Να σταθούμε σε ένα αληθινό πρόβλημα της ανθρώπινης φύσης, την περιέργεια. Υπάρχουν άνθρωποι που ψοφάνε να μάθουν πού βρίσκεται «το πρόσωπο», το νόμιμο, το παράνομο, το ονειρικό. Η τεχνολογία ήρθε να δώσει τη λύση. Ο ενδιαφερόμενος κατεβάζει κάποιο κατασκοπευτικό προϊόν στον υπολογιστή και στέλνει κενό γραπτό μήνυμα στο κινητό του προσώπου. Λίγη ώρα αργότερα, θα βλέπει στην οθόνη όλη τη δραστηριότητα της ξένης συσκευής, όπου και αν βρίσκεται αυτή –μηνύματα, κλήσεις, φωτογραφίες. Με λίγο περισσότερα χρήματα μπορεί να ανοίγει την κάμερα του κινητού και να εποπτεύει τον χώρο όπου βρίσκεται η συσκευή ή να ακούει τους διαλόγους.
Το ζήτημα της εύκολης παρακολούθησης έφτασε στη Βουλή. Οχι, δεν ανησύχησε κανείς για τις σκηνές ζηλοτυπίας των ερωτευμένων ούτε για την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής. Το ζήτημα που έφτασε στη Βουλή, στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, δεν αφορά το εμπόριο λογισμικών αλλά την εισαγωγή μηχανημάτων που επιτρέπουν την παρακολούθηση. Μιλάμε για τα περίφημα «βαλιτσάκια» και για τα διαμορφωμένα φορτηγάκια, που διαθέτουν κάμερες και μικρόφωνα, θυμίζοντας αμερικανικές ταινίες που λατρέψαμε.
Ποιος, λοιπόν, παρακολουθεί ποιον –πέραν των νοσηρά ερωτευμένων; Επιχειρηματίες παρακολουθούν τους ανταγωνιστές τους (έτσι ακούστηκε). Δεν αποκλείεται, βεβαίως, η παρακολούθηση πολιτικών προσώπων, με εμπλοκές. Γιατί εάν εμπλέκεται το προσωπικό με το δημόσιο και υπάρχουν τεκμήρια ατασθαλιών, ο βουλευτής εύκολα γίνεται υποχείριο. Δεν ζούμε σε καμιά ελεύθερη κοινωνία για να γίνουν δηλώσεις επιπέδου «δεν σας αφορά η προσωπική μου ζωή». Η κατασκοπεία, λοιπόν, έχει ως δυνητικά θύματα τους πάντες, είτε έχουν έξυπνα κινητά είτε εμπλέκονται σε μεγάλες συμφωνίες ή έχουν δημόσιο αξίωμα.
Οι τηλεφωνικές συσκευές είναι το πιο χρήσιμο εργαλείο για τον κατάσκοπο και μάλιστα δίνουν τις πληροφορίες χωρίς να αφήνουν ίχνος. Το παραδέχονται και οι πάροχοι: «Τα δίκτυα κινητών επικοινωνιών δεν αντιλαμβάνονται αν παγιδεύεται το σήμα τους στον αέρα». Πρακτικά τίποτε δεν μπορεί να εμποδίσει εκείνον που αποφασίζει να παρακολουθήσει άλλον πολίτη. Η ιδέα του ελέγχου στην εισαγωγή τεχνολογικού εξοπλισμού σκοντάφτει στην πραγματικότητα: ο υπάλληλος του τελωνείου ή ο πωλητής σε κατάστημα ηλεκτρονικών πιθανώς να μη γνωρίζει τις δυνατότητες του εργαλείου (κάμερας, μικροφώνου, σε κάθε δυνατή μορφή). Επιπλέον, υπάρχουν πολλά δικαιολογητικά για την αγορά εξοπλισμού: «Θέλω να παρακολουθώ την μπέιμπι σίτερ», «είναι για να προστατεύομαι από τους διαρρήκτες» και άλλα τέτοια.
Βεβαίως, σε μια τέτοια συζήτηση στη Βουλή δεν μπορούν να λείψουν οι παρανοήσεις, με την Αριστερά να θυμάται την Ανατολική Γερμανία και την ταινία «Οι ζωές των άλλων». Η διάδοση των παρακολουθήσεων στο πεδίο της ιδιωτικής αγοράς γίνεται αφορμή για κριτική στις κρατικές παρακολουθήσεις. Και αυτές πολλαπλασιάστηκαν. Η αύξηση των παραγγελιών για άρση του απορρήτου φτάνει το 70%. Τα αιτήματα προέρχονται από την ΕΥΠ ή την Αντιτρομοκρατική και το ΣΔΟΕ.
Το συμπέρασμα από τη συζήτηση στην επιτροπή της Βουλής είναι ότι καθένας μπορεί να εισβάλει στον ζωτικό χώρο άλλων πολιτών, για ταπεινούς λόγους, από συμφέρον ή από υστεροβουλία. Δεν υπάρχει η τεχνογνωσία να εμποδιστεί αυτή η παραβίαση και κάθε νομοθετική πρωτοβουλία κρύβει κινδύνους. Τι να απαγορεύσουν; Την εισαγωγή οθονών με τις οποίες εξοπλίζονται τα βαν; Την πώληση καλωδίων; Μήπως να βρουν ένα πεδίο απαγόρευσης για την επικοινωνία; Αυτά θα καταλήξουν σε φιάσκο και είναι επικίνδυνα.
Η προστασία από τους κατασκόπους είναι, λοιπόν, ζήτημα ατομικής πρωτοβουλίας. Χωρίς να αναπτύξουμε σύνδρομο καταδίωξης, μπορούμε να έχουμε κατά νου τις αντιπροτάσεις στην παρακολούθηση. Αν για οποιονδήποτε λόγο θέλουμε να διασφαλίσουμε το απόρρητο μιας συνάντησης, κλείνουμε το κινητό και αφαιρούμε την μπαταρία. Αντίο κάμερα, αντίο κοριέ. Ακόμη καλύτερα, επιλέγουμε για συσκευή μια μπαγκατέλα, δίχως Internet και applications. Στο κάτω κάτω, καλοκαίρι είναι, μπορείτε να πετάξετε το κινητό στη θάλασσα. Και τότε θα διαπιστώσετε ότι στη διπλανή ξαπλώστρα κάθεται ένα ενδιαφέρον άτομο (ο Τζέιμς Μποντ ή το κορίτσι του –ανάλογα με τα γούστα).
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ