Συνεχίζεται το μελαγχολικό σίριαλ για τις εκπαιδευτικές ατυχίες της Ιλιάδας που διδάσκεται (άβολα και άκαιρα) στη δεύτερη τάξη του Γυμνασίου σε μετάφραση του Ιάκωβου Πολυλά. Ηλικίας άνω των 120 χρόνων, η οποία βρέθηκε στα κατάλοιπά του και κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1923, σε μεταθανάτια προφανώς έκδοση. Την προβληματική μεταφραστική της επίδοση σχολίασα τις προάλλες όσο μπορούσα πιο διακριτικά, από σεβασμό στη γενικότερη παιδεία του Πολυλά και στην πολύτιμη σολωμική του συνεισφορά. Που δεν φαίνεται όμως να τη σέβεται, όσο και όπως πρέπει, το επίσημο σχολικό εγχειρίδιο, κρίνοντας από την παράλειψη κάθε συστατικού στοιχείου για τον μεταφραστή, εκτός του ονόματός του.
Αν, πόσο και πώς εξυπηρείται με τους όρους αυτούς η επίγνωση των μαθητών για το ιλιαδικό έπος, ιδρυτικό έργο της ελληνικής και παγκόσμιας λογοτεχνίας, με τη διδακτική διαμεσολάβηση του συγκεκριμένου σχολικού εγχειριδίου, παραμένει μετέωρο ερώτημα, που δεν φαίνεται να βασάνισε πολύ τους συντάκτες του αλλά και τους «Κριτές-Αξιολογητές» του. Πρόκειται μάλλον για παράδειγμα προς αποφυγήν, αν συνυπολογιστούν μάλιστα και οι επίμαχες επιλογές μεταφρασμένων κειμένων.
Ετσι περνώ από τα ελλείμματα των μέσων στα στραβά της μεθόδου που ασκείται στη γυμνασιακή διδασκαλία του έπους. Περίπτωση πάντως να έχουν οι μαθητές στη διάθεσή τους ακέραιο το προκείμενο έπος, έστω στην ανεπίκαιρη αυτή μετάφραση, για να το διαβάσουν και να το απολαύσουν στο σπίτι τους, ώστε να μεταφέρουν ύστερα στην τάξη ελεύθερα τις εντυπώσεις τους, δεν φαίνεται να υπάρχει ούτε να ευνοείται. Εχω την αίσθηση πως μάλλον αποφεύγεται, προς κάλυψη των διδασκόντων, για τους οποίους προβλέπεται ομόθεμο (πληρέστερο και σοφότερο, υποτίθεται) εγχειρίδιο που εκμεταλλεύεται τα μπάζα της γνωστής βιβλιογραφίας. Προς αναπλήρωση πάντως των παραλειπομένων και στις δύο περιπτώσεις, βρίθουν οι, πληκτικές κατά κανόνα, περιλήψεις και η αυθαιρεσία της ανθολόγησης.
Δεν υπονοώ βέβαια πως απορρίπεται εξαρχής ο περιορισμός της διδασκαλίας στα κομβικά κεφάλαια και επεισόδια του έπους, για να μην πω πως επιβάλλεται, και όχι μόνον για οικονομία χρόνου. Θα πρέπει όμως να διαφαίνονται τα κριτήρια και οι στόχοι των σχετικών επιλογών, με έμφαση σ’ εκείνες που σηματοδοτούν τον προδρομικό χαρακτήρα της Ιλιάδας, την υπέρβαση δηλαδή παραδοσιακών συμβάσεων. Ζητούμενο που απαιτεί ευρύτερη και βαθύτερη λογοτεχνική προπαίδεια στον χώρο της αρχαϊκής ποίησης, προϋπόθεση που καθιστά, κατά τη γνώμη μου, αναγκαία τη μετάθεση αυτού του μαθήματος από τη δεύτερη τάξη του Γυμνασίου στη δεύτερη τάξη του Λυκείου.
Σε συνδυασμό μάλιστα με παράλληλη (συγκριτική τώρα) ανασκόπηση της Οδύσσειας, για να φανούν οι βαθύτερες ομοιότητες και διαφορές των δύο επών. Ειδικότερα ο τρόπος με τον οποίο το αρχαιότερο έπος προσγειώνεται (ενίοτε και υπογειώνεται) στο νεότερο. Παράδειγμα, οι τρεις εξέχοντες ιλιαδικοί ήρωες (ο Αγαμέμνων, ο Αχιλλέας και ο Αίας αμίλητος) που συμμετέχουν στο δεύτερο μέρος της οδυσσειακής «Νέκυιας». Στο πέρασμα εξάλλου από το ένα έπος στο άλλο αντιστρέφεται και το σθένος των τριών ομηρικών μεγαθεμάτων.
Το μεγάθεμα του ιλιαδικού πολέμου παραχωρεί στην Οδύσσσεια το καταλυτικό του σθένος τόσο στο μεγάθεμα της ομιλίας όσο και προπαντός στο μεγάθεμα του νόστου. Ο οποίος αποδείχνεται πολύτροπος και στα δύο έπη: στην Ιλιάδα εμφανίζεται φυγόμαχος, φαντασιακός και νεκρώσιμος∙ στην Οδύσσεια φιλόξενος, στερημένος αλλά και διπλά φονικός. Ανάλογες μετατροπές υφίσταται στην Οδύσσεια και το μεγάθεμα της ιλιαδικής ομιλίας, στην παρασυζυγική του προπάντων εκδοχή, όπου η Κίρκη πρώτα και η Καλυψώ ύστερα μετατρέπονται καθ’ οδόν από εμπόδια σε εφόδια του οδυσσειακού νόστου.
Επιστρέφοντας στις αντισυμβατικές ανατροπές της Ιλιάδας, υπενθυμίζω, με οριακή συντομία, τις δύο κυριότερες. Εμφανέστερη είναι η χρονική και δραματική συμπύκνωση του ιλιαδικού πολέμου σε σύγκριση προς τον παραδοσιακό Τρωικό Πόλεμο. Τα δέκα χρόνια του οποίου συμπυκνώνονται εδώ σε τέσσερις μόλις μάχιμες μέρες, ενώ η παρατακτική και επεισοδιακή σύνταξη μεταποιείται σε αύξουσα περιστροφή του δρωμένων γύρω από την ουλομένην μήνιν του Αχιλλέα. Η άλλη, απρόβλεπτη (ίσως μοναδική για πολεμικό έπος) ανατροπή εντοπίζεται στην έκβαση του ιλιαδικού πολέμου. Ο οποίος καταλήγει χωρίς νικητές και νικημένους και σφραγίζεται με την ταφή του Εκτορα, στο κρίσιμο σημείο εξάντλησης μιας συμφωνημένης ενδεκαήμερης ανακωχής, που παραμένει εφεξής μετέωρη.
Εντέλει ο ιλιαδικός πόλεμος (εμφύλιος στην αρχή και διαφυλετικός ύστερα) μοιράζεται ισότιμα μεταξύ Αχαιών και Τρώων, μετατρέποντας την αμοιβαία τους εμπάθεια σε αμοιβαία συμπάθεια μέσα από ένα αμοιβαίο πένθος. Που πάει να πει ότι: ο ποιητής της Ιλιάδας θεωρεί ότι η γενναία ποίηση δεν ορίζεται και δεν περιορίζεται από παραδοσιακές εντολές, στις οποίες ανήκει και η απαίτηση για τυπική αρχή και συμβατικό τέλος ενός έργου. Αντ’ αυτού μετεωρίζεται, εν ανάγκη και στο κενό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ