Ένας αείμνηστος πολιτικός της σύγχρονης Ελλάδας είχε πει ότι οι Έλληνες θα γίνουν τα γκαρσόνια της Ευρώπης. Δεν πέρασαν πολλά χρόνια και βλέπουμε αυτό το φαινόμενο να εξελίσσεται σε όλη του την έκταση, ιδιαίτερα μετά που άρχισε η οικονομική κρίση να πλήττει την Ελλάδα.
Η μεσαία τάξη τα τελευταία χρόνια άρχισε να χάνει κυριολεκτικά την ισορροπία της για έναν και μοναδικό λόγο, την μείωση των εισοδημάτων των μισθωτών του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, αλλά και των συνταξιούχων, με αποτέλεσμα να μειωθεί η κατανάλωση στην αγορά, πράγμα που με την σειρά του έφερε το ντόμινο των κλειστών επιχειρήσεων με τους χιλιάδες ανέργους και ότι άλλο συνεπάγεται στην αγορά που το ζούμε καθημερινά γύρω μας, όπως ανεργία, ανέχεια, συσσίτια και πολλά άλλα δεινά.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθαν και έρχονται συνεχώς μία σειρά από επαχθείς φόρους που καλούνται να πληρώσουν όλοι, με αποτέλεσμα να συμβαίνει το απόλυτο χάος στις πληρωμές υπέρ του Δημοσίου. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχουν καταλογισθεί 30 δισεκατομμύρια φόροι, από τους οποίους οι περισσότεροι είναι απλήρωτοι.
Σήμερα τα ληξιπρόθεσμα χρέη είναι 67 δισεκατομμύρια και ο αριθμός των ληξιπρόθεσμων ανέρχεται στο 1,5 δις. ανά μήνα. Δηλαδή χρεώνουν τους πολίτες γενικότερα, χωρίς εκείνοι να μπορούν να ανταποκριθούν και το χειρότερο είναι ότι πάνω από 5.000 € (το αδίκημα) είναι ποινικό, με κίνδυνο να βρεθεί κανείς πίσω από τα σίδερα ανά πάσα στιγμή.
Το τι συμβαίνει με τις τράπεζες είναι δραματικότερο. Τα κόκκινα δάνεια έφτασαν τα 75 δισ. ευρώ επί συνόλου 220 δισ. ευρώ ιδιωτών και επιχειρήσεων και ο ρυθμός αύξησης τους στην περίπτωση αυτή είναι γεωμετρικός και ανεξέλεγκτος αν δε λάβουν μέτρα με άξονα επιμήκυνσης τα πενήντα χρόνια το λιγότερο.
Όλοι μιλούν για ρυθμίσεις χωρίς κεφαλαιακές συνέπειες για τις τράπεζες, αλλά δεν τις κάνουν και ο κάθε μήνας αλλάζει δραματικά το τοπίο, με τις ευθύνες να πνίγουν τους υπεύθυνους αυτής της κατάστασης, λόγω της πίεσης και δυστυχίας που προκαλούν στον Έλληνα νοικοκύρη.
Η κατάσταση που περιγράφεται παραπάνω, είναι μίας οργουελικής εποχής για την οικονομία, την οποία δυστυχώς την ζούμε με τον χειρότερο τρόπο.

Όμως παρόλα αυτά ο Έλληνας δε το βάζει κάτω. Επειδή το κράτος δεν αντιδρά γιατί δε του το επιτρέπουν οι δανειστές, αντιδρά το δαιμόνιο του Έλληνα που παλεύει να σταθεί στα πόδια του με κάθε τρόπο.
Με τα λίγα χρήματα που έχουν απομείνει στην αγορά, βλέπουμε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα να ανοίγονται επιχειρήσεις ελαφρού τύπου, όπως καφετέριες, σουβλατζίδικα, ψιλικατζίδικα.
Βέβαια, έχει τη λογική του. Επειδή οι χιλιάδες άνεργοι δεν κάθονται στα σπίτια τους, αλλά είναι έξω και κάπου πρέπει να περάσουν… την ώρα τους, αλλά όλα έχουν τα όρια τους και τις αντοχές τους σε κάθε επάγγελμα που παρατηρείται υπέρ επαγγελματισμός αρχίζουν τα προβλήματα, με αποτέλεσμα ένα νέο κύκλο κλειστών καταστημάτων και γενικότερα ένα φαύλο κύκλο που διευρύνεται συνεχώς.
Χαρακτηριστικά στην Ελλάδα έχουμε κατανάλωση καφέ σε ποσότητα, τόση όση θα είχε μία χώρα 40 εκατομμυρίων, πράγμα που δείχνει με σαφήνεια πόσο ανενεργός πληθυσμός υπάρχει αφενός μεν και αφετέρου η στροφή του επαγγελματισμού στο είδος αυτό, που προκλήθηκε από την ανάγκη του Έλληνα για απασχόληση και προσφορά υπηρεσιών.
Ας το δουν λοιπόν οι φωστήρες, που αποφασίζουν για το ντόμινο της ανεργίας και ας το σταματήσουν πριν είναι αργά, γιατί, όπως στη δημοκρατία έτσι και στην οικονομία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.

*Ο κ. Παναγιώτης Μπατσαρισάκης είναι Οικονομικός-Επιχειρηματικός Σύμβουλος –Αναλυτής