Σε μια χώρα που δοκιμάζεται από πολυετή δημοσιονομική ύφεση με όλες τις αρνητικές συνέπειες στο κοινωνικό «γίγνεσθαι», ο ρόλος των Θεσμών γίνεται όλο και πιο σημαντικός.
Η Αστυνομία καλείται όλο και πιο συχνά να παρέμβει σε όλο και αυξανόμενα κρούσματα ανομίας, παρανομίας, διαφθοράς, παρεκκλίνουσας συμπεριφοράς, τροχαίας παραβατικότητας… Η επαφή των Αστυνομικών με πολίτες είναι και συχνότερη και πιο συγκρουσιακή από ό,τι στο παρελθόν.
Με αφορμή τις πρόσφατες δηλώσεις του κ. Δένδια για τον εκσυγχρονισμό της ΕΛ.ΑΣ, φρονώ πως ήλθε η ώρα να συζητήσουμε με περισσότερη σαφήνεια για μια εκ βάθρων αναδιάρθρωση του Σώματος. Από το 1984 ακόμα, με την ενοποίηση της Αστυνομίας Πόλεων και της Χωροφυλακής για την δημιουργία της ΕΛ.ΑΣ., ο νομοθέτης σοφά προέβλεπε ότι ο μετασχηματισμός της σχέσης κοινωνίας – Κράτους περνά μέσα από τον εκσυγχρονισμό των Θεσμών.Σήμερα, η ανάγκη αυτή είναι πιο επιτακτική από ποτέ!
Πρώτα μερικές βασικές παραδοχές: Ουσιαστική μεταρρύθμιση δε μπορεί να προέλθει μόνο από αναδιάρθρωση των δομών. Ασφαλώς και είναι προς τη σωστή κατεύθυνση αλλά οι παρεμβάσεις που απαιτούνται πρέπει να είναι ριζοσπαστικές με στόχο την σταδιακή αλλαγή νοοτροπίας και όχι απλώς την αλλαγή στους τίτλους των υπηρεσιών…
Η ΕΛ. ΑΣ είναι «σαρξ εκ της σαρκός» της Ελληνικής κοινωνίας. Συγκεντρώνει όλες τις παθογένειες αλλά και όλα τα προτερήματα του λαού μας. Σαθρές οργανωτικές δομές, «ωχαδερφισμός», προχειρότητα αλλά ταυτοχρόνως φιλότιμο, μεγαλοψυχία, έξυπνες λύσεις και θάρρος.
Αντιφατικά; Ίσως. Όσο αντιφατικοί είμαστε όλοι μας στην καθημερινότητά μας…
Το αστυνομικό έργο αναλύεται κοινωνιολογικά, ψυχολογικά, πολιτικά, ιστορικά από μια πλειάδα κοινωνικών επιστημόνων. Πόσο εύκολα όμως ξεχνάμε ότι η αστυνόμευση διατηρεί κάποια στοιχεία «τέχνης» (craft) που απαιτούν και μια πρακτική προσέγγιση.
Έχοντας αυτές τις σκέψεις υπ όψιν, αποφάσισα να παρουσιάσω έναν σύντομο πρακτικό κατάλογο με εφαρμόσιμες λύσεις για τον διακαή πόθο όλων ημών που ασχολούμαστε με το αστυνομικό έργο: Τον εκσυγχρονισμό της ΕΛ. ΑΣ.
Βήμα πρώτο: Κατάργηση της Σχολής Αξιωματικών. Ο λόγος για την ίδρυση Ανωτάτων σχολών Αστυνομίας ήταν η αναβάθμιση του επιπέδου σπουδών και, κατά συνέπεια, του επαγγέλματος.
Κατανοητή και λογική η επιθυμία, αλλά δυστυχώς δημιούργησε περισσότερα προβλήματα από όσα έλυσε διότι δεν έλαβε υπόψιν τις ιδιαιτερότητες του χώρου.
Το αστυνομικό έργο βασίζεται στην βαθιά γνώση και κατανόηση της κοινωνικής πραγματικότητας. Εκτός από επιστημονική γνώση, απαιτεί εμπειρία και δυνατότητα ενδελεχούς ανάλυσης σύνθετων κοινωνικο-πολιτικών και ψυχολογικών διεργασιών. Τέτοιου είδους σύνθετη γνώση δε μπορεί να αποκτηθεί μέσα σε 4 χρόνια σπουδών ώστε ένας νέος 22 ετών να μπορέσει να ασκήσει διοίκηση. Το επιχείρημα ότι «22χρονοι πετάνε F 16» δεν ευσταθεί. Οι 22 χρονοι πιλότοι καλούνται να είναι μαχητές. Οι 22 χρονοι αξιωματικοί της ΕΛ.ΑΣ. πρέπει να είναι «ψυχολόγοι του πεζοδρομίου». Τεράστια και αυτονόητη η διαφορά.
Βήμα δεύτερο: Αξιωματικοί ειδικών, όχι «γενικών», καθηκόντων. Ζούμε – εδώ και χρόνια – στην εποχή της απόλυτης εξειδίκευσης. Για την ουσιαστική αναβάθμιση του αστυνομικού έργου είναι απαραίτητη η προσαρμογή της ΕΛ. ΑΣ και σε αυτή την πραγματικότητα. Οι αστυνομικοί, ως σύγχρονοι επαγγελματίες, πρέπει να απαλλαγούν από την πεζοδρομιακή λογική «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω» και να αποκτήσουν εξειδίκευση σ ένα αντικείμενο με το οποίο θα αρχίζουν και θα τελειώνουν την καριέρα τους. Οι σύγχρονες προκλήσεις στα θέματα ασφάλειας και εγκληματικότητας περιλαμβάνουν κακοποιούς με υψηλή «εξειδίκευση» σε διάφορες κατηγορίες εγκλημάτων (π.χ. τρομοκρατία, ηλεκτρονικό έγκλημα κλπ.) Οι διώκτες τους πρέπει να είναι το ίδιο – και ιδανικά περισσότερο – εκπαιδευμένοι και επαρκείς.
Βήμα τρίτο: Απογαλακτισμός του αρχηγείου της ΕΛ. ΑΣ από το Υπουργείο.
Οι εποχές που η αστυνομία θεωρείτο ανεξέλεγκτη και επιρρεπής σε εξωθεσμικές επιρροές έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Οι σύγχρονοι αστυνομικοί και δημοκράτες είναι και καταρτισμένοι, ώστε να τους δοθεί αρκετή επαγγελματική και υπηρεσιακή ανεξαρτησία. Το φαινόμενο του να παρεμβαίνει ο εκάστοτε υπουργός ακόμα και στην επιχειρησιακή(!) δράση της αστυνομίας είναι αναχρονιστικό και απαράδεκτο. Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, δε προτείνω την δίχως πολιτικό έλεγχο αστυνομία. Στις δημοκρατίες οι πολιτικοί, ως εκφραστές της θέλησης του λαού, οφείλουν και πολιτική να χαράσσουν και να ελέγχουν τα Σώματα Ασφαλείας. Προτείνω όμως την κατάργηση του «στραγγαλιστικού» επιχειρησιακού ελέγχου του Σώματος. Ο Αρχηγός της ΕΛ. ΑΣ είναι –και πρέπει να είναι – υπόλογος στον Υπουργό. Αφού όμως πρώτα αφεθεί ελεύθερος να δράσει…
Βήμα τέταρτο: Έγκριση του Αρχηγού της ΕΛ. ΑΣ. από την Βουλή των Ελλήνων.
Δεν είναι δυνατόν να ομιλούμε περί συναινέσεως σε διάφορα πολιτικά ζητήματα και να μη το πράττουμε στο κορυφαίο θεσμικά θέμα της επιλογής του αρχηγού της ΕΛ. ΑΣ. Ασφαλώς η επιλογή του αρχηγού είναι πολιτική και έτσι πρέπει. Ο Αρχηγός καλείται να εφαρμόσει συγκεκριμένη πολιτική και να συνεργαστεί στενά με τον εκάστοτε υπουργό, άρα πρέπει να είναι δικής του επιλογής. Όμως στους καιρούς που ζούμε, η έννοια της «λογοδοσίας» (accountability) είναι σημαντικό βήμα για την ενίσχυσης της ίδιας της Δημοκρατίας. Ο αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ. υπηρετεί όλον τον Ελληνικό λαό, άρα πρέπει να εγκρίνεται και να ελέγχεται από το σύνολο των εκπροσώπων του, δηλαδή τους Έλληνες Βουλευτές. Επιπλέον, μια έγκριση της Βουλής αναβαθμίζει το κύρος του Αρχηγού και του δίνει μια διευρυμένη εξουσία ώστε να επιτελέσει με μεγαλύτερη άνεση το έργο του.
Προφανώς η λίστα αυτή δεν εξαντλεί τα θέματα που χρήζουν συζήτησης και εκσυγχρονισμού στην ΕΛ. ΑΣ. Ηταν κάποιες θεσμικού τύπου αλλαγές που θα έφερναν έναν νέο «άνεμο» στο Σώμα.
Ο κ. Κωνσταντίνος Δούβλης είναι διδάκτωρ Εγκληματολογίας (University of Essex, UK) και ειδικευμένος σε θέματα Ασφάλειας και Αστυνομικού έργου. (Master of Arts in Criminal Justice, Loyola University of Chicago, USA).