Τον Μάρτιο του 2012 μόλις ολοκληρώθηκε η αναδιάρθρωση του χρέους, με τις όποιες συνέπειες θετικές και αρνητικές στην οικονομία, τα κόμματα του σημερινού κυβερνητικού συνασπισμού επέλεξαν να αποσύρουν τη στήριξή τους στην κυβέρνηση Παπαδήμου και να προχωρήσουν στις εθνικές εκλογές.
Το τι συνέβη είναι γνωστό. Οι κάλπες του Μαΐου δεν ανέδειξαν νικητή ούτε διαμόρφωσαν ικανό συσχετισμό δυνάμεων, που θα μπορούσε να κυβερνήσει τον τόπο. Χρειάστηκε η προσφυγή για δεύτερη φορά στις κάλπες, τον Ιούνιο, με νέες κομματικές συμμαχίες, πιο ωμά διλήμματα ώστε να φθάσουμε στη δυνατότητα σχηματισμού της κυβέρνησης Σαμαρά, η οποία εφάρμοσε αποτελεσματικά την οικονομική πολιτική που είχε επεξεργαστεί ήδη η προηγούμενη κυβέρνηση.
Οι εκλογές του 2012 είχαν αποτέλεσμα. Οι πολίτες εκφράστηκαν, καταδίκασαν κόμματα που άλλα έλεγαν προεκλογικά (το 2010) και άλλα έπραξαν, το κύμα αντιδράσεων εκτονώθηκε. Σε αυτό το κλίμα, κατέστη εφικτή η υλοποίηση τόσο σκληρών μέτρων λιτότητας τα οποία τα κυβερνητικά κόμματα, αν ήταν ακόμη στην αντιπολίτευση, θα καταδίκαζαν ανεπιφύλακτα.
Το κυριότερο όμως ήταν ότι το δίλημμα «ευρώ ή δραχμή» ήταν υπαρκτό, επιδρούσε σε κάθε κοινοβουλευτική διαδικασία και κρατούσε και τα δύο κόμματα της εξουσίας κοντά το ένα στο άλλο. Ηταν μαζί σε κάθε επιλογή, σε κάθε απόφαση.
Πλέον στις κάλπες του εφετινού δύσκολου Μαΐου τα πράγματα δεν είναι ίδια. Οι πολίτες ψηφίζουν ευχαριστημένοι για τη σταθεροποίηση της οικονομίας ή οργισμένοι για την ανεργία και τις εξελίξεις στη ζωή του καθενός, αλλά δεν φοβούνται για την έξοδο από το ευρώ ή ότι θα χάσουν τις καταθέσεις τους.
Το δίλημμα ευρώ ή δραχμή δεν υφίσταται, παρά μόνο στα μυαλά κάποιας συνιστώσας του ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλωστε, και το κεντρικό σύνθημα των κυβερνητικών κομμάτων «η χώρα σώθηκε» λειτουργεί καθησυχαστικά και αφήνει πλέον το περιθώριο της διαφορετικής πολιτικής έκφρασης.
Το πραγματικό δίλημμα είναι κατά πόσο θα συνεχιστεί η οικονομική πολιτική των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, της μικρότερης κατανάλωσης και της έμφασης στις εξαγωγές, την οποία πιστεύει και ασκεί η Νέα Δημοκρατία σε συμφωνία με τα ευρωπαϊκά κέντρα, ή οι πολίτες θα επιλέξουν διά του ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσουν σε ένα πείραμα μιας νέας οικονομικής πολιτικής. Δηλαδή, η χώρα να αναδιαπραγματευθεί με τους Ευρωπαίους όχι μόνο το δημόσιο χρέος αλλά το μνημόνιο και το οικοδόμημα που έχει στηθεί πάνω σε αυτό.
Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, τα καθαρά λόγια και οι καθαρές λύσεις είναι προτιμότερες από τη σύγχυση, τους εκβιασμούς και τους εκφοβισμούς για το αύριο αυτής της χώρας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ