Τον Μάιο του 2012, τότε που όλα τα έσκιαζε ο φόβος της μεγάλης κρίσης και η ελληνική οικονομία βυθίζονταν με ρυθμό 6 – 7% το μήνα ρωτήσαμε ένα πλούσιο αν και πόσο έχει επηρεαστεί από την όλη κατάσταση της χώρας.

«Το συζητάς» ήταν σχεδόν αυτόματη η απάντησή του.

«Ξοδεύω το ένα τρίτο εκείνων που ξόδευα πριν από τρία χρόνια» έσπευσε να διευκρινίσει.

Και στο ερώτημα μας γιατί το κάνει αφού τα εισοδήματα του δεν έχουν μειωθεί μας απάντησε σχεδόν επιθετικά ότι «εσύ θα μας πεις πως θα συμπεριφερθούμε»;

Και όταν επιμείναμε λέγοντας ότι με τη στάση του επιτείνει την κρίση οργίσθηκε και άρχισε να φωνάζει πως«δεν ξέρουμε τι μας ξημερώνει και ζητάς κατανάλωση, δεν είσαι με τα καλά σου».

Το κλίμα λοιπόν, η ατμόσφαιρα δεν επέτρεπε ούτε στους πλούσιους να ξοδεύουν.

Γενικώς κοινή είναι η πεποίθηση ότι η οικονομία είναι πρωτίστως ψυχολογία.

Δύο χρόνια μετά η ψυχολογία τείνει να αλλάξει.

Εκείνη η ζοφερή ατμόσφαιρα του 2012 τείνει να εξαφανισθεί. Αντιθέτως οι ελπίδες αναπτερώνονται και οι προσδοκίες γίνονται θετικότερες, ο κόσμος έχει προσαρμοσθεί, ενεργεί, κινείται, δρα, δεν μένει ακίνητος, οι έχοντες ανοίγονται, ταξιδεύουν περισσότερο, καταναλώνουν με περισσότερη άνεση, δημιουργούν περιβάλλον ισχυρότερης ζήτησης.

Και αυτό γιατί αισθάνονται πιο ασφαλείς, πιο σίγουροι για την εξέλιξη των οικονομικών υποθέσεων και την πορεία της χώρας.

Αυτή είναι και η σημαντικότερη αλλαγή των τελευταίων χρόνων, η οποία θα επιδράσει και στα πολιτικά πράγματα.

Όσο αλλάζει το κλίμα στην οικονομία τόσο θα επηρεάζεται και η πολιτική στάση και συμπεριφορά.

Όσοι δεν αξιολογούν σωστά τις οικονομικές εξελίξεις και δεν προσαρμόζουν αναλόγως τις πολιτικές τους θέσεις κινδυνεύουν να χάσουν την επαφή τους με την κοινωνία.

Και όταν αυτή η επαφή χαθεί η διεκδίκησή τους νομοτελειακά θα υποχωρήσει.