H Πρωτοβουλία των «58» προσλαμβάνεται διττά: με προσδοκία και με καχυποψία. Και τα δύο αντανακλαστικά είναι δικαιολογημένα εφόσον η χώρα βρίσκεται σε μια δυναμική στιγμή. Από τη φ(ρ)άση «το παλιό έχει πεθάνει και το νέο δεν έχει ακόμη γεννηθεί» περνάμε βασανιστικά στις ωδίνες ενός επώδυνου τοκετού. Και αυτό διότι η δημοσιονομική προσαρμογή εξάντλησε κάθε δυνατότητά της, οι μπουνταλάδικες και από τα πάνω μεταρρυθμίσεις έφτασαν ήδη στο όριο της όποιας χρησιμότητάς τους. Από το μοίρασμα των ελλειμμάτων σε προνομιούχες ομάδες φτάσαμε στο σημείο μηδέν: μηδενικά ελλείμματα μα και μηδενική παραγωγή πλούτου –λογικά αυτή τη στιγμή που γράφουμε η ύφεση και η ανάπτυξη συναντιούνται σε αυτό το σημείο μηδέν.
Οι ανέστιοι μιας μεσαίας τάξης που έχει καταρρακωθεί, οι ιδιωτικοί υπάλληλοι που ζουν στο σύνορο ανεργίας και απόλυσης, ο μέγας πληθυσμός της υπαρξιακής ανασφάλειας και της ανασφάλιστης δουλειάς, οι έντιμοι δημόσιοι λειτουργοί που στιγματίζονται από τις κραυγές των «συναδέλφων» τους και τον εμμονικό αντικρατισμό των νεοφιλελευθέρων, οι κοσμο-πολίτες δημοκράτες που δεν ανέχονται η χώρα τους να βγει από τον παγκόσμιο οικονομικό και πολιτισμικό χάρτη, όλοι αυτοί, με την καχυποψία τους και την προσδοκία τους, φαίνεται να αναμένουν ένα πρακτικό σχέδιο ανασυγκρότησης της πατρίδας μετά το σημείο μηδέν. Μια κοινωνική δύναμη μακριά από ομοιώματα του Παπάγου, του Βελουχιώτη ή του Ανδρέα. Μια κοινωνική αίσθηση που δεν θα συνοψίζει τη ζωή μας σε πινακάκια του Εxcel. Μια οργανωμένη προσπάθεια που μαζί με τους πολίτες, με συνεχή και επίμονη μέριμνα δικαιοσύνης, θα ανοίξει την οικονομία στον παγκόσμιο ανταγωνισμό –όχι όμως μέσα από τη φθηνή εργασία αλλά χωρίς ταμπού για τη χειρωνακτική και τεχνική δουλειά –και ταυτόχρονα θα εγκαινιάσει ένα κοινωνικό κράτος που θα αναδιανέμει πλεονάσματα –δημιουργώντας τα κατ’ αρχήν –σε αυτούς που δεν έχουν ούτε ντουντούκα μα ούτε και φωνή.
Ολον αυτόν τον κόσμο που δεν θα βολευτεί ούτε στον δεξιό αυταρχισμό και στη νεοσυντηρητική τροπή της ΝΔ ούτε στον κρατικιστικό εθνοκεντρισμό και στη χρεοκοπική απειλή οποιουδήποτε Ελληνα «Τσάβες» δεν θα μπορέσει να τον εκφράσει η ανακαίνιση του παλιού. Μα δεν μπορεί ούτε η αυτάρεσκη επινόηση του «νέου». Η ψυχική ανάγκη για ενότητα, η κοινωνική αγωνία μπροστά στην ανασφάλεια του καιρού μας, η προσδοκία της προόδου, αν αγκαλιαστεί από πολίτες, θα οδηγήσει και στην υπέρβαση των όποιων διλημμάτων.
Ο κ. Παναγής Παναγιωτόπουλος είναι επίκουρος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ