ΕΝΦΙΑ = ενιαίος φόρος ιδιοκτησίας ακινήτων.

Το Ν/Σ, που αρπάζει τις περιουσίες των Ελλήνων ώστε να διατηρηθεί έτσι, κατά το δυνατόν, το σάπιο ελληνικό Δημόσιο, δηλ. η πηγή της υπερχρεώσεως της Ελλάδος, αλλά και η βάση ισχύος όλων σχεδόν των ελληνικών πολιτικών κομμάτων, όλων των αποχρώσεων.

(Βάση ισχύος με την έννοια ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι του ευρέος Δημοσίου παρουσιάζουν με την σειρά των ωργανωμένη και στοχευμένη συντεχνιακή και πολιτική ισχύ, ασχέτως αν είναι μειοψηφία στην κοινωνία – ευμεγέθης μεν, μα μειοψηφία). Η κολοσσιαία αδικία, η παραβίαση του βασικού ανθρωπίνου δικαιώματος στην ιδιοκτησία και βασικών άρθρων του ελληνικού Συντάγματος (που το έχουν κάνει κουρελόχαρτο οι «σωτήρες», βλ. ανακοίνωση της Εταιρείας Ελλήνων Δικαστικών Λειτουργών για την Δημοκρατία και τις Ελευθερίες, 12.12.2013), η ηλιθιότης (λόγω των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων του φόρου αυτού), που εμπεριέχονται στο Ν/Σ έχουν ήδη αναλυθή, από δημοσιολόγους και δημοσιογράφους, την ΠΟΜΙΔΑ, 1-2 πολιτικά κόμματα (Δράση, Δημιουργία Ξανά), ενώ έχουν προκαλέσει την αγανάκτησι του μακράν μείζονος μέρους της ελληνικής κοινωνίας, με απρόβλεπτες συνέπειες στην μελλοντική συμπεριφορά των εκλογέων.

Αλλ’ αυτά δεν ΄νοιάζουν τους πολιτικάντηδες της κυβερνήσεως, δίνουν τώρα τον υπέρ πάντων αγώνα – αλλ’ όχι για να σώσουν την χώρα, μα την βάσι ισχύος των, ως είπον. Η δε μείζων αντιπολίτευση τελευταία, πολύ όψιμα, έχει αρχίσει να καταδικάζει τον ΕΝΦΙΑ, μα ο λόγος της αποδυναμώνεται διότι δεν συνοδεύει την εύλογη απαίτησι για ολιγωτέρους φόρους με την απαραίτητη απαίτησι για περιστολή της σπατάλης του Δημοσίου, εκλογίκευσι και μείωσί του – απεναντίας θέλει μάλλον να το αυξήσει, ως μέγεθος και ως ρόλο – όμως και τα δυό – ολίγοι φόροι, μεγάλο Δημόσιο – δεν γίνονται, δεν είναι βιώσιμα σε βάθος χρόνου, ούτε καν σε άμεσο χρόνο, τώρα που δεν υπάρχουν δανεικά.

Εν τάχει, αι μεγάλες αδικίες του ΕΝΦΙΑ είναι: (α) Επιβάλλει φόρο επί τάχα «αντικειμενικών» τιμών, που – παγκοσμία πρωτοτυπία αυτή – είναι υψηλότερες έως μακράν υψηλότερες των τρεχουσών πραγματικών.

(β) Δεν είναι ανταποδοτικός ως αντίστοιχοι φόροι στο εξωτερικό, μα έχει βασισθή στην λογική του «τόσα μου λείπουν, τόσα θ’ αρπάξω, αν ‘μπορέσω και παντί τρόπω, για να στηρίξω αυτό το Δημόσιο-εξάμβλωμα κι ας γίνει στάκτη η χώρα».

(γ) Δεν παίρνει υπ’ όψιν ότι ειδικά οι φόροι ακινήτων, διεθνώς, τείνουν να είναι αντιστρόφως προοδευτικοί (δηλ. επιβαρύνουν περισσότερο ανθρώπους με χαμηλά εισοδήματα) επειδή δεν υπάρχει μεγάλη συσχέτιση μεταξύ εισοδημάτων και τιμών ακινήτων – ειδικά δε στην σημερινή Ελλάδα η συσχέτιση αυτή (καθώς γίνεται μεταξύ χαμηλών τρεχόντων εισοδημάτων – αυτών που πληρώνουν φόρους – και των δυσθεωρήτων τάχα «αντικειμενικών» τιμών) είναι πάρα πολύ μικρή, με συνέπεια η αντίστροφη προοδευτικότης του ΕΝΦΙΑ νάχει μεγεθυνθή στον υπερθετικό βαθμό.

(δ) Δεν εξαιρεί μη ηλεκτροδοτούμενα κτήρια, ως και οικόπεδα, που δεν αποδίδουν εισόδημα.

Αλλ’ υπάρχει και μία ακόμη ατιμία στον ΕΝΦΙΑ, που θα θίξω εδώ. Αφορά σχετικά μικρό αριθμό ιδιοκτητών, αλλά δείχνει περίτρανα την μαφιόζικη νοοτροπία και χαρακτήρα του ελληνικού κράτους, που μεγάλες μάζες του πληθυσμού δημιούργησαν ή ανέχθηκαν με την ψήφο των τόσες 10ετίες με αντάλλαγμα «προστασία» παντός είδους (από διορισμούς ως ανοχή στην αυθαίρετη δόμησι και την φοροδιαφυγή).

Στο άρθρο 3 του Ν/Σ («απαλλαγές απ’ τον ΕΝΦΙΑ») προβλέπεται απαλλαγή για, μεταξύ άλλων, ακίνητα για τα οποία «υφίσταται απαγόρευση οποιασδήποτε χρήσης, σύμφωνα με τον ισχύοντα Πολεοδομικό Σχεδιασμό, ιδίως ρυμοτομικό βάρος, ρυμοτομική απαλλοτρίωση, ή για λόγους προστασίας μνημείων και αρχαιοτήτων, ιδίως αρχαιολογική δέσμευση για ανασκαφές, κήρυξη αρχαιολογικού χώρου, καθώς και για λόγους προστασίας του περιβάλλοντος, που έχει επιβληθεί από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, αποκλειστικά κατά το μέρος για το οποίο υφίσταται η ως άνω απαγόρευση και εφόσον η δέσμευση αυτή δεν συνοδεύεται από αξίωση ή καταβολή σχετικής αποζημίωσης.» Δηλ. ο νομοθέτης κατ’ ουσίαν λέει στον θιγόμενο πολίτη:

Αν έχεις τολμήσει να προβάλεις αξίωσι γι’ αποζημίωσι για το ότι σου έχει το κράτος δεσμεύσει ακίνητο απαγορεύον ακόμη κι όλες τις χρήσεις αυτού, δεν δικαιούσαι απαλλαγής απ’ τον ΕΝΦΙΑ! Αν όμως δεν έχεις προβάλει τέτοια αξίωσι, αν δηλ. έχεις κατ’ ουσίαν αποδεχθή και αφήσει το κράτος να κρατεί ακίνητό σου δεσμευμένο επ’ άπειρον, ενώ εσύ, ως ταπεινός ραγιάς που είσαι, κάνεις μόκο, ε, τότε και μόνο τότε σου κάνω την χάρι να μην απαιτήσω φόρο κατοχής από εσέ!

Εχω υπ’ όψιν μου ήδη 2 περιπτώσεις (απ’ τις πολλές, που υπάρχουν σ’ όλη την Ελλάδα). Αφορούν δεσμεύσεις απ’ την Αρχαιολογική Υπηρεσία και απαγόρευσι πάσης χρήσεως των δεσμευμένων οικοπέδων απ’ τους ιδιοκτήτες. Στην μια περίπτωσι η δέσμευση κρατεί 24 χρόνια, στην άλλη 7.

Οι ιδιοκτήτες είχαν κάνει και αγωγές, που όμως απερρίφθησαν με ισχυρισμούς, που προσφάτως έχουν ευτυχώς και ευλόγως καταπέσει τόσο στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων όσο στο Συμβούλιο Επικρατείας. Οι δικαστές μάλιστα, που εδίκασαν τις αγωγές εκείνες, υποτίθεται σκεφθέντες κατά νόμον, ετόνισαν ότι επειδή είναι αρχαιολογικό το θέμα η δέσμευση δεν δύναται να αρθεί, αλλ’ ούτε, απ’ την άλλη, είναι δυνατόν να υποχρεωθεί το ελληνικό Δημόσιο να προχωρήσει σε απαλλοτρίωσι!

Αρα: οι ιδιοκτήτες εκείνοι έχουν αξίωσι για αποζημίωσι, που όμως ουδέποτε επιδικάζεται ή έρχεται (και με δικαστικό φιρμάνι μάλιστα), αλλ’ αυτό αφήνει αδιάφορο το κράτος. Εφ’ όσον ετόλμησαν να ζητήσουν απ’ το Δημόσιο να τους αποζημιώσει (για δεσμεύσεις 24 και 7 ετών…), θα πληρώνουν, ως φαίνεται, και τον ΕΝΦΙΑ, να μάθουν τα θρασίμια να μη τα βάζουν με το κράτος, ασχέτως αν δικαστήρια απεφάσισαν ότι δεν δικαιούνται αποζημιώσεως και ότι καλώς συνεχίζεται η δέσμευση. Και κερατάδες και δαρμένοι δηλαδή…

Κατόπιν αυτών ευελπιστώ – όπως και πολλοί πολίτες – να υπάρξουν βουλευτές, που θα ζητήσουν να διορθωθεί η διατύπωση του άρθρου 3 και, τουλάχιστον, να φύγει η λέξη «αξίωση».