Η επιστροφή στις αγορές είναι μια αναμφισβήτητη επιτυχία της κυβέρνησης. Μεταδίδει μήνυμα ασφάλειας και αισιοδοξίας που επηρεάζει θετικά τις οικονομικές προσδοκίες. Ας περιορίσουμε όμως τον ενθουσιασμό μας. Η καλοσύνη των αγορών οφείλεται σε τρεις λόγους: Πρώτον, χάρη στην επιμονή του Πρωθυπουργού και τη μεθοδικότητα του κ. Ι. Στουρνάρα, η κυβέρνηση συγκέντρωσε πρωτογενές πλεόνασμα, με τίμημα βεβαίως τη φορολογική αφαίμαξη εκατομμυρίων οικογενειών. Δεύτερον, η γερμανική λιτότητα οδήγησε την ευρωζώνη στο χείλος του αποπληθωρισμού με αποτέλεσμα την πρόσφατη ιστορική άρση του γερμανικού βέτο στην εκτύπωση χρήματος. Η εξέλιξη αυτή ισοπέδωσε τα επιτόκια σε ολόκληρη την Ευρώπη, κάτι που επέτρεψε στην Ελλάδα να εξασφαλίσει δανεισμό με επιτόκιο 5%, που για τα σημερινά δεδομένα είναι υψηλό, αλλά παραμένει στα όρια του ψυχολογικά αποδεκτού. Τρίτον, η επιστροφή στις αγορές εντάχθηκε στους προεκλογικούς σχεδιασμούς της καγκελαρίου Μέρκελ που θέλει να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση στους ψηφοφόρους της ότι η Αθήνα δεν θα χρειαστεί νέο δανεισμό ή νέα διαγραφή χρέους.
Το πρόβλημα όμως είναι ότι παρά τη μεγαλύτερη διαγραφή χρέους στην ιστορία (PSI) το δημόσιο χρέος του 2014 είναι ίσο με το χρέος του 2010 (περίπου 320 δισεκατομμύρια ευρώ). Το «τέρας» αναγεννάται ανενόχλητο! Η ΝΔ και το «ελαιώδες ΠαΣοΚ» δεν διανοήθηκαν να υλοποιήσουν σχέδιο διάσωσης μέσα από τη συστηματική συμμετοχή της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Αρκούνται να πρεσβεύουν στην καλοσύνη των ξένων, οι οποίοι, δρώντας μονομερώς, δεν επιλύουν, αλλά διαρκώς ανακυκλώνουν τα ίδια προβλήματα υπηρετώντας υπέρτερες σκοπιμότητες. Η συγκυβέρνηση δεν δικαιούται να πανηγυρίζει όταν έπειτα από τέσσερα χρόνια έκρηξης της ανεργίας, κατάρρευσης αμοιβών και καταστροφής περιουσιών, δεν έχει εξασφαλίσει οριστική λύση για το χρέος, για το τραπεζικό σύστημα και για την αναχρηματοδότηση της οικονομίας. Η έξοδος στις αγορές θα μπορούσε να ισοδυναμεί με έξοδο από την κρίση μόνο αν υπήρχε απάντηση στα παραπάνω. Ωστόσο, ακόμη και τα πυροτεχνήματα έχουν την αξία τους…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ