Τους τελευταίους μήνες η Σερβία βίωσε μεγάλες συγκινήσεις, σαν να μαινόταν η Κρίση του Ιουλίου 1914, να ξεσπούσε από στιγμή σε στιγμή σύρραξη και να αντιμετωπίζαμε τη βαθιά αβεβαιότητα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, με τη Σερβία περικυκλωμένη από εχθρούς. Επί ημέρες όλες οι εφημερίδες δημοσίευαν «ειδήσεις από το παρελθόν» στα πρωτοσέλιδά τους. Ο αρχηγός του κράτους δίνει διαλέξεις Ιστορίας. Ο Εμίρ Κουστουρίτσα γυρίζει ταινία και διοργανώνει ένα πάνελ ακαδημαϊκών. Ποιητές σε συνεντεύξεις τους προσφέρουν νέες ερμηνείες του γεγονότος. Η «Ημέρα της Ανακωχής» στις 11 Νοεμβρίου χρησιμοποιήθηκε για την κήρυξη ενός νέου πολέμου.

Τι συνέβη; Στην πραγματικότητα τίποτε. Ενα βιβλίο εκδόθηκε στο Λονδίνο, το «The Sleepwalkers» («Οι υπνοβάτες») του Κρίστοφερ Κλαρκ, στο οποίο ο συγγραφέας, όπως πληροφορήθηκε το σερβικό κοινό, αποκάλεσε τον Γκαβρίλο Πρίντσιπ τρομοκράτη. Υστερα, μια καναδή ιστορικός που προωθούσε το νέο της βιβλίο είπε ότι το κίνημα Mlada Bosna (Νέοι Βόσνιοι) έπρεπε να συγκριθεί με την Αλ Κάιντα. Και η ιστορική φρενίτιδα ξέσπασε. Γιατί δυο ιστοριογραφικά βιβλία να πυροδοτήσουν μια τέτοια χιονοστιβάδα συναισθημάτων; Εδώ βρίσκεται η εξήγηση: όχι μόνο είναι ένας τρόπος για να στραφεί η προσοχή μακριά από τα σοβαρά προβλήματα, που αποτελεί γνωστό τέχνασμα λαϊκιστικών καθεστώτων σε περιόδους κρίσης. Αλλά και γιατί τα περιστατικά που αναφέρονται στα δύο βιβλία, αν και αφορούν στιγμές του παρελθόντος, συνιστούν ουσιαστικά στοιχεία της σημερινής ιδεολογίας, η οποία είναι κρυμμένη ή καταπιεσμένη λόγω της ανάγκης της Σερβίας για ένταξη στην Ευρώπη και της προσδοκίας ως χώρα να «λάβουμε ημερομηνία».

Γιατί ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος; Πρόκειται για ένα γεγονός απαράμιλλο για την εθνική ομογενοποίηση στη Σερβία. Διαθέτει όλη την αναγκαία δυναμική για να «ενώσει». Ολα τα μυθεύματα βρίσκονται εδώ: η μεγάλη νίκη ενός μικρού έθνους, ηρωικές μάχες, τεράστιες απώλειες, Γολγοθάς και ανάσταση, συμπαράταξη λαού και κράτους. Η εικόνα του άλλου είναι ιδανική: πισώπλατο μαχαίρωμα από τους γείτονες Βούλγαρους, προδοσία από τους αναξιόπιστους Κροάτες που πολέμησαν στο πλευρό του εχθρού. Παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει ο μύθος, ο σερβικός λαός έτεινε το χέρι, δημιούργησε τη Γιουγκοσλαβία και επέτρεψε στους υπολοίπους, δηλαδή στους Κροάτες και τους Σλοβένους, να περάσουν από την πλευρά των νικητών. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα ιδανικό γεγονός που πέτυχε όλα αυτά που είναι αναγκαία για την εθνικιστική τάξη και τις αξίες.
Η διέγερση που πυροδότησε το βιβλίο του Κλαρκ κορυφώθηκε την Ημέρα της Ανακωχής, η οποία είναι νέα επέτειος στη Σερβία καθώς καθιερώθηκε πέρσι. Το νέο αφήγημα επικεντρώθηκε γύρω από νέα σύμβολα. Ενα από αυτά είναι το λουλούδι Ramonda nathaliae που φοριέται στο πέτο από πέρσι, αντί της βρετανικής παπαρούνας. Η εξήγηση που δόθηκε για τη νέα αυτή πρακτική είναι ότι πρόκειται για ενδημικό φυτό αλλά η Ιστορία σύντομα επενέβη στη βοτανολογία και τα τσατ ρουμ του Internet και άλλα μέσα άρχισαν να μιλούν για ένα φυτό που φυτρώνει μόνο στο Καϊμακτσαλάν, όπου έγινε η σφοδρότερη μάχη του μετώπου της Θεσσαλονίκης. Λέγεται επίσης ότι το φυτό αυτό έχει την ασυνήθιστη ιδιότητα να είναι σαν τον φοίνικα που αναγεννιέται από τις στάχτες του και το οποίο, ακόμη και αφού πεθάνει, μπορεί να ζωντανέψει αν ποτιστεί. Ο παραλληλισμός με την μυθική ιδέα της σερβικής ιστορίας είναι σαφής, αλλά πρέπει να εκληφθεί μάλλον ως υπόσχεση για το μέλλον.
Η στροφή ως προς τη χρήση της Ιστορίας στη Σερβία πηγάζει από λόγους εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Αλλά όλοι τους καταλήγουν ουσιαστικά σε ένα πράγμα –στη σύγκρουση και τον αγώνα ανάμεσα στο φιλοευρωπαϊκό και το ευρωσκεπτικιστικό μπλοκ που διεξάγονται σήμερα στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο στη Σερβία. Γι’ αυτό λοιπόν δεν πρόκειται για βιβλία, ούτε για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ούτε ακόμη για τη λαϊκιστική εξαπάτηση του κοινού, αλλά για ένα ουσιώδες ζήτημα. Μόνο ένα ουσιώδες ζήτημα θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοιο συναισθηματικό ξέσπασμα και να αναγκάσει τους πάντες να πάρουν θέση. Είναι ένα είδος άτυπου δημοψηφίσματος για την Ευρώπη, στο οποίο όλοι μπορούν να μιλήσουν ελεύθερα χωρίς να θέσουν σε κίνδυνο δάνεια και άλλα «οφέλη». Γι’ αυτό η στάση απέναντι στο νέο σκεπτικό για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο εκπροσωπεί μια συμπυκνωμένη απογοήτευση για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, μια έκφραση ανασφάλειας και θυμού, μια αίσθηση ότι κινδυνεύουμε μπροστά στον μεγάλο, άγνωστο ευρωπαϊκό κόσμο.
Σε όσους από εμάς παρακολουθούμε επαγγελματικά τα πολιτιστικά και εκπαιδευτικά ρεύματα, μια τέτοια κατάσταση δεν προκαλεί έκπληξη. Ολες οι αναλύσεις σε αυτούς τους τομείς μετά την πτώση του Μιλόσεβιτς έδειχναν σαφώς ότι ο εθνικιστικός, ρεβιζιονιστικός και ρεβανσιστικός λόγος κρατούσαν καλά ακριβώς σε αυτό το πεδίο, ιδίως στην ιστορική μνήμη. Γι’ αυτό το ότι μιλάμε για την Ιστορία δεν έχει να κάνει με το παρελθόν αλλά με το μέλλον και γι’ αυτό η ουσιαστική δραστηριότητα στους τομείς του πολιτισμού, των κοινωνικών επιστημών και της παιδείας θα καθορίσουν αν η Νοτιοανατολική Ευρώπη και η ίδια η Ευρώπη θα καταφέρουν να επανεφεύρουν την κοινότητά τους ως δημοκρατική και ειρηνική ή θα αντιμετωπίσουν νέες συγκρούσεις.
Η κυρία Ντουμπράβκα Στογιάνοβιτς (Dubravka Stojanovic) διδάσκει Σύγχρονη Ιστορία στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου.