Ας τακτοποιήσουμε τις μνήμες μας: όλοι είχαμε δασκάλους καλούς και κακούς, επιμελείς και αδιάφορους, φιλικούς και αυστηρούς. Ξέρουμε πολύ καλά ποιοι μπορούσαν να μας εμπνεύσουν. Ξέρουμε επίσης ποιοι μας μόρφωσαν και ποιοι άξιζαν την καζούρα. Τους δασκάλους μας τους έχουμε αξιολογήσει από μόνοι μας, τους είχαν αξιολογήσει οι γονείς μας, οι συμμαθητές μας και οι υπόλοιποι διδάσκοντες. Στη σχολική κοινότητα δεν μένει κρυφή η αξία κανενός. Είναι λοιπόν αφελές να διαμαρτύρονται οι συνδικαλιστές για την αξιολόγηση που ξεκινά στα σχολεία. Πάντα γινόταν αξιολόγηση απλά τώρα επιδιώκεται να γίνεται οργανωμένα, με επιστημονικά κριτήρια, με συντονισμό του υπουργείου Παιδείας.
Το ζήτημα της αξιολόγησης είχε ανοίξει η Αννα Διαμαντοπούλου αλλά προσέκρουσε στις δυνάμεις που στηρίζουν το «ασάλευτο παρόν».Οι συνδικαλιστές εκπαιδευτικοί έχουν έτοιμο ένα «όχι» στο διηνεκές. Το ζήτημα επανέφερε ο τωρινός υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος. Το Σαββατοκύριακο λοιπόν ξεκίνησαν σεμινάρια για 160 άτομα ( περιφερειακούς διευθυντές, προϊστάμενους επιστημονικής και παιδαγωγικής καθοδήγησης, διευθυντές διευθύνσεων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, γενικούς διευθυντές του υπουργείου). Κατά την είσοδό τους στο σεμινάριο αντιμετώπισαν γιουχαΐσματα συναδέλφων τους.
Οι εκπαιδευτικοί που διαμαρτύρονται προδικάζουν ότι η αξιολόγηση θα γίνει με κομματικά κριτήρια. Κάποιος θα έπρεπε να τους ενημερώσει ότι δεν λειτουργούν πια κλαδικές και ότι η επιρροή των κομμάτων υποχωρεί όλο και περισσότερο στους χώρους εργασίας. Εν πάση περιπτώσει δεν μπορεί να μπλοκάρεται μια διαδικασία από τις εικασίες για πιθανή στρέβλωση. Οι συνδικαλιστές εντούτοις θα μπορούσαν να προτείνουν δικλείδες ασφαλείας ώστε να μην γίνουν «πολιτικές διώξεις». Πριν όμως αναπτύξουν την κινδυνολογία τους, ας μελετήσουν τα σημεία της αξιολόγησης για να διαπιστώσουν ότι είναι πολύπλευρη και δεν επιτρέπει να παρεισφρήσουν οι όποιες κομματικές ντιρεκτίβες.
Οι εκπαιδευτικοί που διαμαρτύρονται συσχετίζουν την αξιολόγηση με πιθανές απολύσεις. Πράγματι, είναι λυπηρό να χάνουν άνθρωποι τη δουλειά τους αλλά τούτο δεν σημαίνει ότι ένας ανίκανος εκπαιδευτικός δικαιούται να χαραμίζει τις ώρες των μαθητών του. Κάποτε θα πρέπει να κριθούν όσοι έχουν ψυχιατρικά προβλήματα (περί τους 5.000 είχαν υπολογιστεί προ πενταετίας), κάποτε θα πρέπει να κριθούν όσοι έχουν βίαιη συμπεριφορά ή δεν προσέρχονται στα καθήκοντά τους. Πέρα από τον εντοπισμό των κακών περιπτώσεων η αξιολόγηση έχει κι άλλο ρόλο: να αναδείξει τους άριστους.
Δεν είναι λίγοι οι εκπαιδευτικοί που βρίσκονται σε συνεχή κατάρτιση, κάνοντας μεταπτυχιακά, παρακολουθώντας σεμινάρια. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που δίνουν τον προσωπικό τους χρόνο για να οργανώσουν ομάδες έρευνας και τέχνης μέσα στο σχολείο. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που έχουν χάρισμα, αυτό το παιδαγωγικό δώρο να ακούνε τα παιδιά και να επικοινωνούν μέσα από δικούς τους διαύλους. Δεν θα έπρεπε άραγε αυτοί να προκρίνονται σε θέσεις ευθύνης; Σήμερα εφαρμόζεται το αναχρονιστικό σύστημα της «σειράς» όπου η παλαιότητα και τα μόρια αποτελούν κριτήριο ανέλιξης.
Οι εκπαιδευτικοί είναι οι εργαζόμενοι που τα τελευταία χρόνια συκοφαντήθηκαν περισσότερο από άλλους. Διακινήθηκε ο μύθος ότι δουλεύουν δυο ώρες τη μέρα και κάθονται τέσσερις μήνες το χρόνο. Η αξιολόγηση δίνει τη δυνατότητα να αποδείξουν ποιοι πραγματικά είναι, να αναπτύξουν υγιή ανταγωνισμό και να αναδείξουν τους καλύτερους. Η ισοπέδωση άλλωστε ανήκει σταeighties.