Οποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, όποια ανάγνωση κι αν κάνουν οι διεκδικητές της εξουσίας, όποιο μήνυμα κι αν στείλουν οι ψηφοφόροι, όποια ανάλυση κι αν κάνουν οι δημοσκόποι, το ζητούμενο για τη χώρα παραμένει το ίδιο: η επιστροφή σε αναπτυξιακούς ρυθμούς ώστε να ενισχυθεί η απασχόληση και να υποχωρήσει η ανεργία, που είναι το νούμερο 1 πρόβλημα της οικονομίας και της κοινωνίας. Αυτό καλείται να λύσει το πολιτικό σύστημα την επομένη των ευρωεκλογών.
Προεκλογικά ο καθένας μπορεί να λέει ωραία λόγια, να παρουσιάζει σχέδια για εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας τα επόμενα χρόνια ή για κονδύλια που θα εισρεύσουν ως διά μαγείας στα δημόσια ταμεία, για επιστροφή της οικονομίας στα προ της κρίσης επίπεδα κτλ., κτλ. Μετεκλογικά όμως και ανεξαρτήτως αποτελέσματος οι επιλογές θα είναι οι ίδιες ακριβώς που ήταν και πριν από τις εκλογές, δηλαδή η εξής μία: σε ποιο πλαίσιο θα σχεδιάσουμε και θα επιχειρήσουμε την ανάκαμψη της οικονομίας, στο πλαίσιο του ενιαίου νομίσματος ή εκτός ευρώ.
Στην πρώτη περίπτωση, έχοντας ένα ισχυρό νόμισμα, ο δρόμος είναι δεδομένος. Θα πρέπει να φτιάξουμε ανταγωνιστικά προϊόντα και υπηρεσίες που να μπορούν να σταθούν στον διεθνή ανταγωνισμό. Για να το πετύχουμε θα πρέπει να κάνουμε όλες τις διαρθρωτικές αλλαγές που είναι απαραίτητες για να παράγουμε διεθνώς εμπορεύσιμα, επώνυμα και αναγνωρίσιμα προϊόντα και υπηρεσίες. Και δεν είναι μόνο θέμα κόστους. Μπορεί το κόστος να είναι καθοριστικό στοιχείο, π.χ. για να πουλήσουμε μαζικά αγροτικά προϊόντα ή για να προσελκύσουμε φθηνά τουριστικά πακέτα. Από εκεί και πέρα όμως το χαμηλό κόστος δεν επαρκεί. Χρειάζονται σύγχρονα, καινοτόμα προϊόντα που να ανταποκρίνονται στα γούστα και στις προτιμήσεις των ξένων πελατών, μάρκετινγκ, άνοιγμα αγορών κτλ. Και όλα αυτά προϋποθέτουν διαρθρωτικές αλλαγές που συνδέονται με τη λειτουργία της δημόσιας διοίκησης, της εκπαίδευσης, του σχεδιασμού κτλ.
Η άλλη λύση είναι η επιστροφή στη δραχμή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Μέσω της υποτίμησης του νομίσματος αποκτάς αυτόματα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Παράλληλα βάζεις μπροστά τις μηχανές και κόβεις χρήμα για την αύξηση μισθών και συντάξεων, την άσκηση κοινωνικής πολιτικής κτλ. Πρέπει όμως να μάθεις να ζεις με όσα παράγεις και προπάντων με τον υψηλό πληθωρισμό που «καταπίνει» τις όποιες παροχές και τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που πρόσκαιρα αποκτάς.
Ρεαλιστικά τρίτη επιλογή δεν υπάρχει. Οπως αποδείχθηκε χίμαιρα ο… «τρίτος δρόμος προς τον σοσιαλισμό», άλλο τόσο ουτοπικός είναι στην εποχή της παγκοσμιοποίησης ο τρίτος δρόμος για την ανάκαμψη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ