Τις τελευταίες μέρες, με αφορμή το ευρωψηφοδέλτιο του ΣΥΡΙΖΑ, εκτυλίσσεται (ή, ορθότερα, μαίνεται) στα media μια συζήτηση για τη μειονότητα της Θράκης. Δυστυχώς η συζήτηση αυτή, από πλευράς όσων την υποκινούν, πρωτοστατούσης της ΝΔ, διεξάγεται με όρους επικίνδυνους και βλάπτει όλους: τη μειονότητα, τα δικαιώματα, τον δημόσιο διάλογο, τη δημοκρατία.
Η άποψή μου, την οποία έχω διαμορφώσει και εκφράσει εδώ και χρόνια, μπορεί να συνοψιστεί, επί του πρακτέου, στο εξής: Αν γίνουν μερικές διορθωτικές κινήσεις σχετικά με τα μειονοτικά στη Θράκη, η Ελλάδα θα μπορέσει να αφήσει πίσω της πολλά από τα προβλήματα για τα οποία είναι συνυπεύθυνη μαζί με την Τουρκία και το μέλλον να είναι καλύτερο, σε καιρούς χαλεπούς για όλους τους πολίτες της, μειονοτικούς και μη.
Για να συμβεί όμως αυτό, πρέπει το ελληνικό κράτος να πάψει να αντιλαμβάνεται τη μειονότητα ως πεδίο άσκησης πολιτικών «εκτάκτου ανάγκης» ή ειδικού χειρισμού και να την εντάξει σταδιακά στις κανονικές δημόσιες πολιτικές ενός ευνομούμενου κράτους.
Τα βασικά πεδία στα οποία χρειάζονται επιτακτικά αλλαγές είναι τα εξής:
1. Η μειονοτική εκπαίδευση, η οποία, παρά τα κεκτημένα του Προγράμματος Εκπαίδευσης Μουσουλμανοπαίδων, συνεχίζει να βρίθει αναχρονισμών. Ουσιαστικά πρέπει να την ξαναστήσουμε σχεδόν από την αρχή με ένα νέο, σύγχρονο νομικό πλαίσιο· η κεκτημένη εμπειρία, μέχρι σήμερα, δίνει αυτή τη δυνατότητα.
2. Ο θρησκευτικός αρχηγός της μειονότητας, ο μουφτής, ο οποίος διορίζεται με δεκαετή θητεία από την κυβέρνηση. Την ίδια στιγμή, λειτουργούν οι δύο εκλεγμένοι από τη μειονότητα μουφτήδες, φορείς ακραίων τουρκικών εθνικιστικών και συντηρητικών θέσεων. Μοναδική διέξοδος, εδώ, είναι η διάκριση των λειτουργιών μεταξύ ιερωμένου και δικαστή με νόμο του κράτους. Δεν γίνεται και τα δύο σε ένα πρόσωπο, για ένα σύγχρονο κράτος. Καθαρές κουβέντες… Η διάκριση αυτή θα δώσει τη δυνατότητα στην κοινότητα να εκλέγει τον θρησκευτικό της αρχηγό, ο οποίος δεν θα μπορεί να είναι δικαστής. Οι δικαστές δεν εκλέγονται στα σύγχρονα πολιτεύματα.
3. Τρίτο ζήτημα, παρεπόμενο του προηγουμένου. Στη Θράκη πρέπει να βρούμε τον πιο πρόσφορο τρόπο να καταργηθεί ο ισλαμικός νόμος, η Σαρία. Σήμερα, ο (διορισμένος) μουφτής -ως ιεροδίκης –δικάζει υποθέσεις οικογενειακού και κληρονομικού δικαίου, σύμφωνα με διατάξεις του ισλαμικού δικαίου, με αποκρουστικά αποτελέσματα σε βάρος της αρχής της ισότητας των φύλων και των δικαιωμάτων του παιδιού. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί.
4. Τα μειονοτικά βακούφια. Τα κοινοτικά ιδρύματα –η περιουσία της μουσουλμανικής κοινότητας –διέπονται από το απόλυτο θεσμικό χάος με μόνο στόχο να μην ελέγχονται από τη μειονότητα. Το αποτέλεσμα είναι απολύτως αδιαφανείς διαδικασίες και ακροβασίες σε ό,τι αφορά τη διαχείρισή τους. Το καθεστώς αυτό πρέπει να αλλάξει άμεσα.
5. Τέλος, υπάρχει το ζήτημα των μειονοτικών σωματείων: την ίδια στιγμή που τα ελληνικά δικαστήρια απαγορεύουν την εγγραφή του καταστατικού τους εξαιτίας του επιθέτου «τουρκικός-ή» στον τίτλο τους, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου έχει αποφανθεί ότι τα σωματεία πρέπει να εγγραφούν ως έχουν. Η κατάσταση αυτή οξύνει τα πνεύματα στη Θράκη. Ας εφαρμοστούν επιτέλους οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Ετσι δεν μπορεί να συνεχίζουμε.
Το βασικό συνολικό πρόβλημα στη Θράκη, η επίλυση του οποίου θα απελευθερώσει δυναμικές χειραφέτησης στα παραπάνω επιμέρους, είναι η αλλεργία που προκαλεί στο ελληνικό κράτος η χρήση του όρου «τουρκικός» από τους μειονοτικούς που το επιθυμούν και είναι η πολύ μεγάλη πλειοψηφία της μειονότητας. Αυτή αποδίδεται στο ότι η Ελλάδα νιώθει την απειλή πως τυχόν αναγνώριση της δυνατότητας των ανθρώπων να αυτοπροσδιορίζονται όπως θέλουν ανοίγει τον ασκό του Αιόλου για την αναγνώριση «εθνικής μειονότητας». Για τον λόγο αυτόν υπάρχει χαρά όταν κάποιος αυτοαναγνωρίζεται ως «Πομάκος» ή «Τσιγγάνος» και κατήφεια όταν αυτοαναγνωρίζεται ως «Τούρκος».
Ο φόβος αυτός, όταν έχεις απέναντί σου την Τουρκία, είναι σε έναν βαθμό κατανοητός. Ομως αυτό που πρέπει να γίνει κατανοητό είναι ότι η Ελλάδα δεν χρειάζεται να αναγνωρίσει νομικά καμία εθνική ή τουρκική μειονότητα, και για τον λόγο αυτόν δεν τίθεται κανένα ζήτημα αναθεώρησης της Συνθήκης της Λωζάννης. Αλλο είναι το κρίσιμο, το οποίο καμία Λωζάννη δεν απαγορεύει: κάθε άνθρωπος να προσδιορίζεται όπως θέλει, χωρίς φραγμούς, και να ονομάζει όπως θέλει τα σωματεία του, αρκεί φυσικά αυτά να σέβονται τους νόμους και το Σύνταγμα.
Αυτό είναι και το κλειδί για τη λύση του μειονοτικού στη Θράκη. Οι άνθρωποι να αυτοπροσδιορίζονται όπως νομίζουν –Τούρκοι, Τσιγγάνοι, Πομάκοι –και θα είναι ικανοποιημένοι για (το γεγονός ότι δεν στριμώχνονται για) αυτό. Να αυτοπροσδιορίζονται όμως, όχι επειδή έτσι χρηματοδοτεί το τουρκικό προξενείο της Κομοτηνής, το τοπικό γραφείο Πολιτικών Υποθέσεων του ΥπΕξ ή διάφοροι μανδαρίνοι και τα δημιουργήματά τους ένθεν και ένθεν, αλλά επειδή έτσι το ζητάει η ψυχή τους.
Ετερον εκάτερον…
Ο κ. Δημήτρης Χριστόπουλος είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και αντιπρόεδρος της Διεθνούς Ομοσπονδίας Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ