Δεν πέρασαν 24 ώρες από τους πανηγυρισμούς για τις αποφάσεις του Eurogroup που έριχναν έστω και λίγο φως στο τούνελ των μνημονίων και ήλθε το «τσουνάμι Μπαλτάκου» για να αποδείξει ότι ο εχθρός της χώρας είναι εσωτερικός.
Συμπτωματικά το μεσημέρι στα «Νέα» ο Μιχάλης Μητσός, σχολιάζοντας τον καβγά Βενιζέλου με Παπανδρέου και Κακλαμάνη για την καταψήφιση του άρθρου για τις τράπεζες, χωρίς να έχουν προηγουμένως ενημερώσει το κόμμα, αναφέρθηκε στον 82χρονο ιταλό κοινωνιολόγο Ουμπέρτο Εκο.
Ενας πακιστανός ταξιτζής τον ρώτησε ποιοι είναι οι εχθροί της Ιταλίας. Οταν κατέβηκε από το ταξί σκέφτηκε ότι οι συμπατριώτες του μπορεί στην πραγματικότητα να μην έχουν εξωτερικούς εχθρούς, έχουν όμως εσωτερικούς. Πρώτα ήταν ο Ρωμύλος και ο Ρέμος, ύστερα ήταν μια πόλη εναντίον της άλλης και σήμερα δεν είναι τόσο το Δημοκρατικό Κόμμα εναντίον του Μπερλουσκόνι όσο το μισό Δημοκρατικό Κόμμα εναντίον του άλλου μισού.
Εμείς πάντα είχαμε εξωτερικούς εχθρούς αλλά, όπως σημειώνει ο Μητσός, ο μεγαλύτερος απ’ όλους ήταν πάντα και εξακολουθεί να είναι εμείς οι ίδιοι.
Την Τρίτη βράδυ οι «εξωτερικοί εχθροί» μας (!), οι ευρωπαίοι εταίροι, επαινούσαν την κυβέρνηση και την Τετάρτη βράδυ ο «εσωτερικός εχθρός» δυναμίτισε την εύθραυστη δικομματική κυβέρνηση.
Ο κ. Μπαλτάκος δεν είχε κρύψει τη συμπάθειά του προς την Ακροδεξιά και είχε δώσει δείγματα γραφής με το πάγωμα του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου και της τροπολογίας για την ψήφο των μεταναστών. Επαιζε τον ρόλο για τον οποίο επελέγη από τον κ. Σαμαρά στο ύψιστο αξίωμα του Γραμματέα της κυβέρνησης: αυτόν της προσέγγισης των ψηφοφόρων της Χρυσής Αυγής.
Το παιχνίδι το χάλασε η δολοφονία του Φύσσα. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να αποκηρύξει τη Χρυσή Αυγή και να παραπέμψει τον φάκελο με τις εγκληματικές ενέργειες στη Δικαιοσύνη. Και ο κ. Μπαλτάκος ένιωσε την ανάγκη να απολογηθεί στον Κασιδιάρη διότι δεν απέτρεψε την παραπομπή και κάρφωσε τον Πρωθυπουργό και δύο υπουργούς! Σοβαρό για την κυβέρνηση το θέμα Μπαλτάκου αλλά όχι και λόγος για την παραίτησή της. Και όμως κόμματα της αντιπολίτευσης έθεσαν θέμα παραίτησης. Περιέργως προς την ίδια κατεύθυνση και η αντίδραση του πρώην πρωθυπουργού κ. Παπανδρέου. Η υπόθεση Μπαλτάκου, δήλωσε, «έθεσε σε αμφισβήτηση στα μάτια των Ελλήνων τη δημοκρατική λειτουργία της κυβέρνησης και των θεσμών της Πολιτείας» και έθεσε το ερώτημα: «Πώς είναι δυνατόν με αυτά τα δεδομένα η κυβερνητική συνεργασία να λειτουργεί επ’ ωφελεία της χώρας και των Ελλήνων;».
Ναι, η κυβέρνηση έχει τραυματισθεί. Να παραιτηθεί; Και μετά;
Τι μας λέγει ο κ. Παπανδρέου; Οτι «μπροστά στα μεγάλα διακυβεύματα που έχουμε ενώπιόν μας όλοι οφείλουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους».
Σωστά. Και το διά ταύτα; Ο κ. Παπανδρέου προτείνει την «ενότητα των δημοκρατικών και προοδευτικών δυνάμεων». Ποιων και υπό ποιον;
Προσφιλής και ανέξοδη η κριτική. Οταν όμως δεν συνοδεύεται από ρεαλιστική και βιώσιμη λύση, υπονομεύει την πολιτική σταθερότητα, που στηρίζεται στη σημερινή, έστω και τραυματισμένη, κυβέρνηση.
Οσοι επιθυμούν την ανατροπή της κυβέρνησης ας περιμένουν ως τις ευρωεκλογές, στις οποίες οι ψηφοφόροι μάλλον θα ψηφίσουν με εσωτερικά και λιγότερο με ευρωπαϊκά κριτήρια.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ