Στις παλαιού τύπου συνελεύσεις, των οργανώσεων του πάλαι ποτέ ΚΚΕ, εφαρμοζόταν απαραίτητα η καθιερωμένη διαδικασία: εισήγηση από τον καθοδηγητή –ερωτήσεις –τοποθετήσεις –κλείσιμο ή συμπεράσματα από τον ίδιο καθοδηγητή. Η εισήγηση διαιρείτο οπωσδήποτε σε δύο μέρη. Το πρώτο αφορούσε τις αντικειμενικές, το δεύτερο τις υποκειμενικές προϋποθέσεις για την επαναστατική κατάληψη της εξουσίας. Συνηθισμένο ήταν ο προσανατολισμός της εισήγησης να είναι αισιόδοξος, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τις υποκειμενικές προϋποθέσεις, γιατί αλλιώς θα άνοιγε πεδίο για την αμφισβήτηση της καθοδηγητικής ομάδας. Είναι γνωστή η ιστορία αυτού του κρατούμενου εργάτη, ο οποίος μια μέρα αγανακτισμένος είπε: «Δεν καταλαβαίνω, ρε σύντροφοι. Οι αντικειμενικές προϋποθέσεις καλές, οι υποκειμενικές ακόμα καλύτερες και ο Μήτσος πάντα στη Ακροναυπλία».
Το λέω αυτό γιατί διαβάζοντας ιδιαίτερα τα κείμενα των ανεπαρκέστατων ηγετών της Δημοκρατικής Παράταξης, διαπιστώνει κάποιος ότι υπάρχει μια γενικευμένη προσπάθεια, να εμπεδωθεί η άποψη ότι «εμείς σωστά αρμενίζουμε, αλλά ο γιαλός είναι στραβός». Τουλάχιστον αυτό φαίνεται ότι προκύπτει από τις τελευταίες ανακοινώσεις που προσπάθησαν να συμμαζέψουν τα ασυμμάζευτα, δηλαδή την πενιχρή παρουσία του ΠαΣοΚ στην πρόβλεψη των αποτελεσμάτων για τις ευρωπαϊκές εκλογές (κάτω από το 5%), ενώ παράλληλα στις τοπικές εκλογές όλο και μεγαλύτερος αριθμός αιρετών «κάνουν τον τρελό», δηλαδή αποφεύγουν πάση θυσία να συγχρωτιστούν με αυτή τη φθαρμένη πολιτική ηγεσία.
Και αυτό ενώ ο διάλογος για το μέλλον της Δημοκρατικής Παράταξης κάνει κύκλους, κλωθογυρίζει άσκοπα και δεν μπορεί να ξεφύγει από τους δύο πόλους που καθορίζουν το σημερινό αδιέξοδο: την αποφυγή του παρελθόντος και την αδυναμία διατύπωσης πρότασης για το μέλλον. Συζητούμε, δηλαδή, για πρόσωπα και σχήματα, αλλά όχι για ουσιαστικές προτάσεις. Λίγοι είναι αυτοί που μπορούν να διατυπώσουν ένα σαφές σχέδιο αλλαγής της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας που έχει χρεοκοπήσει. Οι συγκεκριμένες και άμεσα υλοποιήσιμες προτάσεις είναι σπάνιες έως ανύπαρκτες, γι’ αυτό και θα πρέπει όσοι έχουν το προνόμιο του λόγου, προφορικού ή γραπτού, να αρχίζουν να βάζουν τους υπευθύνους μπροστά στις ευθύνες τους.
Την επομένη μέρα της μεγάλης και ιδρυτικής τρόπον τινά συνδιάσκεψης της Ελιάς, βρεθήκαμε σε καθιερωμένη ώρα στο σύνηθες καφενείο, εφτά άνθρωποι κάποιας ηλικίας, που όλοι έχουν κάποιο παρελθόν στη Δημοκρατική Παράταξη. Κάποιος ρώτησε: «Ποιες είναι οι βασικές κατευθύνσεις της ομιλίας του Βενιζέλου; Ποιες προτάσεις έκανε;».
Ολοι οι άλλοι είχαμε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο παρακολουθήσει αυτή την ομιλία. Κανείς δεν μπορούσε να απαντήσει. Κανείς δεν θυμόταν τι είχε πει ο αρχηγός του ΠαΣοΚ που μιλούσε στη συνδιάσκεψη για μεγάλο χρονικό διάστημα, με την καλλιέπεια, τη γλωσσική επάρκεια και την ορμητικότητα που συνήθως χαρακτηρίζει τον λόγο του. Πώς μπορεί να έχει κανείς την αξίωση από έναν μέσο πολίτη να κινητοποιηθεί από έναν λόγο που μένει σε τέτοια επίπεδα γενικολογίας ώστε να είναι αδύνατο να λειτουργήσει λυτρωτικά για ανθρώπους κάποιας ηλικίας με μεγάλη εμπειρία κομματικής λειτουργίας.
Η πολιτική δεν είναι μόνο ό,τι αφορά τη συντεχνία των πολιτικών και τα ιδιαίτερα συμφέροντά τους. Στην Ελλάδα, έπειτα από πολυετή πολιορκία, έπεσαν μία – μία οι οχυρώσεις που αφορούν βασικούς θεσμούς της πολιτείας. Οσοι είχαν ένα έστω και μικρό μερίδιο εξουσίας προσπαθούσαν να το οικειοποιηθούν και να το διευρύνουν. Τομείς ολόκληροι της κοινωνικής μας δραστηριότητας έχουν υπονομευθεί από τη θανάσιμη αυτή νοοτροπία. Οι υπηρεσίες του κράτους οφείλουν να εξυπηρετούν τις ανάγκες των πολιτών και όχι να γίνονται εργαλείο για την ευημερία των υπαλλήλων που έχουν εξασφαλίσει μόνιμη απασχόληση σε αυτές. Είναι επίσης ανάγκη να αντιμετωπιστεί η σχέση Εκκλησίας και Κράτους. Δεν μπορεί να υπάρχει καταμεσής στην Ευρώπη ένα παράδειγμα επίσημης κρατικής θρησκείας βυζαντινού τύπου. Ούτε είναι δυνατόν να αναγνωριστεί η θρησκευτική πρακτική τού ενός ως αξιολογότερη της απουσίας θρησκευτικής πρακτικής κάποιου άλλου.
Αυτά όλα τα πολιτικά θέματα συγκροτούν μια επισφαλή επιφάνεια για κάποιον που θέλει να προσφέρει τις υπηρεσίες του, αλλά δεν έχει τη διάθεση να μπει σε περιπέτειες. Ας ανοίξει λοιπόν μια τέτοια συζήτηση και ασφαλώς το τρομακτικό ποσοστό των αναποφασίστων θα μειωθεί. Κάτι θα πάρει και το «όλον ΠαΣοΚ» του κ. Βενιζέλου και των φίλων του. Ισως και καμιά έδρα στην Ευρωβουλή.
Ο κ. Θεόδωρος Πάγκαλος είναι πρώην υπουργός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ