Ενα νέο πρόβλημα έρχεται να προστεθεί στα τόσα άλλα που αντιμετωπίζει την περίοδο αυτή η Ευρωπαϊκή Ενωση, παραδομένη καθώς είναι στη δίνη της εσωστρέφειας για τη συμπλήρωση του παζλ της ηγετικής της ομάδας. Πρόκειται για τις μετεκλογικές αναταράξεις στο εσωτερικό των χωρών – μελών, οι οποίες υποχρεώνουν τις επιμέρους κυβερνήσεις, υπό το βάρος των αρνητικών εκλογικών αποτελεσμάτων για τις περισσότερες από αυτές, να επικεντρωθούν τώρα στην αντιμετώπιση των εσωτερικών τους προβλημάτων, αφήνοντας στην άκρη την προσπάθεια για στήριξη της ευρωπαϊκής ιδέας. Δηλαδή «ο σώζων εαυτόν σωθήτω», με αποτέλεσμα να ενισχύονται ακόμη περισσότερο οι ευρωσκεπτικιστές, οι οποίοι δεν θέλουν τίποτα περισσότερο από μια ένωση κυρίαρχων κρατών χωρίς άλλες δεσμεύσεις.
Το πρόβλημα αυτό παίρνει φυσικά διαφορετικές διαστάσεις σε κάθε χώρα. Αλλη είναι η αντίδραση του Φρανσουά Ολάντ στη Γαλλία, η δημοφιλία του οποίου άγγιξε το ιστορικό αρνητικό ρεκόρ του 18%, και άλλη του Ντέιβιντ Κάμερον στη Βρετανία, όπου το κόμμα του βρίσκεται σήμερα στην τρίτη θέση. Και οι δύο όμως υποχρεώνονται τώρα να ακολουθήσουν πολιτικές που θα έχουν ως στόχο να κατευνάσουν τους ψηφοφόρους που ψήφισαν την Ακροδεξιά και οι οποίοι, ως γνωστόν, δεν κατέχονται από ιδιαιτέρως φιλοευρωπαϊκά αισθήματα. Και δεν είναι τυχαίο που το κύριο εμπόδιο στην επιλογή του Ζαν Κλοντ Γιούνκερ για την προεδρία της Επιτροπής είναι η αντίδραση που προβάλλει ο βρετανός πρωθυπουργός, θεωρώντας τον λουξεμβούργιο πολιτικό ως πολύ φιλοευρωπαίο, ενώ η γενικότερη κατάρρευση της Γαλλίας έχει στερήσει από την Ευρωπαϊκή Ενωση την ισχύ του γαλλογερμανικού άξονα, πάνω στον οποίο στηρίχθηκε ολόκληρο το οικοδόμημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Τώρα, που η κρίσιμη αυτή ισορροπία δεν υπάρχει πλέον, αλωνίζει άνευ αντιπάλου η Γερμανία με τα γνωστά σε όλους μας αποτελέσματα.
Πέρα όμως από τον κίνδυνο για την περαιτέρω πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών θέτουν νέα εμπόδια και για την ολοκλήρωση της αναγκαίας μεταρρυθμιστικής διαδικασίας στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, καθώς οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών είναι τώρα υποχρεωμένες να ακολουθήσουν μια πολιτική χαλάρωσης των σκληρών οικονομικών μέτρων που είχαν επιβάλει, αν θέλουν να επιβιώσουν στις επόμενες εθνικές εκλογές. Στην Ελλάδα μάλιστα το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων έχει ήδη αρχίσει να συμπεριφέρεται σαν να έχει ξεπερασθεί η κρίση, χωρίς όμως να έχει τίποτα διδαχθεί από αυτήν (παρά τις αυστηρές προειδοποιήσεις των Βρυξελλών και του ΔΝΤ), ενώ στην Πορτογαλία έχει προκύψει νέα εμπλοκή μετά την απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου ότι τα μέτρα λιτότητας είναι αντισυνταγματικά. Οσο για την Ισπανία, παρά τα μέτρα για την ενίσχυση της ανάπτυξης και της απασχόλησης που εξήγγειλε ο Μαριάνο Ραχόι, η ανάκαμψη παραμένει ιδιαίτερα εύθραυστη. Φωτεινή εξαίρεση ο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας, το παράδειγμα του οποίου θα πρέπει ίσως να ακολουθήσουν και οι άλλοι.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ