Την προπερασμένη Πέμπτη, 10 Απριλίου, ανακοινώθηκε το επιστημονικό πόρισμα για την αυθεντικότητα ενός μικρού σπαράγματος παπύρου, το οποίο παρουσιάστηκε σε επιστημονικό συνέδριο τον Σεπτέμβριο του 2012 ως τμήμα ενός υποτιθέμενου «Ευαγγελίου της γυναίκας(!) του Ιησού».

Το ιστορικό.
Εδώ και αρκετό καιρό αγοράστηκε από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ ένα μικροσκοπικό (μεγέθους περίπου μιας συνηθισμένης πιστωτικής κάρτας) σπάραγμα παπύρου σε σαϊδική κοπτική γραφή, άγνωστης προέλευσης, και μάλιστα από πωλητή που ζήτησε για ευνόητους λόγους να μην αποκαλύψει την ταυτότητά του. Το «εύρημα» αυτό αποτέλεσε τη βάση μιας επιστημονικής εισήγησης της καθηγήτριας της Εκκλησιαστικής Ιστορίας της Θεολογικής Σχολής του ανωτέρω πανεπιστημίου Karen King στο ανά τετραετία συνερχόμενο διεθνές συνέδριο Κοπτικών Σπουδών, το οποίο φιλοξενήθηκε το 2012 στη Ρώμη. Είχε μάλιστα προγραμματιστεί για τις αρχές του 2013 η δημοσίευση αυτής της εισήγησης σε εκτεταμένη μορφή στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό «Harvard Theological Review».
Η έλλειψη τότε της απαραίτητης κριτικής τεκμηρίωσης (χρονολόγηση με τη μέθοδο άνθρακα 24, προέλευση του σπαράγματος κτλ.), η ύποπτη άξεστη κατά κάποιον τρόπο γραφή, τα αυτούσια παράλληλα με άλλα γνωστά κοπτικά κείμενα, κυρίως όμως ο προκλητικός τίτλος τον οποίο προσέδωσε η καθηγήτρια στο υποτιθέμενο αρχικό κείμενο, ξεσήκωσαν θύελλα αντιδράσεων τόσο στο Βατικανό όσο και στην επιστημονική κοινότητα, που έκανε λόγο για επιτήδεια σύγχρονη παραχάραξη. Ολα αυτά συνετέλεσαν στο να ανακληθεί από τη διεύθυνση του περιοδικού άχρι καιρού η επίσημη δημοσίευση του άρθρου της κυρίας King.
Ετσι, για δύο περίπου χρόνια η συζήτηση περιστράφηκε γύρω από την αυθεντικότητα ή μη του σπαράγματος και όχι την ουσία του περιεχομένου του. Οπως από την πρώτη στιγμή υποστήριζε η καθηγήτρια, η ανακάλυψη αυτή με κανέναν τρόπο δεν αλλάζει τα ιστορικά δεδομένα για τον Ιστορικό Ιησού, αλλά αποτελεί μία επιπλέον απόδειξη ότι από πολύ νωρίς χριστιανικοί κύκλοι συζητούσαν θέματα όπως η υποχρεωτική αγαμία του κλήρου, η περιεκτική (αρρένων και θηλέων) μαθητεία στον κύκλο του Ιησού και κυρίως η ηγετική θέση των γυναικών.

Τα δεδομένα.
Η σημερινή δημοσίευση του επιστημονικού πορίσματος τριών κορυφαίων ερευνητικών ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένου και του ΜΙΤ, καταρρίπτει την υπόθεση της παραχάραξης, αποδεικνύει την αυθεντικότητα του σπαράγματος, το τοποθετεί όμως χρονολογικά σε μια αρκετά μεταγενέστερη περίοδο, μεταξύ του 4ου και του 8ου αι. μ.Χ. Πρόκειται για σπάραγμα οκτώ ημιτελών γραμμών ενός κειμένου που προέρχεται από μορφοποιημένο κώδικα και μορφολογικά ανήκει στο συνηθισμένο στους γνωστικούς κύκλους φιλολογικό είδος διαλόγων του Ιησού με τους μαθητές του. Το είδος αυτό ακολουθούν και άλλα σημαντικά απόκρυφα κείμενα, όπως τα γνωστικά Ευαγγέλια κατά Θωμάν, Μαρίας της Μαγδαληνής και Φιλίππου, με τα οποία έχει και κατά γράμμα ομοιότητες. Οπως είναι αποδεδειγμένο επιστημονικά και για το κατά Θωμάν, είναι πολύ πιθανό το κείμενο αυτό να γράφτηκε πριν από τον 4ο αι. πρωτότυπα στα ελληνικά.
Το ενδιαφέρον του σπαράγματος εντοπίζεται στην κοπτική λέξη ΤΑΖΙΜΕ (γυναίκα), στο τέλος της τέταρτης γραμμής. Σε ελληνική μετάφραση τα κύρια σημεία του έχουν ως εξής: «Η μητέρα μου μού έδωσε τη ζωή» (1η γραμμή). «Οι μαθητές είπαν στον Ιησού» (2η). «Η Μαρία (πιθανότατα η Μαγδαληνή) είναι άξια γι’ αυτό» (3η). «Ο Ιησούς τούς είπε: Η γυναίκα μου…» (4η). «Αυτή μπορεί να είναι μαθήτριά μου» (5η).

Κριτική αποτίμηση.
Η νέα αυτή ανακάλυψη, πέραν της πολύ μεταγενέστερης προέλευσής της, δεν ανατρέπει τα ιστορικά δεδομένα για την οικογενειακή κατάσταση του Ιστορικού Ιησού, για τον οποίον οι μόνες ιστορικά αξιόπιστες πηγές παραμένουν τα κανονικά ευαγγελικά και λοιπά καινοδιαθηκικά κείμενα. Ακόμη και η συζητήσιμη γραφή «η γυναίκα μου», όπως παραδέχεται και η ίδια η King, πιθανότατα έχει μεταφορική και όχι κυριολεκτική σημασία, κάτι συνηθισμένο σε τέτοια κείμενα.
Ερχεται όμως να προστεθεί στις ήδη γνωστές παλαιότερες ανακαλύψεις απόκρυφων κειμένων, που πιστοποιούν τη συζήτηση σε ορισμένους, περιθωριακούς έστω, κύκλους της αρχέγονης χριστιανικής κοινότητας για τον ηγετικό ρόλο των γυναικών, με αιχμή του δόρατος κυρίως τη Μαγδαληνή, για την οποία όμως δεν υπάρχει καμία απολύτως ιστορική ένδειξη ότι ήταν σύντροφος του Ιησού. Αντίθετα, είναι πλέον ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι ήταν προβεβλημένη μαθήτρια του Χριστού, απόστολος των αποστόλων, τα στοιχεία όμως αυτά στο διάβα της Ιστορίας, όπως και η γενικότερη θέση –ακόμη και λειτουργική (βλ. περίπτωση των διακονισσών) -, έχουν επιμελώς περιθωριοποιηθεί ή ακόμη και επιτυχώς διαγραφεί.
Ο κ. Πέτρος Βασιλειάδης είναι ομότιμος καθηγητής του Τμήματος Θεολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ