Η επίκληση της ανακύκλωσης ως της μόνης λύσης για όλα τα προβλήματα της διαχείρισης των απορριμμάτων είναι επιστημονικά εσφαλμένη. Είναι άλλο πράγμα να υποστηρίζεις βάσιμα ότι το μέλλον της διαχείρισης των απορριμμάτων βρίσκεται –παράλληλα με άλλες μορφές τελικής επεξεργασίας –στην ανακύκλωση και ανάκτηση των υλικών, στο κλείσιμο του κύκλου των προϊόντων, σε πρακτικές μείωσης και πρόληψης της παραγωγής αποβλήτων και άλλο να υποστηρίζεις ότι με πρακτικές ανακύκλωσης επιλύεται το πρόβλημα των απορριμμάτων, ιδιαίτερα στην Αττική.
Από πολλούς τίθεται το ερώτημα αν κάνουμε συστηματική ανακύκλωση και κομποστοποίηση προδιαλεγμένου οργανικού, μήπως δεν χρειαζόμαστε εγκαταστάσεις διαχείρισης απορριμμάτων και χώρους ταφής υπολειμμάτων.
Η απάντηση είναι ότι με τα περίπου δύο εκατομμύρια τόνους απορριμμάτων ανά έτος στην Αττική αποτελούν πολυτέλεια τα διλήμματα του είδους «μονάδες επεξεργασίας απορριμμάτων» ή «προγράμματα ανακύκλωσης». Χρειαζόμαστε μονάδες επεξεργασίας για να δώσουν άμεση λύση στα προβλήματα των Χώρων Υγειονομικής Ταφής (ΧΥΤ), για να λειτουργήσουν ως Χώροι Υγειονομικής Ταφής Υπολειμμάτων (ΧΥΤΥ) και να εξασφαλισθεί η λειτουργία τους για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Ας μην ξεχνάμε ότι όσες χώρες έχουν υψηλά ποσοστά ανακύκλωσης έχουν επίσης και πλήρεις υποδομές διαχείρισης αποβλήτων. Οπως σε όλες τις μητροπολιτικές περιοχές ευρωπαϊκών χωρών, Παρίσι, Λονδίνο, Στοκχόλμη, Βιέννη, Κοπεγχάγη, Βερολίνο, η λύση είναι ο συνδυασμός σύγχρονων μονάδων επεξεργασίας των απορριμμάτων με εκτεταμένα προγράμματα ανακύκλωσης. Τέτοιες λύσεις προωθούνται και στη χώρα μας.
Η υγειονομική ταφή αποβλήτων σε κατάλληλα διαμορφωμένους χώρους αποτελεί –σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και τη διεθνή πρακτική –την κύρια μέθοδο τελικής διάθεσης. Η ιεράρχηση της ολοκληρωμένης διαχείρισης των αποβλήτων περιλαμβάνει τα εξής στάδια: πρόληψη, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση, ανάκτηση και ασφαλή διάθεση.
Μετά από οποιαδήποτε επεξεργασία και αξιοποίηση των απορριμμάτων που προηγείται (ανακύκλωση, κομποστοποίηση, θερμική επεξεργασία), πάντα υπάρχουν υπολείμματα που πρέπει να οδηγούνται για ασφαλή περιβαλλοντικά διάθεση σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής (ΧΥΤ). Οι Χώροι Υγειονομικής Ταφής για την τελική διάθεση των αποβλήτων δεν απαγορεύονται από την ευρωπαϊκή νομοθεσία (οδηγία 99/31). Μάλιστα η Ευρωπαϊκή Ενωση χρηματοδοτεί, μέσω του Ταμείου Συνοχής, ΧΥΤ στο πλαίσιο ολοκληρωμένων προγραμμάτων διαχείρισης των απορριμμάτων.
Γιατί ΣΔΙΤ;



Το κόστος των εργοστασίων (κατασκευή και λειτουργία) ξεπερνά το 1,5 δισ. ευρώ. Από το ΕΣΠΑ διατίθενται περίπου 500 εκατομμύρια ευρώ. Τα υπόλοιπα θα αντληθούν από τον ιδιωτικό τομέα με τη διαδικασία της σύμπραξης. Αυτή είναι η μόνη εφικτή λύση, αφού δεν διατίθενται άλλοι δημόσιοι πόροι, ενώ ταυτόχρονα οι επενδύσεις θα βοηθήσουν την εθνική οικονομία να προχωρήσει στον δρόμο της ανάπτυξης και στη δημιουργία θέσεων εργασίας. Κριτήριο των διαγωνισμών είναι το χαμηλότερο κόστος για τον πολίτη με την αυτονόητη προϋπόθεση της τήρησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και αναμένεται να κινηθεί σε ανάλογα επίπεδα με τα σημερινά, γιατί θα προκύψουν προϊόντα που θα παράγουν έσοδα.
Δεν ιδιωτικοποιείται το σύστημα συλλογής



Αντίθετα με όσα αβάσιμα ακούγονται κατά καιρούς σε καμία περίπτωση δεν ιδιωτικοποιείται το σύστημα συλλογής και επεξεργασίας απορριμμάτων. Το σύστημα συλλογής αφορά τους δήμους και δεν έχει καμία σχέση με το σύστημα επεξεργασίας που αφορά τον οικείο ΦοΔΣΑ και για αυτόν τον λόγο γίνονται οι διαγωνισμοί για μονάδες επεξεργασίας απορριμμάτων. Οι εργαζόμενοι διατηρούν τις θέσεις εργασίας τους και τις αποδοχές τους. Δημιουργούνται νέες θέσεις εργασίας.
Μέσω μιας σύμβασης ΣΔΙΤ το Δημόσιο διατηρεί απολύτως τον ρόλο του ως κύριος του έργου, ενώ δεν ιδιωτικοποιείται η διαχείριση απορριμμάτων. Με άλλα λόγια ο πολίτης δεν θα πληρώνει αν δεν απολαμβάνει το επίπεδο των υπηρεσιών που έχουν προσδιοριστεί. Επομένως διασφαλίζεται ο δημόσιος χαρακτήρα και οι εργαζόμενοι διατηρούν τον ρόλο τους.
Το κόστος



Βασικός και αδιαπραγμάτευτος στόχος στο πλαίσιο κατασκευής των νέων υποδομών είναι η επίτευξη της οικονομικότερης λύσης που σέβεται το περιβάλλον και αξιοποιεί τη σύγχρονη γνώση στον τομέα αυτόν. Για τον σκοπό αυτόν αξιοποιούνται σημαντικοί πόροι του ΕΣΠΑ προκειμένου τα έργα να μην επιβαρύνουν τους πολίτες, ενώ στα τεύχη δημοπράτησης ρητά αναφέρεται ότι βασικό κριτήριο επιλογής του αναδόχου θα είναι το χαμηλότερο τέλος χρήσης που θα κληθεί να καταβάλλει ο δημότης, παράλληλα με την επίτευξη όλων των περιβαλλοντικών στόχων. Επιπλέον τα έσοδα που θα παράγονται από τη λειτουργία των μονάδων επεξεργασίας θα συμβάλουν στη μείωση του τέλους εισόδου.
Η διενέργεια των διαγωνισμών θα επιβάλει την πλήρη εφαρμογή όλων των ζητουμένων από κοινοτικές οδηγίες και εθνικούς νόμους για την επίτευξη περιβαλλοντικών στόχων διαχείρισης απορριμμάτων, χωρίς να προσδιορίζουμε τις τεχνολογίες που θα οδηγήσουν στην υλοποίηση αυτών των στόχων. Επομένως το Δημόσιο με πολύ καθαρό και διαφανή τρόπο δεν θα προσδιορίσει τη μία τεχνολογία έναντι της άλλης και θα αφήσει στον υγιή ανταγωνισμό την επιλογή η οποία θα επιτυγχάνει πλήρως τους επιδιωκόμενους στόχους με το μικρότερο δυνατό τίμημα για τον πολίτη. Σίγουρα όμως θα είναι μια λύση δοκιμασμένη εντός της ΕΕ.
Στην Αττική, η ανάγκη κατασκευής δύο μεγάλων μονάδων συνδυάζεται με τον όγκο των απορριμμάτων. Αποψή μου είναι ότι ο υφιστάμενος Περιφερειακός Σχεδιασμός Διαχείρισης Απορριμμάτων (ΠΕΣΔΑ) και ο ανταγωνιστικός διάλογος στο πλαίσιο των ΣΔΙΤ είναι αρκετά ευέλικτοι μηχανισμοί! Τίποτα δεν υποχρεώνει τους δημάρχους της Αττικής να πάνε σε τέσσερις μονάδες εάν έτσι κρίνουν. Οι δήμαρχοι αποφασίζουν. Οποιος έχει αντίθετη άποψη θα πρέπει άμεσα να την τεκμηριώσει με επιστημονικούς, τεχνικούς και περιβαλλοντικούς όρους, διαφορετικά κινδυνεύει να έχει στιγμιαία οφέλη δημιουργώντας μεγάλο πρόβλημα στην Αττική.
Ο κ. Δημήτρης Καλογερόπουλος είναι γενικός γραμματέας Συντονισμού Διαχείρισης Αποβλήτων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ