Καλά αρμόζει ο δάνειος τίτλος (αντίδωρο ζωής και γραφής του Ασημάκη Πανσέληνου) στις συμπληγάδες των διπλών εκλογών που εγκαινιάζονται αυθημερόν. Ως δείχτης επιστροφής και αντιστροφής: επιστροφής από το σήμερα στο χθες, και αντιστροφής από το χθες στο σήμερα. Χωρίς να αποκλείεται και η μέθοδος της περιστροφής, οπότε ο προκείμενος τίτλος τρέπεται σε λοξή ερώτηση: «τώρα πού ζούμε;». Μάλλον προς τα εκεί τραβάει το πράγμα, προηγουμένως όμως κακό δεν κάνει και λίγη σχετική ενημέρωση, από δεύτερο έστω χέρι.
Αλώβητος ο τίτλος, ανταποκρίνεται στο πιο γνωστό και διαβασμένο βιβλίο του Ασημάκη Πανσέληνου, που είδε το φως της δημοσιότητας πρώτη φορά το 1974 στις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ (επιμέλεια του Γ. Βακιρτζή), και πρόσφατα, ευτυχώς, επανεκδόθηκε ακέραιο στο ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ. Λέω «ευτυχώς», γιατί είμαι της γνώμης ότι η αντικειμενική αξία του έχει στο μεταξύ προσαυξηθεί, παρά την ενδιάμεση γραμματολογική της υποτίμηση.
Που την αναπλήρωσε, ως ένα βαθμό, η προχθεσινή ένθερμη παρουσίαση της επανέκδοσης στη «Στοά Βιβλίου» με έξι αρμόδιους εισηγητές: τον Αλέξη Πανσέληνο, την Ελισάβετ Κοτζιά, τη Χριστίνα Ντουνιά, τον Τίτο Πατρίκιο, τον Μένη Κουμανταρέα και τον Παύλο Τσίμα. Εγώ περιορίζομαι εδώ σε στοιχειώδη (βιογραφική και βιβλιογραφική) σύσταση για νεότερους αναγνώστες, επειδή, όσο ξέρω, η ανάγνωση κειμένων του Ασημάκη Πανσέληνου σ’ αυτή την ηλικία ελέγχεται στις μέρες μας σπάνια έως μηδενική.
Γέννηση: Μυτιλήνη, 1903. Θάνατος: Αθήνα, 1984. Σπουδές: Νομικά (και συμπληρωματικά) κοινωνιολογία, ψυχολογία και λογοτεχνία. Ποιητής, πεζογράφος, κριτικός και δημοσιογράφος, αποτύπωσε την εξελισσόμενη γραφή του σε δεκατρία αυτοτελή βιβλία, αρχίζοντας το 1945 με τις Μέρες Οργής (ποίηση) και καταλήγοντας στα Πολιτικά πρόσωπα των θεών (δοκίμια) το 1981. Το Τότε που ζούσαμε γράφεται στην «Κηφισιά, καταχείμωνο 1972 με ’73» (δική του η διατύπωση) και επιλέγεται με τρισέλιδο Απόσωμα, στο οποίο θα επανέλθω.
Ο συγγραφέας (καταπώς ομολογούν και τα βιογραφικά του κείμενα) εντάχθηκε πολύ νέος και παρέμεινε ανυποχώρητος στο αριστερό κίνημα, προκρίνοντας τη σοσιαλιστική εφαρμογή του, με δάσκαλο και φίλο τον Αλέξανδρο Σβώλο. Αντιστάθηκε γενναία σε πολλαπλές διώξεις, διακινδυνεύοντας τη ζωή του. Υπήρξε εξάλλου μέλος της συντακτικής επιτροπής και στο (γνωστό για το αριστερό του φρόνημα) περιοδικό Νέοι Πρωτοπόροι, ήδη από το 1931. Το 1950 ψηφίστηκε βουλευτής Λέσβου.
Επιμένω εφεξής σε κάποιες αρετές της λογοτεχνικής του γλώσσας, για τις οποίες σπάνια γίνεται λόγος, περιορισμένος συνήθως στην προφορική αυθορμησία και στο ανακουφιστικό χιούμορ. Ενώ δεν έχει, όσο βλέπω, εκτιμηθεί ο πρώιμος γλωσσικός μοντερνισμός του, που δεν ολισθαίνει (όπως συχνά γίνεται στις μέρες μας) στην ευπώλητη ευτέλεια. Από κοντά πηγαίνει και η στοχαστική του ευαισθησία, έκδηλη προπάντων στο Απόσωμα, από όπου και τα επόμενα τέσσερα παραθέματα –το τέταρτο αδιόρατα σολωμικό:
«Για μένα η αλήθεια βρισκόταν πάντα στο απρόοπτο και στο τολμηρό. Στην παραδοξολογία, σκέφτομαι, βρίσκεται πάντα το έμβρυό της, στην κοινοτοπία το πτώμα της». // «Από τον θεό τιμωρούνται εκείνοι που, πριν από τον θεό, τιμωρούν οι ίδιοι τον εαυτό τους». //«Το δίλημμα ήταν αν έπρεπε να με πιάσουν φεύγοντας, ή να με πιάσουν εκεί που καθόμουν. Μια στιγμή με κυρίεψε κάτι σαν τρέλα. Ηταν εκείνη η απάθεια που κυριεύει τους ανθρώπους που κουράστηκαν να φοβούνται και προχωρούν σταθερά στο απόσπασμα». // «Πάρεξ τίποτα άλλο απρόοπτο, αύριο το πρωί θα ξυπνήσω ζωντανός».
Επανέρχομαι τώρα στο (εύλογο υποθέτω) ζεύγος Τότε που ζούσαμε Τώρα πού ζούμε; Οπου ο ένας όρος ελέγχει τον άλλο, τόσο με τις υποκείμενες διαφορές όσο (και προπαντός) με μια λανθάνουσα ομοιότητα. Οι διαφορές προκύπτουν με τη μετακίνηση: α) από το παρελθόν στο παρόν − από τον παρατατικό στον ενεστώτα∙ β) από τη βίωση στην επιβίωση∙ γ) από τη δήλωση ενός παρωχημένου χρόνου στο σκάνδαλο ενός απροσδιόριστου χώρου∙ δ) από τη βεβαίωση στην αβεβαιότητα∙ ε) από την αναπόληση στην πρόκληση.
Οσο για τη λανθάνουσα ομοιότητα, αυτή γραμματικά εντοπίζεται στη χρήση πρωτοπρόσωπου ρήματος πληθυντικού αριθμού, που εννοεί πολλά και υπονοεί περισσότερα. Δύο εξάλλου απορίες πιθανολογούνται για τη σχέση των δύο όρων του ζεύγους: το ζευγάρωμά τους είναι αυθαίρετο (επομένως αφύσικο) ή εμπρόθετο (επομένως υποχρεωτικό); Αν, όπως πιστεύω, συμβαίνει το δεύτερο, τότε το τότε εμπεριέχει εξαρχής το τώρα, το οποίο υπονοείται ως πρόθεση και συνάμα ως προϋπόθεση.
Περί αυτού όμως την άλλη Κυριακή, αφού στο μεταξύ ψηφίσουμε υπεύθυνα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ