Θα αγοράζατε ποτέ φρέσκα φρούτα μέσω Ιnternet; Οι περισσότεροι καταναλωτές απαντούν αρνητικά στο ερώτημα αυτό. Ωστόσο, διαφαίνεται ότι η μεγέθυνση του ηλεκτρονικού εμπορίου, καθώς και τα άλματα που καταγράφει το μάρκετινγκ αγροτικών προϊόντων, ενδεχομένως να μειώσουν αισθητά τις απορριπτικές απαντήσεις στο κοντινό μέλλον.
Με εξαίρεση την πίτσα και το σουβλάκι, ελάχιστα είναι τα τρόφιμα που παραγγέλνουν οι Ελληνες μέσω Ιnternet. Ειδικά για τις παραγγελίες των ειδών μαναβικής, δεν εμφανίζονται διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουν τον υπολογιστή τους. Ο μέσος καταναλωτής, αν δεν πιάσει τον καρπό του φρούτου, δύσκολα μπορεί να διακρίνει αν είναι φρέσκος, νόστιμος και αν αξίζει τα λεφτά του. Αλλά η «ιεροτελεστία» αυτή αφορά τα φρούτα που είναι διαθέσιμα στον καταναλωτή. Και όχι αυτά που δεν διατίθενται από το κατάστημα. Και οι περιπτώσεις αυτές δεν είναι λίγες.
Για παράδειγμα, τα βατόμουρα θεωρούνται ο βασιλιάς των superfruits, δηλαδή των φρούτων που έχουν ευεργετικές ιδιότητες για τον οργανισμό και η διατροφική αξία τους είναι ανάλογη της εμπορικής. Είναι ενδεικτικό πως μια συσκευασία νωπών βατόμουρων, βάρους 125 γραμμαρίων, πωλείται σήμερα στη λιανική περίπου προς 5,50 ευρώ. Κάποιος, λοιπόν, που καταναλώνει μισό κιλό βατόμουρα θα πρέπει να πληρώσει 22 ευρώ σε εβδομαδιαία βάση. Με τα ίδια χρήματα θα μπορούσε να αγοράσει περί τα 35 κιλά πορτοκάλια, 13 κιλά μήλα και 3,5 κιλά φράουλες.
Σε αντίθεση με τα παραπάνω φρούτα, οι καρποί του βατόμουρου δεν μπορούν να διατηρηθούν σε θερμοκρασίες δωματίου περισσότερο από 24 ώρες. Μετά τη συγκομιδή τους πρέπει να προψύχονται και να συντηρούνται στους 0°C. Η δε μεταφορά τους πρέπει να γίνεται σε ελεγχόμενη ατμόσφαιρα. Θα υπέθετε κανείς πως λόγω των ειδικών αυτών περιορισμών (συντήρησης και μεταφοράς), τα ελληνικά βατόμουρα θα κυριαρχούσαν στην εγχώρια αγορά και θα ήταν πολύ πιο φθηνά. Ωστόσο αυτό δεν ισχύει. Αντιθέτως. Στην Ελλάδα το βατόμουρο δεν καλλιεργήθηκε ποτέ συστηματικά και είναι δυσεύρετο. Μάλιστα, όσοι έλληνες παραγωγοί το έχουν καλλιεργήσει τείνουν να εναρμονίζουν τις τιμές τους με αυτές των ακριβών εισαγόμενων προϊόντων.
Σήμερα, αν κάποιος είναι φίλος του βατόμουρου, δεν είναι υποχρεωμένος να καταβάλει 44 ευρώ για να αγοράσει ένα κιλό από το superfruit. Υπάρχουν αρκετές πλατφόρμες ηλεκτρονικού εμπορίου μέσω των οποίων μπορεί να το προμηθευτεί μέσα σε δύο ημέρες, από 6 έως 8 ευρώ το κιλό, από ευρωπαίο καλλιεργητή, με σφραγίδα προέλευσης και «εγγυημένη» ποιότητα. Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Alibaba, της μεγαλύτερη εταιρείας ηλεκτρονικού εμπορίου της Κίνας, η οποία ειδικεύεται στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων και από την οποία μπορεί κανείς να προμηθευθεί βατόμουρα Πορτογαλίας, Μεξικού, αλλά και Κίνας, σε τιμή που είναι 7 φορές μικρότερη σε σχέση με τις υφιστάμενες στη λιανική αγορά.
Μέσω των ηλεκτρονικών «κεντρικών αγορών» όπως η Alibaba ο καταναλωτής αποκτά πρόσβαση σε εκατοντάδες αγροτικά προϊόντα που πωλούνται σε τιμές χονδρικής, ενώ έχει τη δυνατότητα να επικοινωνήσει απευθείας με τον παραγωγό και να λάβει πληροφορίες για το προϊόν που τον ενδιαφέρει. Καθώς ο παραγωγός αξιολογείται από τους χρήστες της πλατφόρμας, έχει κάθε λόγο να δίνει πρόσθετη προσοχή στο προϊόν που εμπορεύεται, στον τρόπο με τον οποίο το τυποποιεί και στο πώς το στέλνει στον πελάτη του.
Το 1983 ο Ευγένιος Τριβιζάς δημιούργησε τη «Φρουτοπία», ένα κόμικ που ολοκληρώθηκε σε τρεις κύκλους και 50 τεύχη. Στο τεύχος 9, με τίτλο «Ο μανάβης και η σοπράνο», τίθεται το ερώτημα αν θα υποψιαστούν τα φρούτα ότι ο τενόρος Φαλτσαδόρ είναι στην πραγματικότητα ο Μανόλης ο μανάβης και αν θα καταφέρουν να φτάσουν στη μακρινή Χονολουλού ο Λάκης ο λωτός και η Βεατρίκη το σπαράγγι. Τριάντα χρόνια μετά, το virtual μανάβικο έχει δώσει την απάντηση.

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 9 Μαρτίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ