Παρακολουθούσα προ ημερών, με έκπληξη και θαυμασμό, έναν βουλευτή που με ρητορική δεινότητα και φανερό πάθος υπερασπιζόταν τα συμφέροντα των αγροτών. Εννοείται ότι ο εν λόγω εκλέγεται σε αγροτική περιοχή. Αυτό μου θύμισε έναν παλιό φίλο ο οποίος, πριν από πολλά χρόνια, είχε εκλεγεί βουλευτής και όταν τον ρώτησα περιπαιχτικά τι μύγα τον είχε τσιμπήσει, μου απάντησε με πλήρη σοβαρότητα «Ανακατεύτηκα για να προωθήσω τα συμφέροντα των εφοπλιστών». Περιττό να προσθέσω ότι ο ίδιος είχε συμφέροντα στον χώρο των εφοπλιστών.
Μπορούμε να κατανοήσουμε τη συμπεριφορά των συνδικαλιστών που εξυπηρετούν κλαδικά και προσωπικά συμφέροντα. Θα έλεγε κανείς ότι αυτή είναι η δουλειά τους, έστω κι αν έδρασαν με καταστροφικό για τη χώρα τρόπο. Ομως, άλλο πράγμα η ΓΣΕΕ κι άλλο η Βουλή.
Εμείς, οι απλοί πολίτες, πιστεύουμε ότι οι βουλευτές δεν είναι… βολευτές (παλιό παρατσούκλι), δηλαδή δεν εκπροσωπούν ούτε ικανοποιούν τα συμφέροντα των ψηφοφόρων τους. Αντίθετα, πιστεύουμε ότι πρέπει να σκέφτονται, να βουλεύονται και να αποφασίζουν με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, σταθμίζοντας τη γενικότερη κατάσταση της χώρας. Στο εθνικό συμφέρον ενυπάρχουν τα κλαδικά και ατομικά συμφέροντα.
Είναι κοινή η εντύπωση ότι στο ρουσφέτι, ατομικό ή ομαδικό, είμαστε παγκόσμιοι πρωταθλητές. Σε άλλες χώρες, π.χ. στις ΗΠΑ, τα ομαδικά συμφέροντα εκφράζονται και προωθούνται από τα διάφορα λόμπι. Ομως, τα μέλη του Κογκρέσου δεν συμμετέχουν σε αυτά. Στη χώρα μας, τα συμφέροντα είναι μέσα στη Βουλή και νομοθετούν. Ισως γι’ αυτό η Βουλή δεν αναφέρεται πλέον ως Εθνοσυνέλευση, διότι φαίνεται ότι εκεί δεν κυριαρχεί το εθνικό συμφέρον.
Το ουσιαστικό ερώτημα, βέβαια, είναι τι μπορούμε να κάνουμε για να αντιμετωπίσουμε αυτή την κακή κατάσταση. Είναι σαφές ότι ένα σύστημα που υφίσταται για δύο αιώνες δεν μπορεί να ανατραπεί ούτε εύκολα ούτε σύντομα. Η κουλτούρα της πολιτικής ζωής δεν αλλάζει από τη μια μέρα στην άλλη. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι ένα κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ, υπόσχεται τα πάντα στους πάντες και επίσης ότι υπάρχουν χιλιάδες που φαίνεται πως πείθονται, ενώ είναι φανερό και βέβαιο ότι καμία από τις υποσχέσεις που με τόση απλοχεριά δίνονται δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί.
Είναι δύσκολο να σκεφτεί κανείς αλλαγές στο πολιτικό σύστημα που θα περιόριζαν τον λαϊκισμό και τις πελατειακές σχέσεις. Μερικοί προτείνουν κυβέρνηση με εξωκοινοβουλευτικούς υπουργούς, που να μην έχουν τον φόβο της εκλογικής αποτυχίας και έτσι να κόψουν τη φόρα των βουλευτών και των πολιτευτών.
Ομως, επ’ αυτού του θέματος, η πρόσφατη εμπειρία δεν μας δίνει σαφή συμπεράσματα. Από τη μια μεριά έχουμε την περίπτωση του Γ. Στουρνάρα που είναι ένας από τους πλέον αποτελεσματικούς υπουργούς της παρούσας κυβέρνησης, αν όχι ο πλέον αποτελεσματικός, και από την άλλη είχαμε τις περιπτώσεις του Αντ. Ρουπακιώτη και του Αντ. Μανιτάκη που απετέλεσαν σπάνια παραδείγματα αδράνειας και αναποτελεσματικότητας.
Συμπέρασμα: Η χώρα θα ταλανίζεται για πολλά χρόνια ακόμη από τον λαϊκισμό και τις πελατειακές σχέσεις που ουσιαστικά αποτελούν ένα παίγνιο αρνητικού αθροίσματος, όπου άλλοι χάνουν και άλλοι κερδίζουν, αλλά η χώρα σίγουρα χάνει.
Ο κ. Θεόδωρος Π. Λιανός είναι ομότιμος καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ