπωσδήποτε, αλλά και ώθηση προς το «υψηλό»), η υποχρέωση της συμμετοχής.
Η Μεταπολίτευση μας έχει αφήσει και παθητικό: αυτό είναι αλήθεια, και το έχουν επισημάνει σε διάφορους τόνους πολλοί και διάφοροι. Η παντοδυναμία της νεολαίας, η τρομοκρατία του «προοδευτισμού» (όσο πιο αριστερά τόσο πιο έγκυρα), τα «κεκτημένα» από τα οποία δεν εννοούμε να το κουνήσουμε ρούπι, όσο κι αν άλλαξαν τα δεδομένα, μια υπεροψία της Αριστεράς, μια όχι μικρή ωραιοπάθεια. Εκείνη η «έκρηξη των προσδοκιών» που σημειώθηκε στη Μεταπολίτευση μετατράπηκε, εν μέρει τουλάχιστον, σε μια βουλιμία όλων εναντίον όλων.
Σαράντα χρόνια μετά, αφού δεν έχουμε πια τρελές ελπίδες και προσδοκίες, οφείλουμε να σκεφτούμε λογικά και να ξαναχτίσουμε το μισοκατεστραμμένο σπίτι μας πάνω σε νέες βάσεις. Η συναίνεση είναι μια προϋπόθεση. Νομίζω ότι πολλοί, ίσως οι περισσότεροι, έχουμε πια σιχαθεί την αντιπολίτευση για την αντιπολίτευση, τις κοκορομαχίες και τους «εσωτερικούς εμφυλίους». Από τη Μεταπολίτευση ας κρατήσουμε την ιδέα της δημοκρατίας, τη βούληση της αλλαγής και το πείσμα για την πραγματοποίησή της.
Η κυρία Αγγέλα Καστρινάκη είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και εξέδωσε πρόσφατα το βιβλίο Και βέβαια αλλάζει! Αφήγημα για τη Μεταπολίτευση (εκδόσεις Κίχλη, Ιούλιος 2014).

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ