Φανταστείτε πως είστε σε ένα ερημονήσι. Εχετε δέκα στυλό, 20 μολύβια, 30 γυάλινα μπουκάλια με τα πώματά τους αλλά μόνο μία μουντζουρωμένη κόλλα χαρτί. Αν μπορέσετε να γράψετε επάνω στο χαρτί αυτό, θα αποκτήσετε μια κάποια ελπίδα να σας διασώσουν. Αλλά για να γίνει αυτό, θα πρέπει πρώτα να σβήσετε το περιεχόμενό του και να ξαναγράψετε επάνω στο χαρτί…
Μέσα στην εβδομάδα ο επικεφαλής του κλιμακίου του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την Ελλάδα, Πόουλ Τόμσεν, άνοιξε με πολύ επιτακτικό τρόπο τη συζήτηση για τις διαγραφές των επισφαλών δανείων των ελληνικών τραπεζών. Οπως είπε, το ποσοστό των δανείων που δεν εξυπηρετείται είναι πολύ υψηλό και ανέρχεται πάνω από το 40% του συνόλου των δανείων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που έχουν αναδιαρθρωθεί και τα οποία θεωρείται ότι έχουν πολύ υψηλό κίνδυνο να γίνουν και πάλι μη εξυπηρετούμενα. Σχεδόν ταυτόχρονα στο θέμα αναφέρθηκε και ο νέος υπουργός Οικονομικών Γκίκας Χαρδούβελης, ο οποίος τόνισε επί λέξει πως «τα προβληματικά δάνεια στις τράπεζες είναι πάρα πολλά».
Αν οι υπολογισμοί του ΔΝΤ ευσταθούν και το 40% των δανείων είναι «κόκκινα» ή θα καταστούν «κόκκινα», αυτό απλώς σημαίνει πως από το σύνολο των δανείων, ύψους 215 δισ. ευρώ, που έχουν χορηγήσει οι ελληνικές τράπεζες, τα 86,3 δισ. ευρώ πρέπει να διαγραφούν διότι απλά δεν θα αποπληρωθούν ποτέ. Μέχρι σήμερα οι συστημικοί όμιλοι έχουν διενεργήσει προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις περίπου 50 δισ. ευρώ, δηλαδή έχουν καλύψει το 58% της απόστασης και θα πρέπει να καλύψουν το υπόλοιπο 42% προκειμένου να διασφαλιστούν από τις επισφάλειες.
Βάσει των παραδοχών του ΔΝΤ, το ακραίο σενάριο της Τράπεζας της Ελλάδος που τοποθετούσε τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών στα 9,4 δισ. ευρώ είναι μάλλον «μετριοπαθές». Το Ταμείο εκτιμά βάσει των δικών του ασκήσεων πως οι κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών είναι 6 δισ. ευρώ υψηλότερες και ότι ανέρχονται σε πάνω από 15 δισ. ευρώ. Υπενθυμίζεται πως κατά τις πρόσφατες αυξήσεις κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών οι συστημικές τράπεζες συγκέντρωσαν κεφάλαια ύψους 8,3 δισ. ευρώ, ήτοι μόλις το 60% των κεφαλαίων που το ΔΝΤ θεωρεί πως θα χρειαστούν συνολικά.
Οι προβλέψεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, αν και βασίζονται σε αρκετά αυστηρές παραδοχές, δεν είναι εξωπραγματικές. Στις αρχές του 2009 τα συνολικά δάνεια των τραπεζών προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις ανέρχονταν σε 250 δισ. ευρώ και από αυτά δεν εξυπηρετούνταν δάνεια ύψους 12,5 δισ. ευρώ (το 5%). Μπορεί ο αριθμός των χορηγούμενων δανείων να μειώθηκε στο διάστημα 2009-2014 κατά 35 δισ. ευρώ, αλλά ο αριθμός των κόκκινων δανείων μεγεθύνθηκε κατά 73,8 δισ. ευρώ!
Για να επανέλθουμε στο παράδειγμα του προλόγου, αν τα κόκκινα δάνεια δεν «διαγραφούν» μια και καλή, τότε η οικονομία δεν θα μπορέσει να εξέλθει από τον φαύλο κύκλο του ιδιωτικού χρέους, αλλά θα βρεθεί αντιμέτωπη με μια αργή και βασανιστική διαδικασία πνιγμού. Πιο απλά, η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων θα διαβρώσει σταδιακά τα κεφαλαιακά αποθέματα των τραπεζών και θα αυξήσει τις αβεβαιότητες για τα πιστωτικά ιδρύματα.
Για όσο οι συνέπειες της υπερχρέωσης στην οικονομία παραμένουν, τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά θα περικόπτουν τις καταναλωτικές τους δαπάνες για να ανταποκριθούν στις δανειακές υποχρεώσεις, οι πλειστηριασμοί των ακινήτων εκείνων που δεν αποπληρώνουν τα δάνειά τους θα αυξάνονται, ενώ οι επιχειρήσεις που έχουν λάβει δάνεια και δεν μπορούν να αναχρηματοδοτηθούν δεν θα προχωρούν σε επενδύσεις σε νέα έργα ή σε προσλήψεις, καθώς θα εστιάζουν αναγκαστικά στην απομόχλευση και εξυγίανση των ισολογισμών τους.
Είναι ξεκάθαρο ότι η μη αντιμετώπιση του υψηλού χρέους του ιδιωτικού τομέα δεν βοηθά ούτε τους οφειλέτες ούτε τους πιστωτές. Είναι εξίσου σίγουρο ότι οι καλά σταθμισμένες ρυθμίσεις για την ελάφρυνση των δανειακών βαρών νοικοκυριών και επιχειρήσεων θα μειώσουν την αβεβαιότητα και θα επιδράσουν θετικά στην οικονομία στο σύνολό της. Ειδικά εάν οι παρεμβάσεις για το ιδιωτικό χρέος συμπέσουν με τη μόνιμη διευθέτηση του δημόσιου χρέους, οι προοπτικές για την ελληνική οικονομία θα βελτιωθούν σημαντικά. Και η παρούσα συγκυρία είναι πρόσθετα ιδανική, καθώς η χώρα βρίσκεται στο επίκεντρο της προσοχής επενδυτών που φαίνονται διατεθειμένοι να επενδύσουν στις προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 15 Ιουνίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ