Με το ζόρι νηστεία δεν γίνεται. Η σχετική διευκρίνιση δεν επιχειρείται λόγω της έναρξης της Σαρακοστής, αλλά με αφορμή τη δημοσιοποίηση κάποιων ερευνών που προτείνουν ως ενδεδειγμένη «λύση» για το ελληνικό χρέος την ετήσια καταγραφή «κτηνωδών» πλεονασμάτων, αλλά και την αποχή από τις αγορές δανεισμού έως το 2030!
Οι διακεκριμένοι οικονομολόγοι του Iνστιτούτου Bruegel, σε έκθεση που συνέταξαν για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, πρότειναν ως λύση για τη διαχείριση του ελληνικού χρέους να παραμείνει η Ελλάδα εκτός αγορών ως το 2030, να λάβει ένα τρίτο δάνειο, ύψους 40 δισ. ευρώ, και να στηριχθεί από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ώστε μέσα από αναπτυξιακές δράσεις (!) να μειωθεί το χρέος της ως ποσοστό του ΑΕΠ. Σε περίπτωση δε που ούτε αυτά αποδειχθούν αρκετά, πρότεινε συμπληρωματικά να μην καταβληθούν τόκοι στην ευρωζώνη έως ότου καταστεί βιώσιμο το ελληνικό χρέος.
Η τρόικα από την πλευρά της τον Νοέμβριο του 2012 στάθμισε το ελληνικό χρέος με διαφορετικά δεδομένα. Αφού προσδιόρισε το όριο βιωσιμότητας του χρέους στο 110% του ΑΕΠ έως το 2022 (εκτιμώντας πως η χώρα θα ανακτήσει την επενδυτική εμπιστοσύνη εάν το χρέος πέσει σε αυτά τα επίπεδα), έθεσε ως απαραίτητες προϋποθέσεις για την επίτευξη του αποτελέσματος αυτού α) ότι η Ελλάδα ως το 2022 θα αναπτύσσεται με μέσο ρυθμό 4,5% του ΑΕΠ, β) ότι θα δανείζεται με μέσο (ονομαστικό) επιτόκιο 2,5% και γ) ότι θα καταγράφει ετησίως πρωτογενή πλεονάσματα 4,5% του ΑΕΠ ή περίπου 9 δισ. ευρώ, περιλαμβανομένων και των εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις.
Το δύσκολο δεν είναι να θέσεις έναν στόχο για τη βιωσιμότητα του χρέους. Το δύσκολο είναι να τον πετύχεις. Οποιοσδήποτε οικονομολόγος θα μπορούσε να αποσπάσει 15 λεπτά διασημότητας κάνοντας μια πρόταση για το ελληνικό χρέος. Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να υποστηρίξει πως για να επανέλθει η Ελλάδα στις αγορές το χρέος της θα πρέπει να μειωθεί μέχρι το 2022 στο 85,5% του ΑΕΠ. Για να γίνει αυτό, «αρκούν» πρωτογενή πλεονάσματα και έσοδα από ιδιωτικοποιήσεις ύψους 5,5% του ΑΕΠ την επόμενη οκταετία (11 δισ. ευρώ ετησίως κατά μέσο όρο), ο δανεισμός της χώρας με μέσο επιτόκιο 2% και ρυθμοί ανάπτυξης 5,5%!
Σε κάθε περίπτωση, όλα τα παραπάνω επιβεβαιώνουν τον αστεϊσμό ότι «οικονομολόγος είναι ένας άνθρωπος που θα ξέρει αύριο ότι αυτά που προέβλεψε χθες δεν συνέβησαν σήμερα». Αλλά με τις τύχες εθνών δεν πρέπει να αστειεύεται κανείς. Ειδικά δε θεσμοί όπως το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που αρέσκονται να προβάλλουν την εγκυρότητα, την ανυστεροβουλία και την επιστημονική τους επάρκεια. Και για τον λόγο αυτόν «ενδέχεται» τους επόμενους μήνες να καταγραφεί μια διαφοροποίηση εντός της τρόικας για το ελληνικό χρέος. Ειδικά από την πλευρά του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Ιδιαίτερα σημαντική για την Ελλάδα είναι η έκθεση η οποία θα κατατεθεί προς έγκριση τον Ιούνιο στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΔΝΤ και θα εισηγείται αλλαγές στη «συμβατική προσέγγιση» (εργαλειοθήκη) του Ταμείου σε ζητήματα αναδιάρθρωσης κρατικών χρεών. Σύμφωνα με πληροφορίες που έχουν διαρρεύσει, η έκθεση αυτή θα προτείνει ως ενδεδειγμένες παρεμβάσεις για την ανάπτυξη υπερχρεωμένων κρατών τη διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους, τη φορολόγηση των αποταμιεύσεων και την τεχνητή ενίσχυση του πληθωρισμού. Θα καταρρίπτει δε την «ψευδαίσθηση» ότι οι πλούσιες χώρες είναι διαφορετικές από τις φτωχές στο θέμα του κουρέματος του χρέους.
Με άλλα λόγια, η έμμεση αναγνώριση του ΔΝΤ ότι το «κούρεμα κάνει καλό στην ανάπτυξη» (debt haircut is good for growth), κάτι το οποίο θα μπορούσε επιτέλους να παραδεχθεί ο κ. Τόμσεν, θα επιβεβαιώνει εκείνους που υποστηρίζουν πως ο καπιταλισμός χωρίς «χρεοκοπία» είναι σαν τον Παράδεισο χωρίς την Κόλαση. Το μεγάλο ζήτημα είναι το πώς θα επηρεάσουν οι διαπιστώσεις αυτές την Ελλάδα και αν θα διαφοροποιήσουν την προσέγγιση της τρόικας στο θέμα του χρέους…

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino το Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ