Κάθε εποχή έχει το δικό της Γολγοθά. Ο δικός μας είναι η ανεργία. Ως εκπαιδευτικός με συγκλονίζει η σκέψη ότι το 60% των συνομηλίκων των φοιτητών και φοιτητριών μου θα ψάχνουν να βρουν δουλειά και δεν θα βρίσκουν. Ως πολίτης μου είναι αδιανόητο να βλέπω τι γίνεται και να μην επαναστατώ. Ως φιλελεύθερη δεν μπορώ παρά να σκεφτώ ότι η ανεργία περιορίζει την ελευθερία των ανέργων και μας φτωχαίνει όλους. Τέλος, ως πολιτικός στην Δράση οφείλω στο κέντρο της πρότασής μου προς την κοινωνία να θέσω την αντιμετώπιση της ανεργίας.

Το πρόταγμα είναι απολύτως σαφές: Κάντε κάτι για την ανεργία. Η λύση, αντιθέτως, δεν είναι καθόλου προφανής – ο,τι και να μας λένε μερικοί.

Ο Αμερικανός ‘σοφός της Βαλτιμόρης, H.L.Mencken έλεγε: «Για κάθε σύνθετο πρόβλημα υπάρχει μια λύση που είναι σαφής, απλή και λανθασμένη». Στο πεδίο της ανεργίας μας προτείνονται, όχι μόνο μία αλλά δύο απλούστατες, αλλά τελείως λανθασμένες πανάκειες – ακτιβισμός από Κρατικιστές και εφησυχασμός από τους Νεοφιλελεύθερους.
Η Κρατικίστικη λύση, (αριστερά και δεξιά) είναι «Διορίστε τους!» Τι πιο αρρενωπό, άμεσο και σαγηνευτικό! Στο υπαρκτό πρόβλημα αντιτάσσουμε, σαν Μικροί Ήρωες, μια χειροπιαστή λύση. Η συνείδηση αυτών που την προτείνουν έχει άμεσα οφέλη, ενώ το ότι οι προσλαμβανόμενοι έχουν ονοματεπώνυμο (και σόι) εξαργυρώνεται εκλογικά. Όμως, οι νέες προσλήψεις πρέπει να καλυφθούν από νέες επιδρομές στη φορολογία ή στην ρευστότητα. Ο αντίκτυπος στην ιδιωτική παραγωγή θα είναι άμεσος, ενώ η διεύρυνση του μεγέθους του Δημοσίου θα απαιτεί επιπλέον φορολογικά έσοδα σε μόνιμη βάση. Έτσι, μπορεί να ‘αντιμετωπίζεται’ σε επίπεδο εντυπώσεων το θέμα, μεγεθύνοντας όμως την αρχική αιτία που το δημιούργησε και καθιστώντας την μόνιμη λύση δυσχερέστερη.
Αλλά και η Νεοφιλελεύθερη λύση είναι λανθασμένη, με διαφορετικό τρόπο,: «Μην κάνετε τίποτε! Το κράτος είναι τμήμα του προβλήματος και όχι της λύσης». Η αγορά θα αντιμετωπίσει την ανεργία μόνη της – εμείς απλώς θα μειώνουμε το Κράτος. Η γοητεία της αδράνειας και της διανοητικής υπεροψίας. Όμως, όπως παρατήρησε ο Κέυνς πριν 80 χρόνια, οι τάσεις εξισορρόπησης λειτουργούν στη μακρά περίοδο, πλην όμως «μακροχρόνια θα είμαστε όλοι νεκροί». Οι μακροοικονομολόγοι μπορούν να συζητούν για το πόσο μακρά είναι η μακρά περίοδος, όμως εμείς γνωρίζουμε ότι στην Ελλάδα οι νέοι και νέες έχουν υποστεί μια ύφεση επτά ετών. Αλλά και στις θεωρητικά ‘καλές εποχές’ από το 2000 στο 2007 η ανεργία των νέων ‘χτυπούσε κόκκινο’. Ακόμη και να άρχιζε να λειτουργεί επιτέλους η αγορά εργασία για αυτούς που θα εισέρχονται, παραμένει το πρόβλημα για τους ήδη ανέργους. Για αυτούς υπάρχει ο κίνδυνος φαύλων κύκλων που θα τους συμπαρασύρουν προς τα κάτω με κίνδυνο να αποτελέσουν μια χαμένη γενιά σε μόνιμη βάση.
Αν τα απλουστευτικά δόγματα είναι λάθος, τότε τι είναι σωστό; Συμφωνούμε όλοι σε τρία πράγματα: Πρώτον, πρέπει να φροντίσουμε για νέες, παραγωγικές και βιώσιμες θέσεις απασχόλησης που παράγουν πλούτο. Δεύτερον, να βεβαιωθούμε ότι, όταν έλθει η ανάκαμψη, αυτή δεν θα είναι μια αναιμική ‘ανάπτυξη χωρίς δουλειές’ όπως αυτή που είχαμε. Τρίτον, ότι δεν πρέπει να αφήσουμε τα θύματα της κρίσης στην τύχη τους.

Εμείς οι φιλελεύθεροι στην Δράση, προσθέτουμε και ένα τέταρτο: να μην βάζουμε το πολιτικό κόστος και τους επικοινωνιολόγους πάνω από τα συμφέροντα των ιδίων των ανέργων και της παραγωγικής οικονομίας.

Αν εννοούμε πραγματικά ότι νοιαζόμαστε για την ανεργία πρέπει να προωθήσουμε δέσμη συνδυασμένων πολιτικών.

Οι πολιτικές αυτές εξαρτώνται από δράσεις τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη. Αν θέλαμε να βάζαμε ένα τίτλο στο πρόγραμμα, αυτός θα ήταν: Ουσιαστική πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα, πλαισιωμένη από σημαντική βελτίωση της λειτουργίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το πρόγραμμα περιληπτικά πρέπει να εξελίσσεται ι σε τέσσερα σκέλη:

Πρώτον, η ζήτηση της εργασίας πρέπει να προέρχεται από τις ανάγκες της πραγματικής παραγωγής – είτε για εξαγωγές, είτε για επενδύσεις (Ελληνικές και ξένες). Για να μην είναι ευχολόγιο απαιτείται πρόοδος στην ανταγωνιστικότητα, σταθερή και λογική φορολόγηση, μείωση της γραφειοκρατίας, επίλυση του προβλήματος των τραπεζών και της ρευστότητας.

Δεύτερον, στην προσφορά εργασίας. Εγκατάλειψη νοοτροπιών που ‘καλλωπίζουν’ την βραχυχρόνια εικόνα επιδεινώνοντας το μόνιμο πρόβλημα – όπως η πρόωρη συνταξιοδότηση ή οι διακρίσεις κατά των γυναικών και των νέων. Να παραδεχτούμε (χωρίς να μας το πει η τρόικα) ότι η αγορά εργασίας δύο ταχυτήτων θίγει πρωτίστως τους ανέργους. Ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ ανέργων του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα.

Τρίτον, ενεργητικά μέτρα για τους ήδη ανέργους. Οι ηλικίες που έχουν υποστεί το διπλό βάρος της κρίσης και των λανθασμένων πολιτικών που ακολουθήθηκαν πρέπει να ανακτήσουν τον χρόνο που έχασαν. Νέοι που παρέμειναν χρόνια στην ανεργία, αλλά και μεγαλύτερες γυναίκες που, τρομοκρατημένες, πείστηκαν να πάρουν σύνταξη στα 50 πρέπει να βρουν τρόπους να επανενταχθούν στον κορμό της παραγωγής.

Τέταρτον, προσαρμογές στην εισοδηματική στήριξη των ανέργων, την ασφάλιση της ανεργίας. Οι Ευρωπαϊκές ανισορροπίες θέτουν το θέμα της αμοιβαιότητας στην αντιμετώπιση της ανεργίας – της προέκτασης σε Ευρωπαϊκό επίπεδο της εγχώριας ασφάλισης ανεργίας. Ένα ευρωπαϊκής εμβέλειας πρόγραμμα ασφάλισης ανεργίας θα υλοποιεί την αλληλεγγύη μεταξύ χωρών αλλά και θα λειτουργεί και ως μακροοικονομική εξισορρόπηση.

Ένα πρόγραμμα που αντιμετωπίζει την ανεργία δεν έχει δογματική σαφήνεια, δεν είναι ιδεολογικά συνεκτικό, δεν προσφέρει εύκολα εκλογικά οφέλη. Προϋποθέτει εγκατάλειψη ιδεολογικών εμμονών καθώς επίσης απαιτεί παράλληλες δράσεις στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Προϋποθέτει ανάληψη πολιτικού κόστους προκειμένου να μειωθεί το κόστος της ανεργίας.

Η Αντιγόνη Λυμπεράκη, είναι υποψήφια Ευρωβουλευτής με τη Δράση